Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 4 Ιουνίου 2025


&1854, Φλεβαριού 26&. Των Αγίων Θεοδώρων ο καπετάν Θοδωράκης Γρίβας στο Κουτσουλιό πολέμησε με τ' ασκέρια του Αβδή πασά από το πρωί ως στο βράδυ με ολίγα παλληκάρια και με το γιο του το Δημητράκη. Το βράδυ τ' ασκέρια φοβήθηκαν μην πλακώσουν και Σουλιώτες και γύρισαν στα Γιάννινα και την αυγή ο Γρίβας έφυγε για το Μέτσοβο.

Κατέβα να σου τη μαυρίσω τη ράχη σου, που μια φορά πήγες να μυριστής και συ αρραβώνα, και πήγε στραβά η μύτη σου σαν τη μούρη σου. Πιπ. Και δεν το βλέπεις, κουτόμυαλη; Δε βλέπεις πως το φοβήθηκαν το παπαδοπαίδι και μάνη μάνη τα ταιριάξανε μ' αυτόν τον ξένο, μην τύχη και ρεζιλευτή το κορίτσι; Έννοια σου δα, και σαν πήγα και γω στα παιχνίδια, να! — τα είχα στημένα ταυτιά μου.

Φοβήθηκαν και τον αφήκαν να περάση. Πήρε την Ιζόλδη στα χέρια του: «Φίλη, πρέπει κι' όλα να φεύγω. Σε λίγο θα μανακαλύψουν. Πρέπει να φύγω και ποτέ πεια δε θα σε ξαναϊδώ βέβαια. Ο θάνατος μου είναι κοντινός: μακρυά μας, ο πόθος θα με πεθάνη. — Φίλε, κλείσε τα χέρια και σφίξε με τόσο δυνατά ώστε απάνω σ' αυτό το αγκάλιασμα να σπάσουν η καρδιές μας κ' η ψυχές μας να φύγουν.

1854, Φλεβαριού 26 . Των Αγίων Θεοδώρων ο καπετάν Θοδωράκης Γρίβας στο Κουτσουλιό πολέμησε με τ' ασκέρια του Αβδή πασά από το πρωί ως το βράδυ με ολίγα παλληκάρια και με το γιο του το Δημητράκη. Το βράδυ τ' ασκέρια φοβήθηκαν μην πλακώσουν και Σουλιώτες και γύρισαν στα Γιάννινα και την αυγή ο Γρίβας έφυγε για το Μέτσοβο. 1855, Φλεβαριού 6 , μέρα Τετράδη.

Θα φοβήθηκαν, καθώς φαίνεται, να μην πλακώση κανένας και τους χαλάση τη δουλειά, και συλλογιστήκανε να με πάρουν και να τραβήξουν σε κανένα πιο μοναχικό μέρος. Δεν έβρεχε και πολύ τώρα. Το πρώτο που μισοθυμούμαι είναι που με σήκωνε ο ένας, κι ο άλλος ξανάνοιγε την πόρτα. Σαν άνοιξαν την πόρτα και μέσερναν έτσι από το κατώφλι, ακούγω απ' έξω μια πιστολιά.

Μερικές ραβδιές, και συνέφερε ο παπάς. Σαν τρελλός φώναζε ο δύστυχος. Ώσπου άρχισε να καταριέται, και φοβήθηκαν τις κατάρες του, και τον άφησαν κ' έφυγε, και μήτε ξαναφάνηκε μήτε ξανακούστηκε πια. Ζητούν ύστερα να ξελιγοθυμήσουν την κερά Πιπίνα, μα πού να ξελιγοθυμήση! «Να φωνάξουμε τον Επίτροπο», φωνάζει ένας, και ξυπνάει αμέσως η πιτρόπισσα! Άρχισε να κάμνη την τρελλή.

Αυτά 'πε, και ό,τι εγίνηκεν εκείνοι δεν ηξεύραν. 170 και ωμίλησ' ο Αλκίνοοςεκείνους μέσα κ' είπε• «Ωιμέ, τα θεία ρήματα μ' ευρίσκουν του πατρός μου• έλεγεν ότι εφθόνεσεν εμάς ο Ποσειδώνας, 'πουτην πατρίδ' ακίνδυνα ξεπροβοδούμεν όλους, κ' έναν καιρό πανεύμορφο καράβι των Φαιάκων 175 ως γέρνει από προβόδισμα, 'ς τα σκοτεινά πελάγη θα κρούση και την πόλι μας μ' όρος τρανό θα κλείση• τούτά 'πε ο γέρος, και όλ' αυτά τώρα λαμβάνουν τέλος• και τώρα ελάτε, ό,τι θα ειπώ να το δεχθούμεν όλοι• μη προβοδήστετο εξής θνητόν, όταν προσφύγη 180την πόλι μας• και ας σφάξουμεν ευθύς του Ποσειδώνα δώδεκα ταύρους εκλεκτούς, ίσως μας ελεήση και μ' όρος υψηλότατο την πόλι μας δεν κλείση». είπε και αυτοί φοβήθηκαν κ' ετοίμασαν τους ταύρους.

Λέξη Της Ημέρας

ισχνά

Άλλοι Ψάχνουν