United States or Armenia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Βαρέθηκα αυτές τις αρρώστιες κάθε λίγο, δίχως κανένα λόγο. ΔΩΡΑΦταίω εγώ μπαμπά, αν είμαι άρρωστη; Αισθάνομαι τόσο άσχημα. Και με μαλλώνετε. ΦΛΕΡΗΣΕίπα πως εννοώ να παύσουν αυτά τα κλάματα. Με συγκινούνε όσο και οι βρύσες που τρέχουν στο δρόμο. ΜΙΣΤΡΑΣΤάσσο μα την αλήθεια του Θεού, είσαι πολύ κακός σήμερα. Παραιτούμαι από γιατρός σου. ΔΩΡΑΜα τι φταίω εγώ, μπαμπά; Μήπως το θέλω;

Και ποιος το είπε: Αμέ και τι θαρρείς πως ονειρεύουμαι τόσα χρόνια άλλο, παρά νάχω κ' ένα δικό μου σπιτικό στη Βαβυλώνα, της αδερφής μου το σπιτικό, και να κάμνω κονάκι, που χρόνος δε διαβαίνει δίχως να πλανιέμαι στα μακρινά εκείνα τα μέρη. Να σου πω, μάννα, τα βαρέθηκα πια τα χάνια της ξενιτειάς. Θέλω, σαν πηγαίνω, να βρίσκω δικό μου σπίτι.

Ουφ! βαρέθηκα, τι αηδία, καλέ... Θ' αφήσω το γράμμα μου για τ' απόγευμα, που κλείνει και το ταχυδρομείο. Θεέ μου! Πώς ν' αρχίσω, πώς να σου τα πω. Φρίκη, φρίκη, φρίκη! Είδες πάφησα το γράμμα μου; Ε, μπήκα μια στιγμή στη σάλα γιατί σούγραφα απ' την τραπεζαρία. Άξαφνα ακούω ένα μπαμ! μπουμ! κάτω στο καφενείο.

Τώρα μας παίρν' η Ελπίδα χωπ! στο σπίτι του Μορφόπουλου. Να τι θα ειπή να ζη κανείς πολλά χρόνια! Α, μα το ψωμάκι· τη βαρέθηκα τέτοια ζωή... — Μα τώρα δεν έχει πια να μας κουνήση κανείς από 'κεί. — Κανείς! δεν έχει να μας κουνήση κανείς! τι λες άραχλη ; — Εκειό που σου λέω· τώρα θα ησυχάσουμε για καλά. — Για καλά; Βέβαια, σα νάχης δίκιο. Από 'κεί θα φύγουμε με ξένα πόδια. — Τι; καβάλλα;

Οσάκις δε εγίνετο λόγος περί εργασιών ή θέσεων έλεγε προς τον Μπάρμπα-Σταυρήν, όστις συχνά τον επεσκέπτετο. — Ωχ, αδερφέ, βαρέθηκα να κάθωμαι από το πρωί ως το βράδυ εδώ στον μπάγκο. Επόπτης εις την σταφίδα. Εκείνη η εργασία μου αρέσει. Γλυκεία, σταφιδένια θεσούλα. Μα που θα μου πάη. Δεν θα τον ρίξουν τον γέρω καμμιά φορά... Ας παρεπονείτο ο Σπύρος. Έτσι το έκαμνε.

Κ' εγώ θα ξεχάσω όλη τη χαμένη ζωή που μεσολάβησε. ΜΙΣΤΡΑΣMeglio tardi que mai πάει να πη. Το σχέδιό σου είναι ώμορφο. Ωστόσο εγώ πάω να ιδώ την κόρη σου κ' έφτασα. Με ζητούνε και στο Ένδεκα! Ήρθατε απ' τους πρώτους βλέπω για την απαγγελία. ΦΛΕΡΗΣΔηλαδή είχα ανεβεί για μια άλλη δουλειά και βαρέθηκα να κατεβώ. Πότε αρχίζει η απαγγελία; Μήπως ξέρεις; ΑΝΘΥΠΟΛ. — Μα είνε ώρα υποθέτω.

Σε βαρέθηκα να σε βλέπω...» Στον καφενέ! Τι να κάνω στον καφενέ; «Στα καρφιά κάθεται ο Αποστόλης, μου λέγανε στον καφενέ. Άιντε πήγαινε, Αποστόλη, να μη σε δείρη η γυναίκα σου!...» Καλότυχοι, τόσο ήξεραν, τόσο έλεγαν... Πάνε κείνα τα χρόνια. Μου την πήρε ο Θεός, δόξα νάχη τόνομά του. Από τότε δεν είμαι στον κόσμο τούτο· είμαι από τον άλλον κόσμο. Ζωντανός και πεθαμμένος.

Θα στείλω να φωνάξω το γιατρό. Οι παραπάνω, ΜΠΑΡΜΠ-ΑΡΓΥΡΗΣ Δεν είναι πια ζωή αυτή. Βαρέθηκα με τα σωστά μου .. . ΛΕΛΑΝα ο Μπάρμπ-Αργύρης. Θα τον παρακαλέσω να πάη για το γιατρό.... Μ-ΑΡΓΥΡΗΣ. Καλησπέρα σας. Καλησπέρα κυρία μου. Μήπως είδατε την κυρία Δώρα αποδώ; ΛΕΛΑΌχι Μ-Αργύρη δε φάνηκε. Ίσως είναι στη κάμαρά της. Μ-ΑΡΓΥΡΗΣ — Ο πατέρας της ανησυχεί που δεν κατέβηκε ακόμα κάτω.