United States or Ukraine ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η ελπίς διεσκέδασε βαθμηδόν τους φόβους και εβαδίζομεν ελαφροί, φαιδρύνοντες δι' ευθύμων συνομιλιών την οδοιπορίαν μας. Δεν επέπρωτο όμως ούτε η φαιδρότης, ούτε η οδοιπορία μας να διαρκέσωσι πολύ. Εβλέπομεν μακρόθεν το χωρίον Ελάταν, όπου επροτιθέμεθα να αναπαυθώμεν εκ του δρόμου και να λάβωμεν πληροφορίας διά την περαιτέρω πορείαν μας.

Και ωσάν της εφίλησα το χέρι, μου λέγει ότι λογής και αν είνε η φαιδρότης της κλίσεώς μου, που διά σε προσφέρω, δεν ημπορώ να κάμω αλλέως, παρά ετούτην την νύκτα θα δώσω τελείωσιν της ευτυχίας σου, διά να σε στεφανωθώ· υπάγω το λοιπόν διά να εύρω τον βασιλέα πατέρα μου διά να τον παρακαλέσω να σου χαρίση την ζωήν, τόσον εσένα, ωσάν και του συντρόφου σου· επειδή και η Μυρόφια η εμπιστευμένη μου σκλάβα, δείχνει και αυτή πολλήν κλίσιν αγάπης προς αυτόν.

Τότε είχε καθαρισθή πλέον και η αγριάδα και αι τρεις γυναίκες κατάκοποι εκάθησαν υπό την καρυδέαν, εις τον δροσερόν ίσκιον της να ξεκουρασθώσι και να φάγωσι το λιτόν γεύμα των, άρτον, τυρόν και μοσχοβολούντα πλατοκούκκια αρτιδρεπή στάζοντα δρόσον ακόμη. Εις το αντικρυνόν χωράφιον εβούιζεν η χαρά και η φαιδρότης των ευθυμούντων.

Η όρεξις των δύο συντρόφων μου ήνοιξε και την ιδικήν μου, ο δε άρτος και αι ελαίαι του Παντελή και η έμφυτος φαιδρότης της απλοϊκής ψυχής του εστερέωσαν το επί στιγμήν κλονισθέν φρόνημά μου. Εντός ολίγου η συνοδία μας ετέθη εκ νέου εις κίνησιν.

Η άλυσις του ωρολογίου του έστιλβεν όπως έστιλβεν η φαιδρότης εις το πρόσωπόν του, ο δε μαύρος αυτού μύσταξ παρείχεν αυτώ έξοχον τολμηρού ναύτου όψιν. — Μας εζάλισαν κι' αυτοί με τον περίπατόν τους, ήρχισαν να λέγουν οι γείτονες, Νά, τα χάλασε τα ρούχα του. Δεν έχει άλλα. Δεν πάει, λέω 'γώ, να δουλέψη ο κρεμανταλάς!

Αλλά πού ύπνος; Το καφενείον εγέμισεν εντός ολίγου Τηνίων ευθυμούντων, και είχομεν όλην την νύκτα μουσικήν, άσματα και ευωχίαν. Μετά πόσης αδημονίας διήλθα την άγρυπνον νύκτα εκείνην ! Τους έβλεπα και τους ήκουα από την σκοτεινήν μου γωνίαν, και η φαιδρότης των μου έφερε δάκρυα, ο δε ήχος των οργάνων μου ενθύμιζεν οιμωγάς και θρήνους.

Βραδύτερον, ότε οι πλείστοι των προσφύγων Χίων συνελθόντες ηρχίσαμεν ν' ανεγείρωμεν τας πρώτας καλύβας αίτινες εσχημάτισαν την Ερμούπολιν, ενώ εξηκολούθει ο πόλεμος έτι και μας εμάστιζεν η πενία, κατέλαβεν όλους ημάς η ανάγκη του γέλωτος και της ευθυμίας, και ενεθρονίσθη η φαιδρότης εν μέσω της κοινότητος εκείνης των δυστυχών.

Πού η πρότερα ζωηρότης; πού η ενέργεια, πού η φαιδρότης, ήτις μας υπεστήριζε και μας εζωογόνει κατά τας πρώτας του διωγμού ημέρας ! Αφ' ης ώρας ήνοιξε την θύραν εις Μεστά με την κόμην λυτην και τα στήθη ανοικτά και το φόρεμα σχισμένον, δεν είδα το μειδίαμα ουδέ ήκουσα την εύθυμον εκείνην φωνήν της.

Ο Βασιλεύς και η Βασίλισσα παριστάνονται εις τον νουν του ως μία μεγάλη πονηρά δύναμις ή τυραννία, οπού ενυπάρχει εις το σύστημα· η Αυλή της Δανιμαρκίας, οπού αυτοί εγκλημάτισαν και τώρα είναι ευτυχείς, είναι εικών του όλου κόσμου· η κίνησις, η ευφροσύνη, η φαιδρότης, οπού λησμονείται ο θάνατος του πατρός του, είναι εικών της ταραχής του κόσμου τούτου, η οποία θάπτει τον λογισμόν και σκεπάζει το έγκλημα άμα έγινε· οι Αυλικοί εικονίζουν και αυτοί το αργόν και αδιάφορον ανθρώπινον πλήθος οπού ως θεατής αναισθήτως θεωρεί την αδικίαν.