Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 17 Μαΐου 2025
Το πρώτο του κορίτσι, η ξανθομαλλούσα η Βασιλική, δυο χρόνια τόρα αρραβωνιασμένη θάνοιγε το σπίτι της κι αυτή, θάβγαινε το κορίτσι από τη συλλογή του, θάβγαινε κι αυτός απ' αυτή την παντρειά. Πέρυσι η σταφίδα τίποτε, λιγοστή, πρόπερσι τα ίδια. Τόρα έδοσε ο θεός κι όλα καλά πήγαιναν. Και τα τραγούδια έρχουνταν γλυκύτερα, από μακριά, κ' η εξοχή χαμογελούσε όμορφη κι ευτυχισμένη.
Ξαφνικό χαλάζι πυκνό και κατάχοντρο παράδερνε τα χτήματα, τσάκιζε τις ελιές και τα δέντρα, παράσυρνε τη σταφίδα απ' τ' αλώνια στα χαντάκια, κάτω στο ποτάμι, πέρα στη θολή και μανιωμένη θάλασσα. Αντάρα πυκνή, θολό χάος σκέπαζε και γις και ουρανό. Η δυστυχία άπλωσε το βαρύ χέρι της και τσάκισε, και συνέτριψε και κόπους κι αγώνας, και όνειρα κι ελπίδες.
Μου είπε να με βάλη στο Καπνοκοπτήριο, μα ο καπνός μου μυρίζει και δεν βαστάω διόλου. Εγώ του είπα ότι προτιμώ να με στείλη επόπτην εκεί που θα φορτώνουν την σταφίδα 'ς την Πάτρα, να στέκωμαι και να βλέπω. Αυτήν την υπηρεσίαν, κυρ Νίκο, του είπα, σου υπόσχομαι να την κάμω καλλίτερα από κάθε άλλον.
Άρτι δε και οι διευθυνταί και οι κύριοι των καταστημάτων, πρωί-πρωί ελθόντες από τας οικίας των, έστεκον ακόμη εις τα προαύλια, εν μέσω ανοιγμένων κασσών και στιβάδων χαρτίου και αχύρου, θεωρούντες άνω τον ουρανόν ως οι σταφιδοκτήμονες, όπου έχουν απλωμένην την σταφίδα των. Ο καιρός ήτο τωόντι βροχερός. Αν και προέβη η ημέρα, ούτε μία ακτίς ηλίου δεν είχε λάμψει ακόμη.
Κι ενώ κοίταζε μ' αγάπη τη σταφίδα του που σούρωνε στ' αλώνι κι έπαιρνε στον ήλιο ένα γλυκό μπλε χρώμα, έκανε τόσους καλούς λογισμούς, χαμογελώντας. Με τη σταφίδα αυτή θα πλήρονε τον τόκο στης χώρας τον τοκογλύφο, θ' αγόραζε στο στάρι του για το ψωμί του τον χειμώνα, θάντυνε, θα πόδαινε τα παιδιά του, και κάτι τι ακόμα π' όσο το στοχάζουνταν τόσο και χαμογελούσε γλυκύτερα.
Έβλεπεν οπώρας και λαχανικά, εφ' ων είχον συσσωρευθή όλα τα κάρφη και άχυρα. Φοίνικας και σύκα, συλλεγέντα, θαρρείς από του πηλού, και κορινθιακήν σταφίδα περιμαζευθείσαν από του βορβόρου, ως τα σκουπίδια των σαρωτών. Οι άνθρωποι έσπευδον, ως διωκόμενοι, με βλεφαρίδας πιναράς, με πώγωνας ωχρούς, χωρίς πίλους. Άνιπτοι και ακτένιστοι άνθρωποι, της εφαίνοντο.
Ας έπεφτε ο γέρως, να διαλυθή η βουλή, και θάβλεπες τον Σπύρο 'ς την Πάτρα, 'ς την σταφίδα να γυρίση πίσω με χρυσά ωρολόγια. Γυνή ήτο, αδελφή του ήτο, ευσπλαγχνική φύσις ήτο. Η Αρφανούλα εκάμφθη.
Ήτο ανάγκη να εξέλθη εις την εργασίαν, εις τον αγρόν και εις την σταφίδα και τα γαλιά ακόμη να συντροφεύση. Ήτο εποχή κατά την οποίαν η εργασία είνε εις την ακμήν της· θέρος, τρύγος — πόλεμος!. . . Να εναντιωθή πάλιν εις τον άνδρα της, να φέρη τας αυτάς δυσκολίας τας οποίας έφερεν άλλοτε εθεώρει όλως απρεπές. Ανεγνώριζε το δίκαιόν του.
Οσάκις δε εγίνετο λόγος περί εργασιών ή θέσεων έλεγε προς τον Μπάρμπα-Σταυρήν, όστις συχνά τον επεσκέπτετο. — Ωχ, αδερφέ, βαρέθηκα να κάθωμαι από το πρωί ως το βράδυ εδώ στον μπάγκο. Επόπτης εις την σταφίδα. Εκείνη η εργασία μου αρέσει. Γλυκεία, σταφιδένια θεσούλα. Μα που θα μου πάη. Δεν θα τον ρίξουν τον γέρω καμμιά φορά... Ας παρεπονείτο ο Σπύρος. Έτσι το έκαμνε.
Και ο επόπτης της σταφίδος θαρρεί ο Σπύρος ότι κάθεται; δεν πιστεύω να κάθεται και αυτός. Κάτι θα κάμνη, κάτι θα σημειώνη· και σταφίδα να πάρη κανένα τσουβάλι, θα κουνηθή, θα δουλέψη. Εγνώριζα ότι ο αδελφός σου δεν είνε για τίποτε, ούτε για την σταφίδα, αλλά έλεγα ότι σε ένα δύο χρόνια θα προφθάση να κερδίση κάτι τι στη Βάθεια να πιάση μαγιά.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν