Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 3 Μαΐου 2025
Μετά πάσαν κατά της σαρκός νίκην αντί να ψάλλη επινίκια έκλαιεν η Ιωάννα την απολεσθείσαν ευκαιρίαν. « Μ ί α α κ ό μ η τ ο ι α ύ τ η ν ί κ η κ α ι ε χ ά θ η ν» έκραζεν ο Πύρρος, αριθμών τους πεσόντας στρατιώτας του, ταύτα έλεγε και η Ιωάννα, αποσπώσα μετά άγρυπνον νύκτα τρεις λευκανθείσας τρίχας της.
Αλλά ποία λοιπόν εννοούμεν; Την κατάταξιν των ημερών συμφώνως με το διάστημα των μηνών, και των μηνών συμφώνως με έκαστον έτος, εις τρόπον ώστε αι ώραι και αι θυσίαι και αι εορταί να λαμβάνουν την αρμόζουσαν τάξιν εις αυτάς διά της εκτελέσεως αυτών συμφώνως με την φύσιν, και να παρουσιάζουν την πόλιν ζωντανήν και άγρυπνον και τα οποία εις μεν τους θεούς αποδίδουν τας τιμάς, τους δε ανθρώπους ως προς αυτά τους κάμνουν περισσότερον νοήμονας.
Εστάθη αυτού ο πολύπαθος, ο θείος Οδυσσέας κυττώντας, και ως εθαύμασε τα πάντα εις την ψυχήν του, 'ς το δώμα μέσα εβάδισε περνώντας το κατώφλι. 135 τους αρχηγούς ηύρεν αυτού και άρχονταις των Φαιάκων, 'που με ποτήρια σπόνδιζαν 'ς τον άγρυπνον Ερμεία, ότι 'ς εκείνον ύστερον, πριν κοιμηθούν, σπονδίζαν. περνά το δώμα ο θλιβερός, ο θείος Οδυσσέας, κρυμμένος εις την καταχνιά, 'που 'χε τον ζώσ' η Αθήνη, 140 ως 'π' έφθασε 'ς τους βασιλείς Αλκίνοον και Αρήτην. αγκάλιασε τα γόνατα εκείνος της Αρήτης, κ' εχύθη ευθύς οπίσω του της καταχνιάς το νέφος.
Μία τοιαύτη περίστασις απαιτούσα θηρευτικήν και ανιχνευτικήν όσφρησιν είχε παρουσιασθή αρτίως εις το μοναστήριον και διήγειρε σκανδαλωδώς ορθήν και άγρυπνον την προσοχήν της Βεάτης. Νέα τις άγνωστος εις πάσας τας μοναχάς είχεν έλθει εις το μοναστήριον και την είχον κλείσει εις δωμάτιόν τι χωρίς μηδεμία των μοναζουσών να ίδη αυτήν.
Ραψωδία Ο Κ' η Αθήνη 'ς την πλατύχωρη την Λακεδαίμον' ήλθε, να συμβουλεύση τον λαμπρόν υιόν του μεγαθύμου του Οδυσσέα γλήγορα να υπάγη 'ς την πατρίδα. κ' ηύρηκε τον Τηλέμαχο και ομού τον Νεστορίδη, 'που επλάγιαζαν 'ς τον πρόδομο του ενδόξου Μενελάου• 5 του Νέστορα ο λαμπρός υιός τότ' εγλυκοκοιμώνταν, αλλ' όχι και ο Τηλέμαχος• άγρυπνον τον κρατούσε, την θεία νύκτα ολόκληρην, η έννοια του πατρός του. σιμά του εστάθη κ' είπε του η γλαυκομμάτ' Αθήνη•
Αλλά πού ύπνος; Το καφενείον εγέμισεν εντός ολίγου Τηνίων ευθυμούντων, και είχομεν όλην την νύκτα μουσικήν, άσματα και ευωχίαν. Μετά πόσης αδημονίας διήλθα την άγρυπνον νύκτα εκείνην ! Τους έβλεπα και τους ήκουα από την σκοτεινήν μου γωνίαν, και η φαιδρότης των μου έφερε δάκρυα, ο δε ήχος των οργάνων μου ενθύμιζεν οιμωγάς και θρήνους.
Και εσκέπτετο ο Δημήτρης, και εσκέπτετο η Μαριώ, και εστρέφοντο με κλειστούς οφθαλμούς επί της κλίνης των, προσποιούμενος έκαστος ότι εκοιμάτο, ίνα μη αφυπνίση τον άλλον, ον υπέθετε κοιμώμενον. Τέλος εβαρύνθη ο ανήρ να κρατή κλειστά τα όμματά του. Τα ήνοιξε, και είδεν άγρυπνον παρ' αυτώ την γυναίκα του. — Δεν κοιμάσαι και συ Μαριώ; είπε.
Αφού δεν ημπορέσαμεν να λάθωμεν την άγρυπνον προσοχήν του πλοιάρχου της «Έπταλόφου» — διότι ενδιεφέρετο σφόδρα διά πάσαν ιστορίαν θησαυρού, και δεν ηδύνατο τίποτε να του διαφύγη — είνε άπορον, πώς δεν έγεινα εγώ ύποπτος εις τον Νικολόν πλην ο φίλος μου δεν ήθελε να με αδικήση διά τοιαύτης υπονοίας.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν