United States or Eritrea ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μερικοί φίλοι του ναύτη, ναύτες κι' αυτοί δουλευταράδες, σε μέρη μακρυνά του είχανε δώση να φέρη στα σπίτια τους χρήματα, ποιός δέκα τάλλαρα, ποιός είκοσι· τον γνώριζαν κι' από άλλη φορά και ήταν ήσυχοι. Ήταν ναύτης σε καράβι φράγκικο, και για την τύχη του, κάπου εναυάγησε κ' εγλύτωσε με την ψυχή στο στόμα· χρήματα, δικά του και ξένα, έμειναν στης αχόρταγης θάλασσας το βάθος το ανήλιο.

Με τα κατάρτια, με τα πανιά, με τα σχοινιά, με τάρμενα. Απαράλλακτη. Αλλά δεν είνε πρασίνη πλέον, ουδέ μεγάλη. Είνε μικρά και ασημένια όλη, τάξιμον ευλαβές του πλοιάρχου μου, που εγλύτωσε μια φορά από τράκο μέσατη θάλασσα του Μαρμαρά, θαρρείς και είνε η ψυχή της καταπρασίνης σκούνας, μικρά, ασημένια σκουνίτσα.

ΑΓΓΕΛΟΣ Λάβετε θάρρος, ευγενών μητέρων κόρες, από ζυγόν εγλύτωσε σκλαβιάς η πόλη· πέσαν οι κομπασμοί αντρών υπερηφάνων, ήρθ’ η γαλήνη και δεν έκαμε το πλοίο νερ’ απ’ το βροντοχτύπημα της τρικυμίας, βάσταξε ο πύργος και στεριώσαμε τις πύλες μ’ αξιόχρεους πολύ προστάτες μονομάχους.

Αφού έφυγαν εκείνοι, άρχισε να μου λέγη πως ο Μεϊντανός είνε ένας αχρείος, που έχει στή ράχι του κατηγορίες για βιασμούς και φόνους. Τον προστατεύει όμως ο κύριος Βουλευτής Σύρου, που τον εγλύτωσε δυο φορές, και θα ήτο τρέλλα να τα βάλλω μ' ένα Συνταγματάρχη και υπουργικό βουλευτή, τώρα μάλιστα πού άρχισαν η δουλιές της Κυβερνήσεως να στραβώνουν και τον έχει ανάγκην.

Και τούδωσεν ένα φιλί γλυκύ σαν μέλι, που αυτό προ πάντων τον έκαμε να συνέλθη. Από τέτοιο κίνδυνο λοιπόν εγλύτωσε ο Δάφνης.

Εις ετούτα τα λόγια όλον το Ντιβάνι ηχολόγησεν από χίλιες χαρές των παρεστηκότων, διά την απόφασιν της βασιλοπούλας, και διά την ευτυχίαν του Καλάφ που εγλύτωσε τον θάνατον, και ηξιώθη διά να λάβη εκείνην που επιθύμησαν πολλοί, και δεν την απόλαυσαν, αλλά έχασαν την ζωήν τους.

Εκείνο το ασημένιο καραβάκι που κρέμεται από τον μεγάλον πολυέλαιον ς' τον Άη-Νικόλα; ς' την πατρίδα; Είν' η σκούνα μας αυτή που την έταξεν ασημένια ο καπετάνιος μας ς' τον Άη-Νικόλα τότες που μας εγλύτωσε. Όλη από καθαρό ασήμι, καλοδουλεμένο, της Ρωσίας ασήμι. Μισή οκά ασήμι.

Θεός να φυλάγη τον κόσμο από την κακή την ώρα! Ποιος ηξεύρει πόσαις ώραις επάλαιψε με τον θάνατο! Μα βλέπεις δεν ήτανε γραφτό του. Το άλογο ευρέθηκε σκοτωμένο, κ' εκείνος εγλύτωσε. Ευχαριστώ σε, Κύριε! Κ' έτσι που εγλύτωσε, πάλε δόξα σοι ο Θεός! Τρεις ημέραις δεν ήξευρε πού ήτανε. Σαν ήλθε κομμάτι στον εαυτό του, εκατάλαβε πως ευρίσκεται σ' ένα μύλο.

Έβλεπε την καιομένην πόλιν, εις την οποίαν δεν εφαίνετο να εγλύτωσε πλέον τίποτε. Ήρχισε να προσεύχεται και να επικαλήται τον Χριστόν. Αφού υπερέβη το Άλβανον, του οποίου σχεδόν όλος ο πληθυσμός ίστατο επί των στεγών και επί των δένδρων, διά να βλέπη καλλίτερον την καιομένην Ρώμην, ανέλαβε την ψυχραιμίαν του. Εκτός του Ούρσου και του Λίνου, ο απόστολος Πέτρος θα επέβλεπεν επί της Λιγείας.

Γιατί ο Σεΐχης μας που σε είπα, αυτός μ' εγλύτωσε. Ας έχουμε την ευλογία του! «Μη τον βλέπεις που μοιάζει τον σκοτωμένο», με είπεν. «Ο βρυκόλακας είναι μόνον ένα τουλούμι γεμάτο αίμα. Φέρε με ένα μ α υ ρ ο μ ά ν ι κ ο μαχαίρι να σε το διαβάσω· και άμα τον ξαναϊδής, τρύπα τον, να χυθή το αίμα! Άλλη μια φορά δεν θα ξαναβγή μπροστά σου.