United States or Bangladesh ? Vote for the TOP Country of the Week !


Σα μπήκε στα Γιάννινα κ' είδε τα ψηλά εκείνα τα σπίτια με τα πολλά παραθύρια, τους δρόμους, τα μπεζεστένια, το παζάρι, τα μαγαζιά, τα κάστρα, τα σαράγια, τον κόσμο, την κίνηση, μαθημένος αυτός από τα χαμηλά του γρέκια, από τη συντροφιά του κοπαδιού κι από την ερημιά του βουνού και του χειμαδιού, έμεινε ολόρθος, κ' έχασκε σαν αλλαλιασμένος.

Κι' η βροχή που απ' την αυγή ασταμάτηγη πέφτει με το δρυμόνι, δέρνει τ' ασκέπαστα τα κεφάλια τους, κι' από τα τρυπημένα τους ρούχα ζώνεται ως μέσα στα ζόρκα κορμιά τους και τα καταποντιάζει. Τα δύστυχα! . . . Αραδαριά στο παζάρι οι αργαστηριαρέοι κάθονται με σταυρωμένα τα χέρια, χωρίς δουλιά, κι' άλλοι με σκυφτά τα κεφάλια, λες κι' ακαρτερούν βοήθεια από τον ουρανό.

Δε βάσταξα: «Να όψεσαι, του λέω, πούχασα το παιδί μουΓυρίζει και μου λέει μέσα στον κόσμο: «Εγώ να όψωμαι για σεις που κάνετε τα προκομμένα τα παιδιά; Σαν κάνη ο γυιός σου παραλυσίες και μπεκριλίκια, τι σου φταίω εγώΆνοιξε η γη να με καταπιή. Με πήρε το παράπονο κι' άρχισα τα κλάματα καταμεσής στο παζάρι. «Με τα κλάματα δε βγαίνει τίποτε, γυρίζει πάλε και μου λέει.

Σα μπήκε στα Γιάννινα κ' είδε τα ψηλά εκείνα τα σπίτι με τα πολλά παραθύρια, τους δρόμους, τα μπεζεστένια, το παζάρι, τα μαγαζιά, τα κάστρα, τα σαράγια, τον κόσμο, την κίνηση, μαθημένος αυτός από τα χαμηλά του γρέκια από τη συντροφιά του κοπαδιού κι από την ερημιά του βουνού και του χειμαδιού, έμεινε ολόρθος, κ' έχασκε σαν αλλαλιασμένος.

Η μάννα του πάει να τρελλαθή από το κακό της. «Να όψεσαι που τώστειλες το παιδί στα ξένα». Έχομε και τη γκρίνια στο σπίτι Εγώ να όψωμαι για ο Γερο- Τρακοσάρης; Τον πετυχαίνω τις προάλλες στο παζάρι.

Περνούσε από τις γειτονιές ο Λαζαράκης να κατεβή στο παζάρι και τα παιδιά τρέχανε από πίσω του και φωνάζανε: «Ο καμπούρης, ο καμπούρηςΈμπαινε στα μαγαζιά ο Λαζαράκης να ρουφήξη κανένα κρασάκι, και οι παρέες του φωνάζανε: «Ε ! Λαζαράκη, βάρδα μη μας ρίξης τη λάμπα». Σήκωνε τα μάτια του να κυττάξη καμμιά όμορφη ο Λαζαράκης και τα κορίτσια μπήγανε τα γέλια: «Της την έκαψες την καρδιά, Λαζαράκη.

Δεν θα πας σήμερα σε δουλειά; ηρώτησεν αίφνης, διακόπτουσα το έργον της και ανακύπτουσα η Μαριώ. — Τώρα πειά; πέρασε η ώρα. Έπειτα έχομε και να μιλήσωμε, γυναίκα . . . πρέπει να ιδούμε τι θα κάμωμε . . . — Έχομε καιρό . . . να μιλήσωμε, απήντησεν εκείνη μελαγχολικώς, ενθυμουμένη τα νυκτερινά. Σήκω τώρα! σήκω! Πήγαινε να πάρης λίγο αέρατο παζάρι . . . να ψωνήσης κι' όλα.

Και στες 5 η ώρα ήρθε το χαμπέρι που νίκησαν η σύμμαχες δυνάμεις τη Ρωσία στην Κριμαία και σήκωσαν στο Κάστρο τες σημαίες της Τουρκίας, της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Σαρδηνίας. Το βράδυ άναψαν φώτα και κανδύλια σ' όλα τα σπίτια και σ' όλο το παζάρι, ανέβασαν και καμπάνες στα καμπαναριά του Αγίου Νικολάου, του Αρχιμανδριού και της Αγίας Κατερίνας.

Μα ο Σεΐχης του Τεκέ μας είναι πιο διαβασμένος από σένα, είναι άγιος. Και όποιος κάμνει τον λόγο του, κάμνει την βουλή του Θεού. Τρία χρόνια τώρα με καταδιώκει ο β ρ υ κ ό λ ά κ α ς, κανείς δεν μ' εγλύτωσε. Στο πανηγύρι επήγαινα, μπροστά μου τον εύρισκα· στο παζάρι επήγαινα μπροστά μου τον εύρισκα, ως που με απέλπισε, και παράτησα την δουλειά μου και πήγα κ' έγινα σοφτάς. Καλά που έκαμα!

Από το κρύο δε μπορούσαν να δουλέψουν ο κόσμος. Το παζάρι κλείστηκε όλο. 1869, Θερτή 10 . Ήρθε δεσπότης ο Σωφρόνιος. 1869, Θερτή 13 . Εχειροτονήθη επίσκοπος Παραμυθιάς κυρ Άθιμος Τσάτσος. 1869 . Στες 29 Θερτή ημέρα Τρίτη κατά τα ξημερώματα εκάηκαν τα Γιάννινα. Τη φωτιά την έβαλαν οι ίδιοι Τούρκοι. 1870, Απριλίου 19 . Εκάηκαν τα παλάτια τ' Αλή-πασα στο Κάστρο.