United States or Czechia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ζήτησε πρώτα νάμπη ο Βελισάριος από την πόρτα του «έλικα», της σκάλας δηλαδή του καθισμάτου, μα τη βρήκε μανταλωμένη μέσαθε. Τραβάει τότες κατά τη μεγάλη θύρα δυτικά στο κάθισμα, στη βενέτεια τη στοά, και χώνεται μέσα στο ιπποδρόμιο. Ο Μούνδος πάλε με τους δικούς του μπήκε από τη Νεκρή πύλη του ιπποδρομίου. Θρούβαλα έπεσε αμέσως όλη η στάση.

»Κι αν με καλοδεχόσαστε, θα τώχα για χαρά μου »αν μοναχά το στόμα σου το γλυκερό 'φιλούσα » — γιατ' είμαι νιος ευγενικός κι ώμορφος μέσα σ' όλους — »μ' αν εύρισκα την πόρτα σας κλειστή, μανταλωμένη, »θάχα πελέκια κοφτερά, θάχα δαυλιά για δαύτη». Πες μου, Σελήνη, πες μου το πώς μου 'γεννήθη η αγάπη.

Ψηλά σε ράχην ώμορφη και δεντροστολισμένην, Οπούχε κάμπους γύρα της και λόγγους και λειβάδια, Και βρύσες δέκα τέσσερες, εφτάκρουνες, δροσάτες, Με κάνναλες ολάργυρες και γούρνες μαρμαρένιες, Είταν ‘νας Πύργος πάμπαλιος, χίλιων χρονώνε πύργος, Πούχε τους τοίχους του πλατυούς, γερούς, βραχοχτισμένους, Πράσινους, καταπράσινους και με κισσούς ντυμένους, Υπέρψηλα παράθυρα με σιδηριές φραγμένα Και θύρα δίφυλλη χοντρή, σιδηροσκεπασμένη, Πάντα κλεισμένη και βουβή, μανταλωμένη πάντα, Και μέσα κάθονταν κλειστή με τετρακόσιες δούλες, Ωριοπανώρια κορασιά, στον κόσμο ξακουσμένη, Ρηγάγγονο, ρηγόπαιδο, μοναχοθυγατέρα, Πούχε τον ήλιο πρόσωπο και το φεγγάρι στήθος Και τον λαμπρόν αυγερινό στη φλογερή ματιά της, Κι’ εννιά λιοντάρια για σκυλλιά στους άλυσους δεμένα, Π’ όλην τη νύχτα τ’ άφινε λυτά να τριγυρίζουν Μες στες πλατύχωρες αυλές, τες μαρμαροστρωμένες, Να τη φυλάν κοιμάμενη, σαν μπιστεμένοι φίλοι, Μην έμπουν μέσα αλλόφυλοι, κι’ εχτροί και την αρπάξουν, Για να ονειρεύεται ήσυχη στ’ ολόχρυσο κρεβάτι Το παλληκάρι τώμορφο, το χιλιοπαινεμένο, Που θα βρισκόντανε ποτέ στη γη την οικουμένη, Να τώπαιρνε για ταίρι της, να του άνοιγε του Πύργου Τη θύρα την κατάκλειστη, μαζί με την καρδιά της.