United States or Republic of the Congo ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και τους είπεν ύστερα ότι στην Αθήνα θάρθουν ακρίβειαις μεγάλαις, θάρθουν δυστυχίαις, θαρθή πείνα και κακή ασθένεια, θάρθουνέλεγεν ο Χρονογράφοςθάρθουν από την Πόλι και από την Λόντρα οι «ομογενείς» στην Αθήνα, και θα μας φέρουν ακρίβεια και την κακή ασθένεια και θα μας φέρουν πείνα και θ' ακριβήνουν όλα τα πράγματα, θ' ακριβήνουν τ' αυγά, θ' ακριβήνουν η κότταις.

Άλλοι θαρθούν να πιούνε κι' άλλοι να τραγουδηθούνε στον ήσκιο του. Τσουγκρίσανε τα ποτήρια: «Θεός σχωρέσ' τονε!» — Έννοια σου και τίποτε δε θα μείνη σε τούτον τον κόσμο! είπε σιγά και θλιβερά ο Γιαννιός ο Τελεπετέρης. Έχουνε και τα δέντρα τη μοίρα τους. Άλλα το τσεκούρι, κι' άλλα ταστροπελέκι, κι' άλλα το σκουλήκι στη ρίζα. Αυτό είνε το χειρότερο. Ο κρυφός καϋμός...

Ποιος ξέρει, απήντησεν ο Μπάρμπα-Σταυρής. Ο γέρος ο γελαστός που ξηγούσεν εκεί τον Χρονογράφον, δεν είπε τίποτε. Μα εγώ θαρρώ πώς θενάνε, παιδί μου, τίποτε άνθρωποι, θηρία αρπακτικά δεν πιστεύω να είνε οι ομογενείς. Θενάνε τίποτε φαγάδες, τίποτε μπερεκετλήοες και θαρθούν εις την Αθήνα και θα μας ακριβήνουν τα πράγματα.

Τα χωριά αρματωμένα θαρθούν μέσα στα Γιάννινα να φοβερίξουν. — Από την Πόλη θα λ' αρχινήση ο χαλασμός, αν θα λ' αρχινήση. Τέτοιες κουβέντες ελέγονταν, ως που σίμωσε το γιώμα. Κι' όλοι μας δεν καρτερούσαμε πλια τώρα παρά χαλασμό. Επεινάσαμεν κι' αλειτούργητοι οι μαύροι εστρώσαμαν το γιώμα να φάμε. Άλλους καιρούς επασχάζαμαν κι' εμείς νύχτα, σαν εγυρνούσαμαν από την εκκλησιά το πρωί.

Μονάχα τους θάρθουν τα γράμματα κ' οι Χημείες. Ας μάθη πρώτα το έθνος από δουλειά. Ας είναι για την ώρα φιλολογία του τα κλέφτικα τα τραγούδια, και Χημεία τουτη Χημεία του ας ανεβαίνη στο βουνό κι ας τη μαθαίνη. Κ' η λογιότη σου, που ξέρεις και μιλάς τόσο όμορφα, βάλε τσαρούχια και γύριζε από χωριό σε χωριό, και δίδασκε την αληθινή τη Χημεία που ανάβει στήθια, και ξυπνάει τους λαούς.

Δάδες στη σκηνή δεν μπάζει, ούτε «αχ και βαχ» φωνάζει, μα στους στίχους της μονάχα και στην τέχνη τη δική της έχει την πεποίθησί της. Μα κι' ο Έρμιππος, κ' εκείνος κωμωδία είχε βγάλη στον Υπέρβολον απάνω. Μα κι' αν πάλιόσα γράφω ευχαρίστησι θα βρήτε, φρόνιμοι στους άλλους χρόνους, όπου θάρθουν, θα φανήτε.

Η Celia είναι μικρότερη και πρέπει να χρωματίση το πρόσωπό της φαιό για να φαίνεται ηλιοκαμμένη. Τα παιδιά που παίζουν τις νεράιδες στο δάσος της Windsor θα ντυθούν άσπρα και πράσιναένα κομπλιμέντο αυτό στη Βασίλισσα Ελισάβετ, που της είναι τούτα τα αρεστά της χρώματακαι στ' άσπρα με πράσινες γιρλάνδες και χρυσωμένες μάσκες οι άγγελοι θάρθουν στην Katherine στο Kimbolton.

Εννοήσας δε την ταραχήν του κυρ-Δημάκη, προσέθηκε πραΰνων αυτόν. — Θαρθούν αύριον βάρκες! θαρθούν! Και παραλαβών αυτόν εισήγαγεν εις τον ναόν, μικρόν, φωτισμένον, στολισμένον, πανηγυρίζοντα. Ησπάσθη ο κυρ-Δημάκης την «Γέννησιν» ανακειμένην εν μέσω κλαδίσκων φασκομηλέας επί χρυσοϋφάντου ποδιάς, επί γλυπτού παλαιού εικονοστασίου· και κατέλαβε στασίδιόν τι.

Θάρθουν ως τόσο ταδέρφια σου ως τη χώρα μαζί σας. Το ξέρω πως θα βρη μιαν ώρα να σε καθοδηγέψη ο Κωσταντής. Μα είνε κάτι πράματα, κόρη μου, που ο γνωστικώτερος αδερφός του κόσμου να τα πη δε φτάνει ο νους του, κι ως τόσο η μάννα τα συλλογιέται και τα βλέπει σαν ταστέρια που φέγγουνε στα μεσούρανα, γιατί τέλος δεν έχει η αγάπη της. Κάθισε, κόρη μου, κι άκου.

Τώρα ήτον κοντά μία η ώρα ! Τις παρεκάλεσε η Βεργινία να παν πια να ησυχάσουν. Έμ όπου και νάναι θαρθούν, είπε η μητέρα των κοριτσιών. Δεν μπορούν και να ξημερωθούν πια έξω απ' το σπίτι! Τo καντήλι έρριχνε ένα μεγάλον κίτρινο λεκέ, στρογγυλό σαν της αράχνας τον ιστό, στο σκοτεινό ταβάνι.