United States or Guinea ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έλαβε και την μικράν της γραίας βασταγήν, και ένα ορμαθόν κουλλουρίων, τα οποία είχε ψωνίσει διά τους εγγονούς της τους μικρούς, δύο φαγάδες και χονδρομπαλάδες, ως τους ωνόμαζε, και επέστρεψεν εις τον οίκον κελαϊδούσα: — Να σου ψήσω καφέ, θεια-Αννούσα, για τα συγχαρίκια.

Να ιδούμε τι άλλο έμεινε να φάγουν οι φαγάδες! Δι' εμέ η μεγάλη πανήγυρις έχανε πλέον το γόητρόν της. Έχανε το μεγαλείον της μετεβάλλετο εις συνήθη κυριακής λειτουργίαν. Το υψηλόν εκείνο της Ε'. ωδής, το εκ του μεγαλοφωνοτάτου Ησαΐου· «Εκ νυκτός ορθρίζοντες δοξολογούμεν σε» το έπαιρνε από 'μπρός η ημέρα κ' έχανεν ούτως όλην του όρθρου την μυστικήν ευωδίαν.

Ποιος ξέρει, απήντησεν ο Μπάρμπα-Σταυρής. Ο γέρος ο γελαστός που ξηγούσεν εκεί τον Χρονογράφον, δεν είπε τίποτε. Μα εγώ θαρρώ πώς θενάνε, παιδί μου, τίποτε άνθρωποι, θηρία αρπακτικά δεν πιστεύω να είνε οι ομογενείς. Θενάνε τίποτε φαγάδες, τίποτε μπερεκετλήοες και θαρθούν εις την Αθήνα και θα μας ακριβήνουν τα πράγματα.

Την επήγεν εις κάποιαν πανήγυριν, κάτω εις την Αγίαν Τριάδα, αλλ' εκεί, ιδούσα τα μικρά παιδάκια, στολισμένα ως κουκλίτσαις, ενεθυμήθη τους δύο εγγονούς της, η γραία, τους δύο φαγάδες και χονδρομπαλάδες, και ήρχισε να κλαίη απαραμύθητος.

Συγχισμένος και με απόφαση όμως, ήτρεξε στο σπίτι του που τον περίμεναν οι φίλοι του. Το γαμπρό τον είχε χαμένο κάμποσες ημέρες τώρα και ήταν πολύ θυμωμένος. Ωστόσο έξω από το σπίτι του γέρω Μαρούπα ήτανε πανηγύρι. Καμμιά εικοσαριά χωριανοί, άντρες και γυναίκες, εωρτάζανε τα περίφημα χοιροσφάγια, οπού τα περιμένουνε με πολλή ανυπομονησία οι φαγάδες.