United States or Guyana ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όταν έφτασα στην πόρτα κ' έστριψα το κεφάλι, είδα τη γυναίκα μου να φέρνη το Σβάντε στο κρεββάτι του Σβεν. Κάθησε στο ένα πλευρό κ' έβαλε το Σβάντε να καθήση στα άλλο. Έπειτα έσκυψε στο Σβεν. Όλην την ώρα όμως κρατούσε το χέρι του Σβάντε κ' είδα πως χάδευε και τα δυο παιδιά, χωρίς διάκριση. Όταν τέλος βγήκε όξω ο Σβάντε, πήγα μέσα και κάθησα στη θέση του, αντίκρυ στη γυναίκα μου.

Καλντερίμια βρίσκω και στην Τήνο. Δε λέω για τους δρόμους, γιατί σε κάτι χωριά που πήγα, δεν ήταν και τόση κακοτοπιά. Τα καλντερίμια εδώ έγιναν κρεββάτι, και σε τέτοιο κρεββάτι έπεσα να κοιμηθώ στις τέσσερεις ήμισυ το πρωί, που έφτασα στην Τήνο, αφανισμένος από το ταξίδι. Δεν είτανε στρώμα· είταν ανήφορος και κατήφορος όλο πέτρα.

Αφόντας σκλαβωθήκαμαν τι δρόμο πήρε ο αφεντικός μου και η φαμίλλια του δεν ξέρω. «Αφού γλύτωσα, τράβησα δρόμο κατά τη θάλασσα. Ύστερα από πολλές μέρες έφτασα σ' ένα λιμάνι, μπήκα μέσα σ' ένα καράβι φράγκικο και μ' έβγαλε στην Αλεξάντρα. Απέκει τράβησα πάρα μέσα. Έκατσα τέσσαρα- πέντε χρόνια και, δόξα τον Θεό, απόλαψα πολλά ολίγα χρήματα, και κίνησα νάρθω στην Πατρίδα.

Δεν έγινε όμως κ' έτσι δεν έγινε μήτε τανάγνωσμά μου. Όταν έφτασα στην Πόλη, ο Foy που εκεί καθότανε σε κείνα τα χρόνια, μου είπε αμέσως πως η τούρκικη κυβέρνηση θα εμποδίση το Συνέδριο. Στα Θεραπειά πάλε ο πρέσβης της Γερμανίας, κ. von Radowitz, περπατούσε στο ριχτίμ· κ' έλεγε πως του κάκου ήρθαμε και δε θα δούμε Συνέδριο.

Φόρεσε τα παπούτσια του, σκεπάστηκε μ' ένα μποξά από κεφαλής, χωρίς καμηλαύκι, άρπαξε ένα κόκκινο μαντύλι με το πετραχήλι του, κλείδωσε την πόρτα απ' όξω και κατεβήκανε τις σκάλες, μπροστά ο Αλυφαντής και πίσω ο παπάς. Η εκκλησία ήτανε κοντά. Η βροχή είχε πάψει· πού και πού ανάρηες σταλαγματιές πέφτανε από έναν ουρανό, κατάμαυρο, σαν πίσσα. — Σύρε κ' έφτασα. Να πάρω τ' Άγια Μυστήρια.

Τότε είδα κεγώ το Βαγγελιό να κλαίη· αλλ' αν κη λύπη της πρόδιδε αγάπη για το Γιάννη, μέκαμε να τη συμπαθήσω περισσότερο κιακόμη να μου γίνη πειο μισητός ο Γιάννης. Τα χρόνια περνούσαν, το Βαγγελιό δεν παντρευότανε κεγώ εξακολουθούσα να την αγαπώ. Έτσι έγινα οχτώ ετών, έφτασα στα δέκα.

Όταν έφτασα στην Αθήνα, στα 1893, ερχάμενος από τη Θεσσαλία, μόλις κατέβηκα στη Βιχτώρια και παρουσιάστηκε την άλλη μέρα ο Μποέμ, να μου κάμη ιντερβιού. Συνήθεια δεν είναι να δημοσιέβη κανείς τις ιντερβιούδες που γράφουν οι άλλοι για σένα. Μα θέλησα να το βάλω κι αφτό στο βιβλίο μου για κάμποσους λόγους, που θαρρώ κ' έχουνε κάποιο βάρος. Πρώτη φορά τότες από τα 1886, γύριζα στην Αθήνα.

Μ' αφτούς τότε έσμιξα κι' εγώ σαν έφτασα οχ την Πύλο, πέρα από τόπο μακρινό, τι μ' έκραξαν μονάχοι. 270 Και πολεμούσα τότε εγώ στο μέρος τα δικό μου· όμως δε θρέφει τώρα η γης θνητό που θα μπορούσε να βγει μ' εκείνα τα θεριά. Τέτιοι ήρωες εμένα στις συβουλές μου πρόσεχαν, τα λόγια μου αγρικούσαν. Μα λέω ακούστε με κι' εσείς και δε θα μετανιώστε.

Έμεινα λίγον καιρό· όταν έφτασα μου κλέψαν ό,τι είχα οι λωποδύτες στην αγορά του Σαιν-Ζερμαίν· με πήρανε και μένα για κλέφτη και με κλείσανε οχτώ μέρες στη φυλακή· έπειτα έκαμα το διορθωτή σε κάποιο τυπογραφείο, για να κερδίσω τ' απαιτούμενα για την επιστροφή μου με τα πόδια στην Ολλανδία, Γνώρισα όλους τους κανάγηδες· συγγραφείς ραδιούργους, θεόληπτους.

Έτρεξα κεπήρα το πουλί και το περιεργαζόμουν· κιδιαίτερη χαρά μούκαμε ότι τα πόδια της ήσαν κόκκινα. Ο θρίαμβός μου έτσι γινότανε μεγαλείτερός με τη σκέψη ότι το πουλί που' σκότωσα ήτον έχταχτο πουλί. Έφτασα 'στο μιτάτο μας, κρατώντας θριαμβευτικά το θήραμά μου· κιόταν ο γέρο τυροκόμος που βρήκαμε 'κεί άκουσε πως σκότωσα την κολιακούδα στο φτερό κήτον η πρώτη μου τουφεκιά, έδειξε μεγάλο θαυμασμό.