United States or French Guiana ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Νίκος όμως δεν ήτον τυφλός κι ούτε κουφός να μην ακούη τα τι λέγανε στη γειτονιά και προ πάντων τα κορίτσια καθώς περνούσε: «Κρίμας το νέο να πάρη εκείνη τη χτικιάραΜια μέρα βγήκε η Βεργινία απ' την πόρτα του σπιτιού της ναδειάση το κασσόνι με τα σκουπίδια πίσω από τη γωνιά της μάντρας, κατά το βουνό, που ήτανε σωροί-σωροί λιθάρια και σπασμένα μπουκάλια και πιάτα και παλιόχαρτα και πάτοι από ντενεκέδες και στριφογυρισμένα τσέρκια από βαρέλια και λαμποκοπούσαν όλα στον ήλιο σα θησαυροί ατίμητοι.

Ο κόσμος ας κινείται και τούτο το Βασίλειον, ας στρέφετ' αιωνίως η γη περί τον ήλιον, κι' εκείνος περί ταύτην ας κινηθή αν θέλη... δι' όλας τας κινήσεις πεντάρα μη σε μέλη. Ατάραχος θεώρει του κεραυνού το βέλος, του κόσμου τα βιβλία εις τα σκουπίδια όλα, κι' ενόσω την αρχήν του δεν βλέπεις και το τέλος υπόμενε, ανέχου, ανθρώπους γεννοβόλα.

Μαζί του εγώ πια σε βουλή δε συντροφιάζω ή μάχη· τι μ' έβλαψε με γέλασε, και πια με λόγια πάλι 375 δε με τσακώνεισώνει τουμον ήσυχος ας βγάζει τα μάτια του, γιατί το νου τού πήρε ο γιος του Κρόνου. Τα δώρα του εγώ τα κλωτσάω και σα σκουπίδια τάχω.

Ως νοικοκύρης βλάσφημα υποτραυλίζει έπη, οπόταν σφουγγαρίσματα 'στό σπητικό του βλέπη, μπουγάδες και σκουπίδια... μήτε ποτέ 'στήν αγορά πηγαίνει να ψουνίση κι' ούτε κανείς 'στό σπήτι του τον είδε να γυρίση με δύο κουνουπίδια.

Στις επαρχίες τις πάνε στην ταβέρνα· στο Παρίσι τις σέβονται, σαν είναι ωραίες, και τις πετούνε στα σκουπίδια, σαν πεθαίνουνε. — Τις βασίλισσες στα σκουπίδια! είπε ο Αγαθούλης. — Μάλιστα, είπε ο Μαρτίνος. Ο κύριος αββάς έχει δίκιο. Ήμουνα στο Παρίσι, όταν η δεσποινίς Μονίμη πέρασε απ' αυτή τη ζωή στην άλλη.

Και το λυπούμαι πολύ, γιατί τόσο έρωτα πάλε νάχη μέσα του κανείς για τη δημοτική και τόσο να πολεμά εκείνους που τη γράφουνε, μου έρχεται σαν κάπως δυσκολοπίστεφτο. Ως τώρα κατάλαβα πως σαν είναι δυο που αγαπούνε κατάκαρδα την ίδια ιδέα, στο τέλος αγαπιούνται κι αφτοί, τουλάχιστο δε μαλλώνουν. Εμάς, ο κ Σωτηριάδης μας κάνει πια σκουπίδια. Πολύ πιο έφκολα μπορεί τότε και χτυπά τους δημοτικούς.

Ήταν ο τελευταίος σταθμός του ταξιδιού του στον κόσμο, ο τελευταίος ανήφορος του Γολγοθά του, εκείνο το ανηφορικό σοκάκι, βρώμικο, όλο λίγδα, με ένα γατάκι ψόφιο μέσα στα σκουπίδια και τον ουρανό πορφυρό πάνω από τους ψηλούς τοίχους σκεπασμένους με αγριάδα. Στα μισά του δρόμου γύρισε να κοιτάξει.