United States or Iceland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Είχα χαλάσει το ένα σβάντζικο απ' τα δυο που με είχε δανείσει, έκαμα όλα τα έξοδα του ταξειδιού, έφαγα και ήπια καλά, έφερα και δυο μεγάλα κομμάτια τυρί στο σπίτι, καθώς και μισό καρβέλι από μαύρο ψωμί χωριάτικο, έδωσα τα δύο σβάντζικα τα δανεικά, και μου περίσσευσαν και δύο ακόμα σβάντζικα. — Να, πάρ' το, κυρά Λευθέραινα, το ταψί σου, μου λέει η Παναγήνα, αφού επήρε τα δυο σβάντζικα.

Και πες του τα λαμπρά άρματα, σα βγεις, να σου δανείσει, μήπως θαρρώντας οι οχτροί πως είσαι τάχα εκείνος σταθούν, κι' έτσι ανασάνουνε οι αντριωμένοι Αργίτες 800 πούλιωσαν πιά· τι λιγοστή απ' τη σφαγή είναι ανάσα. Έφκολα ακούραστος λαός πολεμοκουρασμένους θα διώξει κατά το καστρί αλάργα απ' τις καλύβες

Αυτή τότε του εδιηγήθη την κακοτροπίαν του Χόντζα, και την άρνησιν που έκανεν εις τα όσα τον είχε δανείσει ο άνδρας της, και τον επερικαλούσεν, ότι με την εξουσίαν του να τον κάμη να τα πληρώση. Ετούτο είνε πολλά δίκαιον, απεκρίθη ο Κατής· εγώ θέλω τον κάμει να πληρώση χωρίς άλλο, και θέλω εύρει τον τρόπον να του τα βγάλω από τα σπλάγχνα.

Αφέντη Χόντζα, απεκρίθη η Αροούγια σηκώνοντας το επανωμπούλωμα από τα μάτιά της, εγώ είμαι γυναίκα του πραγματευτού Βανάη· ο οποίος με έστειλε να σε περικαλέσω να του κάμης την χάριν να του επιστρέψης τα χίλια φλωριά, που σε είχε δανείσει, επειδή και ευρισκόμασθε εις μεγάλην χρείαν.

ΔΟΡΑΝΤ Θέλω να καθαρίσω το χρέος μου κ' ήλθα εδώ για να λογαριαστούμε. ΔΟΡΑΝΤ Μου αρέσει να πληρώνω τα χρέη μου όσο το δυνατόν γρηγορώτερα. ΔΟΡΑΝΤ Ας δούμε μια στιγμή τι σας οφείλω. Βλέπεις τι γελοίες που ήταν οι υποψίες σου; ΔΟΡΑΝΤ Θυμάστε καλά όλα τα ποσά που μούχετε δανείσει; ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Νομίζω πως τα θυμούμαι. Τάχω σημειώσει. Λοιπόν: σας έδωκα την πρώτη φορά διακόσια λουδοβίκια. ΔΟΡΑΝΤ Μάλιστα.

Τον καιρόν δε που ήτον άρρωστος, ενθυμήθη κατά τύχην, που είχε δανείσει ένα Χόντζα χίλια φλωριά, και ούτω κράζει την γυναίκα του και της λέγει· ω ακριβή μου Αροούγια, δεν κάνει χρεία με όλον τούτο να απελπισθούμεν· ενθυμούμαι που εδάνεισα χίλια φλωριά του Χόντζα Ισμαήλ· ύπαγε προς αυτόν, και ειπέ του πως τον περικαλώ να μας τα επιστρέψη, επειδή έχομεν χρείαν μεγάλην.

Από το σημάδι το οποίον ηύρα εντός της Μ α τ θ ί λ δ η ς συμπεραίνω, ότι η κυρία αδελφή σας, εις την οποίαν είχα δανείσει το βιβλίον, δεν το ετελείωσεν ακόμη. Δι' αυτό σας το επιστρέφω, και σας παρακαλώ να το βάλετε πάλιν όπου το ηύρατε. Κρατώ δε τας ευχάς σας και σας ευχαριστώ δι' αυτάς από καρδίας. Μαρία.

Δεν πειράζει.» «Φυλακή; Όχι, αυτό δε θα το επιτρέψω, όχι.» «Εσύ, λοιπόν, Έφις, έχεις λεφτά;» «Εάν είχα δεν θα ήμουν τώρα εδώ έτσι τσακισμένος! Θα είχα κιόλας εξοφλήσει τις συναλλαγματικές….». «Τι κάνουμε τότε, Έφις; Τι κάνουμε;» «Άκου λοιπόν. Θα πας πάλι στην τοκογλύφο και θα της ζητήσεις να σου δανείσει εκατό λιρέτες για να πας στο Νούορο. Εκεί θα ψάξεις δουλειά.