United States or Andorra ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλ' ο Καραϊσκάκης δραμών αυτοπροσώπως προς τούτο το μέρος, τους μεν Έλληνας εμψύχωσε, τους δε πολιορκουμένους αντέκρουσε και δεν άφησε να εξέλθωσιν. Μετά τούτο διευθύνθη αμέσως μέ τινας στρατιώτας προς το μέρος όπου επυροβόλησαν οι εχθροί, διά να απαντήση και τούτων την ορμήν· αλλ' αυτοί δεν ετόλμησαν να προχωρήσωσι.

Αλλ' έν συμβεβηκός, το οποίον ημπορεί να νομισθή, ως ευτύχημα διά τον Καραϊσκάκην και την Στερεάν Ελλάδα, συνετέλεσεν εις την επιτυχίαν της εκστρατείας και εμψύχωσε τους περί τον Καραϊσκάκην.

Όταν μου διηγήται για την αγαθή του μητέρα· πώς επί της κλίνης του θανάτου παρέδωκεν εις την Καρολίναν το σπίτι της και τα τέκνα της, και του εσύστησε την Καρολίναν• πώς από τον καιρό εκείνο ένα όλως διόλου άλλο πνεύμα εμψύχωσε την Καρολίναν· πώς αυτή ως προς την φροντίδα του νοικοκυριού της και ως προς την σοβαρότητα έγεινεν αληθινή μητέρα· πώς καμμίαν στιγμήν του καιρού της δεν επέρασε χωρίς ενεργόν αγάπην, χωρίς εργασίαν και όμως η φαιδρότης της, η ευθυμία της ποτέ δεν την άφησαν, — Περιπατώ πλησίον του, και μαζεύω άνθη στο δρόμο· τα συμπλέκω με πολλήν προσοχήν εις ανθοδέσμην, — και τα ρίπτω εις το ποτάμι, που τρέχει δίπλα, και τα παρακολουθώ με το βλέμμα πώς ήρεμα κατέρχονται. — Δεν ηξεύρω αν σου έγραψα ότι ο Αλβέρτος θα μένη εδώ και θα λάβη μίαν θέση με καλό μισθό από την Αυλήν, όπου αγαπάται πολύ.

Κ' εκείνης ο πολύγνωμος απάντησε Οδυσσέας• «Δύσκολα σε, θεά, θνητός γνωρίζει αν σ' απαντήση, όσον και αν έχη νόημα• τι κάθε σχήμα παίρνεις• τούτο γνωρίζω εγώ καλά, 'που μ' αγαπούσες πρώτα, όσ' οι Αχαιοί τον πόλεμο κρατούσαμε εις την Τροία. 315 αλλ' αφού κάτω ερρίξαμε τους πύργους του Πριάμου, κ' εφύγαμε, κ' εσκόρπισε τους Αχαιούς η μοίρα, πλέον, ω κόρη του Διός, δεν σ' είδα, ή να πατήσης σ' ενόησατο πλοίο μου, για να με προφυλάξης, αλλ' άπαυτα επαράδερνα με την καρδιά καμμένη, 320 ως ότου από την συμφοράν οι αθάνατοι μ' ελύσαν• πλην των Φαιάκωντην λαμπρήν πατρίδ' ότε η φωνή σου μ' εμψύχωσε, και συ, θεά, μ' ωδήγησεςτην πόλι• και τώρα σε παρακαλώ, 'ς τ' όνομα του πατρός σουτι δεν πιστεύω να 'φθασατην ηλιακήν Ιθάκη, 325 αλλά πλανώμαι εις άλλην γη• θαρρώ 'που μ' αναπαίζεις, και όσα μου λέγεις πλάθονται τον νου μου να πλανέσηςειπέ μου αν είμαι αληθινάτην ποθητήν πατρίδα».

Αλλ' εις τούτο το μεταξύ φονεύεται ο σαλπιγκτής και είς αξιωματικός και πληγώνονται και μερικοί στρατιώται. Τούτο το συμβάν, ενώ εβράδυνε την ορμήν των Ελλήνων, εμψύχωσε τους εχθρούς, ώστε αντέστησαν θαρραλέως και επέμειναν εις το οχύρωμά των, το οποίον ήδη είχον επισκευάσει καλήτερον.