Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 16 Μαΐου 2025


Γι’ αυτό πήγε στην Καλίνα, την τοκογλύφο, σταματώντας να πει μια καλημέρα στην γιαγιά του αγοριού που του φύλαγε το κτήμα. Ψηλή και λιπόσαρκη, με πρόσωπο αρχαίας αιγύπτιας πλαισιωμένο από μια μαύρη μαντίλα που οι άκρες της ήταν δεμένες πάνω στο κεφάλι, η γριά έγνεθε καθισμένη στο σκαλάκι του χαμόσπιτού της από μαυρισμένες πέτρες.

Κάποια φιγούρα ψαρά διαγραφόταν ακίνητη σαν να ήταν διπλή ζωγραφιά: μια επάνω στο πράσινο της όχθης και μια άλλη επάνω στο πράσινο του νερού που λίμναζε ανάμεσα στις άσπρες κροκάλες. Αν και ήταν νωρίς όταν έφτασε στο χωριό, ο Έφις είδε την τοκογλύφο να γνέθει στην αυλή της, ανάμεσα στα παχιά γουρουνάκια και στα ερωτευμένα περιστέρια και τη χαιρέτησε κάνοντας της νόημα ότι θα περνούσε αργότερα.

Μόνο ο Τζατσίντο δεν χόρευε. Καθισμένος πλάι στην τοκογλύφο κουνούσε τα χέρια ανάμεσα στα γόνατά του, χλωμός και κουρασμένος. Ο Έφις στ μεταξύ άκουγε τις γυναίκες να φλυαρούν για το ποιος ξόδεψε εκείνη την ημέρα περισσότερα χρήματα και διασκέδασε περισσότερο και κάποια είπε: «Ο ντον Πρέντου». «Όχι, ο ντον Τζατσίντο. Ξόδεψε περισσότερες από τριακόσιες λιρέτες. Είναι πλούσιος.

Το ίδιο και η Νοέμι, η νεώτερη αδελφή και θεματοφύλακας της παράδοσης και της τιμής και αξιοπρέπειας της ξεπεσμένης της οικογένειας, μιλάει πολλές φορές αλαζονικά και ειρωνικά προς τον υπηρέτη, ο οποίος, αν και είναι ευγενικός και προσηνής προς τις κυράδες του και δουλικός προς τον ξάδελφό τους, χρησιμοποιεί ωστόσο σκληρή πολλές φορές γλώσσα προς την τοκογλύφο, που βρίσκεται στην ίδια κοινωνική βαθμίδα με αυτόν.

ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Δεν έχω κανέναν άλλο να μεταχειρισθώ γι' αυτή τη δουλειά παρά μόνο το γέρο τοκογλύφο, τον καραγκιόζη. Αυτό δε θα μου κοστίση παρά λίγα γλυκά λογάκια και είμαι πρόθυμη να τα ξοδέψω για χάρι σας. Απόψε είναι πολύ αργά· αύριο όμως πρωί πρωί θα τον στείλω να ζητήση τον Κλεάνθη και θα είνε κατενθουσιασμένος να . . . ΜΠΕΛΙΝΑ ΤΟΥΑΝέττα! Καληνύχτα. Έχετε πεποίθησι σε μένα. ΚΛΕΑΝΘΗΣ Τι ζητώ;

Πήγε κατ’ ευθείαν στην τοκογλύφο και γέλασε όταν κατάλαβε πως εκείνη δε τον αναγνώρισε αμέσως και τον υποδέχτηκε καλοσυνάτα νομίζοντας πως είναι ξένος, ένας υπηρέτης που τον έστειλε κάποιος κτηματίας για να ζητήσει λεφτά. «Καλίνα, γριά καρακάξα, δε με αναγνωρίζεις; Κι εσύ όμως αδυνάτισες

Κι ενώ κοίταζε μ' αγάπη τη σταφίδα του που σούρωνε στ' αλώνι κι έπαιρνε στον ήλιο ένα γλυκό μπλε χρώμα, έκανε τόσους καλούς λογισμούς, χαμογελώντας. Με τη σταφίδα αυτή θα πλήρονε τον τόκο στης χώρας τον τοκογλύφο, θ' αγόραζε στο στάρι του για το ψωμί του τον χειμώνα, θάντυνε, θα πόδαινε τα παιδιά του, και κάτι τι ακόμα π' όσο το στοχάζουνταν τόσο και χαμογελούσε γλυκύτερα.

Δεν πειράζει.» «Φυλακή; Όχι, αυτό δε θα το επιτρέψω, όχι.» «Εσύ, λοιπόν, Έφις, έχεις λεφτά;» «Εάν είχα δεν θα ήμουν τώρα εδώ έτσι τσακισμένος! Θα είχα κιόλας εξοφλήσει τις συναλλαγματικές….». «Τι κάνουμε τότε, Έφις; Τι κάνουμε;» «Άκου λοιπόν. Θα πας πάλι στην τοκογλύφο και θα της ζητήσεις να σου δανείσει εκατό λιρέτες για να πας στο Νούορο. Εκεί θα ψάξεις δουλειά.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν