United States or Maldives ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η ΜΑΝΝΑ. Πούνε τα χρόνια τα παληά σαν τον κρατούσα ίδιο μαλακό κερί στα δάκτυλα και με τα χάδια μου και τα φιλιά που τώδινα, τον έπλαθα λεβέντη, να τόνε χαρή ο κόσμος! ΜΑΝΝΑ Σκληρό γίνεται το παιδί σαν μεγαλώση, ίδιο κληματοβλάσταρο όταν τσαμπί φουσκώση. Η ΜΑΝΝΑ. Το κορμί του μοσκομύριζε στάρι βρασμένο. Στη θεά της σποράς για τούτο αφιερωμένο από τρυφερούδι τώχα τόσο δα.

Ανοίξανε τα επουράνια! «Πού να σε γνωρίσωτης κάνω. Η φωνή μου έτρεμε. Κύριε ελέησον! Τέτοιο μασκαραλίκι δεν το είχα ματαπάθει. — «Δεν είμ' εγώ το Μοσχαδώ της Σειραϊνώς, της παπαδιάς;» — «Εσύ είσαιΤης δίνω το χέρι. Τα γόνατά μου λυγίσανε. Ύπαγε οπίσω μου Σατανά! Τέτοιο ρεζιλίκι δεν τώχα ματαπάθει. «Αμ' πού να σε γνωρίσω; Σάφησα κοριτσόπουλο, και σε βρίσκω κοπέλλα». Ο κόσμος μου ήρθε γύρω.

Με την τελευταίαν φράσιν επραΰνθη ολίγον η έξαψίς της και με ηρεμώτερον τρόπον εξηκολούθησεν: — Εμένα μαρέσει το Μανωλιό, σου τώπα κιάλλη φορά, και χαρά μου θα τώχα να τόνε κάμω γαμπρό.

Άκουσες να τρελλαθή άνθρωπος από αγάπη; Ακουστά τώχα κ' εγώ στα παραμύθια. Όλοι οι άνθρωποι, βλέπεις, ένα πράμμα δεν είνε. Άλλος γεννιέται έτσι κι' άλλος γεννιέται αλλοιώς. Με το ζώδιό του καθένας. Ένας μερακλής και βερεμιάρης, κι' άλλος γλεντζές και καρφί δεν του καίγεται.. — Σωστά τα λες! είπε ο Καπετάν Γιάννης ξερά-ξερά, σκυμμένος απάνω στο μαρκούτσι του. — Έτσι τα κόβει το ξερό μου.

Το κυνήγι τώχα ως πρόφαση να πηγαίνω για την προσευχή μου στο ρημοκλήσι. Μου φαινόταν κιάτοπο να διασκεδάζω σε καιρό που κείνη τόσον έπασχε. Σε τέτοια εκστατική κατάσταση έφτανα καμμιά φορά μπροστά στην εικόνα της Παναγίας, που νόμιζα μια στιγμή ότι κινούσε τα χείλη της κιότι χαμόγελο αγαθών υποσχέσεων χυνόταν στο άγιο της πρόσωπο.

ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Δέκα πέντε χιλιάδες οκτακόσια φράγκα. ΔΟΡΑΝΤ Ακριβέστατα! Δέκα πέντε χιλιάδες οκτακόσια φράγκα. Προσθέσατε ακόμη δυο χιλιάδες διακόσια που θα μου δώσετε, θα γίνουν ακριβώς δέκα οκτώ χιλιάδες φράγκα, τα οποία θα σας τα επιστρέψω εις πρώτην ευκαιρίαν. Κα ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Ε; δεν τώχα μαντέψει εγώ; Σιωπή! ΔΟΡΑΝΤ Δυσκολεύεσθε να μου δώσετε το ποσόν που σας ζητώ; ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Α! όχι.

Α! γιατί καλλίτερα να μην ανοίξω τότε της πληγές του λαβωμένου τραγουδιστή; Γιατί να μην αφήσω να πεθάνη το φονηά του θεριού μέσα στα χόρτα του βάλτου; Γιατί να μην τον χτυπήσω, όταν ήτανε κατάκοιτος στο λουτρό, με το ξίφος που τώχα κι' όλα σηκώσει; Αλλοίμονο! δεν ήξερα τότε αυτό που ξέρω σήμερα! — Ιζόλδη, τι ξέρετε λοιπόν σήμερα; τι είναι αυτό που σας βασανίζει;

»Κι αν με καλοδεχόσαστε, θα τώχα για χαρά μου »αν μοναχά το στόμα σου το γλυκερό 'φιλούσα » — γιατ' είμαι νιος ευγενικός κι ώμορφος μέσα σ' όλους — »μ' αν εύρισκα την πόρτα σας κλειστή, μανταλωμένη, »θάχα πελέκια κοφτερά, θάχα δαυλιά για δαύτη». Πες μου, Σελήνη, πες μου το πώς μου 'γεννήθη η αγάπη.