United States or San Marino ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ακούοντας η Ρεσπίνα τούτην την ομιλίαν έμεινεν εκστατική, και εθαύμασεν ακόμη περισσότερον οπόταν ο καπετάνιος την έπιασσεν από το χέρι, λέγοντας, ας υπάμεν, ω κυρά μου, εις το καράβι και θέλω σε βάλει εις τον καλλίτερον τόπον του καραβιού που να είνε, διότι πρέπει να μισεύσωμεν ογλήγορα· και οπόταν φθάσαμεν εις τον τόπον μου, δεν έχω σκοπόν να σε ξαναπουλήσω, αλλά θα σε κρατήσω μαζί μου έως που ζω και θέλω έχει εις εσένα κάθε φροντίδα και αγάπην, που να είνε το δυνατόν· και αν δεν αγαπούσες αυτόν νέον, που σε επούλησεν εις εμένα, ελπίζω ότι να μη κάμης το όμοιον εις εμένα.

Γιατί δεν ελυπήθηκες κι' μένα, γιατί δεν μ' αγαπούσες τόσο. Γιατί η μητέρα να σκοτώση τη γυναίκα μέσα στα βάθη της ωραίας σου ψυχής; Μ α ρ ί α. Γιατί ήμουν νέα και εγώ, με όνειρα και με περήφανη ψυχή. Γιατί ήταν η αγάπη μου ωραία τόσο, που μόνο εις τα υψηλά ιδανικά, και μόνο στην αλήθεια μέσα εύρισκε τροφή.

Αλλ' αν θέλης την αλήθεια, Ιόεσσα, εσύ τον έκαμες έτσι, που τον αγαπούσες υπερβολικά και του το φανέρωνες. Δεν έπρεπε να του δείχνης τόση αγάπη, διότι οι άνδρες όταν το καταλάβουν το παίρνουν απάνω τους. Παύσε να κλαις και αν θέλης να μ' ακούσης, κλείσε του μια ή δυο φορές την πόρτα όταν έλθη• και θα δης ότι η αγάπη του θ' ανάψη πάλιν και θα σ' αγαπήση όπως τον αγαπάς.

Κ' εκείνης ο πολύγνωμος απάντησε Οδυσσέας• «Δύσκολα σε, θεά, θνητός γνωρίζει αν σ' απαντήση, όσον και αν έχη νόημα• τι κάθε σχήμα παίρνεις• τούτο γνωρίζω εγώ καλά, 'που μ' αγαπούσες πρώτα, όσ' οι Αχαιοί τον πόλεμο κρατούσαμε εις την Τροία. 315 αλλ' αφού κάτω ερρίξαμε τους πύργους του Πριάμου, κ' εφύγαμε, κ' εσκόρπισε τους Αχαιούς η μοίρα, πλέον, ω κόρη του Διός, δεν σ' είδα, ή να πατήσης σ' ενόησατο πλοίο μου, για να με προφυλάξης, αλλ' άπαυτα επαράδερνα με την καρδιά καμμένη, 320 ως ότου από την συμφοράν οι αθάνατοι μ' ελύσαν• πλην των Φαιάκωντην λαμπρήν πατρίδ' ότε η φωνή σου μ' εμψύχωσε, και συ, θεά, μ' ωδήγησεςτην πόλι• και τώρα σε παρακαλώ, 'ς τ' όνομα του πατρός σουτι δεν πιστεύω να 'φθασατην ηλιακήν Ιθάκη, 325 αλλά πλανώμαι εις άλλην γη• θαρρώ 'που μ' αναπαίζεις, και όσα μου λέγεις πλάθονται τον νου μου να πλανέσηςειπέ μου αν είμαι αληθινάτην ποθητήν πατρίδα».

ΧΟΡΟΣ Μα οι στεναγμοί νεκρό δεν ανασταίνουν. ΧΟΡΟΣ Είναι πολύ σκληρόν να μην ξαναντικρύσης μίας γυναίκας πρόσωπον που τόσον αγαπούσες. ΑΔΜΗΤΟΣ Μου εθύμισες τον πόνο που ξεσχίζει την καρδιά μου. Δεν είναι άλλη συμφορά στον κόσμο πιο μεγάλη παρά να χάση την πιστή γυναίκα του. Στο σπίτι γυναίκα μου καλλίτερα να μην την είχα φέρει. Ζηλεύω τους ανθρώπους που δεν έχουνε γυναίκα ούτε παιδιά.

Αν είχες συ τα χρόνια μου, εάν την Ιουλιέταν την αγαπούσες, άνδρας της αν ήσουν προ μιας ώρας, και τον Τυβάλτην 'σκότονες, κ' ερωτευμένος ήσουν καθώς εγώ, κι' ωσάν εμέ και συ εξωρισμένος, τότ' ημπορούσες να λαλής, και τότε τα μαλλιά σου να τα τραβάς, και καταγής να πέφτης καθώς πέφτω, και εις το χώμα να μετράς τον άσκαφτόν σου τάφον!

ΑΜΛΕΤΟΣ Ω θαυμαστός υιός ικανός να ζαλίση τόσο μίαν μη- τέρα! Αλλά τι σέρνει κατόπι της αυτή η απορία της μη- τρός μου; Λέγε. ΡΟΖΕΝΚΡΑΣ Επιθυμεί να σου ομιλήση εις την κάμαράν της πριν πας να πλαγιάσης. ΑΜΛΕΤΟΣ Θέλ' υπακούσωμε, και αν την είχαμε δέκα φοραίς μη- τέρα. Έχεις τι άλλο να μου ειπής; ΡΟΖΕΝΚΡΑΣ Κύριέ μου, μία φορά μ' αγαπούσες.

Αχ, ήξερα πως με αγαπούσες, το ήξερα από αυτό το πρώτ' αντίκρυσμα του γλυκού σου βλέμματος, από την πρώτη πίεση του χεριού σου· αλλ' όμως όταν πάλι ήμουν μακριά σου, όταν έβλεπα τον Αλβέρτο στο πλευρό σου, έπεφτα πάλι στη θλίψη και στον πυρετό της αμφιβολίας.

ΛΕΑΙΝΑ. Αλήθεια, Κλωνάριον ντρέπομαι να σου τ' ομολογήσω είνε κάτι τι αλλόκοτον. ΚΛΩΝ. Τι λες δι' όνομα της Δήμητρας; Τι θέλει από σένα αυτή η γυναίκα και τι κάνετε όταν είσθε μαζή; Δεν θέλεις να μου πης; Δεν μ' αγαπάς λοιπόν• αν μ' αγαπούσες δεν θα μου τα έκρυβες. ΛΕΑΙ. Σ' αγαπώ περισσότερο από κάθε άλλη• αλλά τι θέλεις να σου πω. Αυτή η γυναίκα έχει πολύ ανδρικάς ορέξεις.

Κ' εσένα σε ξέρω από τα μικρά σου, όταν έβοσκες σ' εκείνο εκεί το λειβάδι το μεγάλο κοπάδι των γελαδιών· κ' ήμουνα κοντά σου σαν έπαιζες το σουραύλι σιμά σ' εκείνες τις ήμερες βαλανιδιές, όταν αγαπούσες την Αμαρυλλίδα, μα δε μ' έβλεπες, αν και στεκόμουνα πολύ κοντά στην κορασιά. Στα ύστερα όμως σου την έδωκα και τώρα έχεις παιδιά, που είναι καλοί γελαδάρηδες και ζευγολάτες.