United States or Bouvet Island ? Vote for the TOP Country of the Week !


Νυν δε αναπολούσα καθ' εαυτήν την σκηνήν εκείνην, έπασχε συνειδυία ότι δεν ηνάγκασε τον Πρωτόγυφτον να έλθη εις βοήθειαν του κινδυνεύοντος Σκούντα, ου επί του στήθους επάτει τον πόδα ο εχθρός του. Η ανάμνησις αυτής περιέβαλλε μετά τινος ευγνωμοσύνης το πρόσωπον του Σκούντα. Ίσως ο νέος εκείνος να μη είχε κακούς σκοπούς δι' αυτήν, και ηθέλησε να ελευθερώση αυτήν εκ φιλανθρωπίας.

Και τόρα παραδείγματος χάριν νομίζεις ότι παραδέχομαι εγώ, ότι ενθυμείται κανείς εκείνο το οποίον έπαθε, τόρα που δεν πάσχει πλέον, αφού η μνήμη είναι κάτι τι, το οποίον είχε όταν έπασχε; Πολύ απέχω από αυτό.

Το Βαγγελιό ξαναγύριζε στην καρδιά μου κιόπως ήτο, άρρωστη κι' ασχημισμένη, φρικτή μάλιστα, κατά την εικόνα που μούδωκαν κείδα, την αγαπούσα πάλιν. Αλλά και πάλιν ήτο διαφορετική η αγάπη μου. Αγάπη από πόνο. Την αγαπούσα τώρα διότι έπασχε, διότι είχαν μαραθή η νιότη κη ωμορφιά της και σε λίγον καιρό θα πέθαινε. Κι' αυτά εξ αιτίας της μάνας μου, εξ αιτίας εμένα του ίδιου.

Με πιστόλι, χθες την νύκτα εις την κοίτην του Ιλισσού. Το διατί είνε μυστήριον. Μικρά σημείωσις, η οποία ευρέθη επάνω του, φέρει ως λόγον της αυτοκτονίας του χρόνιον και ανίατον, ως λέγει, νόσημα· αλλ' ο λόγος αυτός βεβαίως είνε πρόφασις. — Ανίατον νόσημα; υπέλαβον εγώ· τι νόσημα; Δεν μου φαίνεται να έπασχε. Η όψις του τουλάχιστον . . .

Η στάσις των Ιουδαίων κατά τινα δευτέραν ευκαιρίαν ήτο ίσως ολιγώτερον δικαιολογημένη, αλλά θα ηδύνατο ευκόλως ν' αποτραπή, εάν ο Πιλάτος είχεν εκμελετήσει τον χαρακτήρα των ολίγω προσεκτικώτερον, και έτρεφε περισσότερον σέβας εις την δεσπόζουσαν τούτων δεισιδαιμονίαν. Επειδή η Ιερουσαλήμ έπασχε πάντοτε εκ λειψυδρίας, ο Πιλάτος επεχείρησε να κτίση υδραγωγείον, από των Λάκκων του Σολομώντος.

Η Φαραζάνα πλέον ανδρεία από ημάς ήθελε να προφασίση το σφάλμα της, και με λόγια προφασιστικά έπασχε να τον καταπραΰνη, μα περισσότερον άναψαν τον θυμόν του Μπρακμάνου· έρριξεν εις ημάς τρεις ματιές, που μας έδωσε να καταλάβωμεν την αρχήν της εκδικήσεώς του.

Εξύπνησα εις ετούτα τα λόγια, και μία σύγχυσις, που δεν ημπορώ να την διηγηθώ, επλάκωσε το πνεύμα μου, και συνέλαβα από εκείνο το όνειρον ένα κακόν προμήνυμα· εστοχάσθηκα ότι η γυναίκα μου ευρίσκονταν συγχισμένη από κανένα τολμηρόν που έπασχε να μου αρπάξη την τιμήν μου, και ετούτος ο σκληρός στοχασμός μου, τον οποίον δεν ημπορούσα να εξαλείψω από το πνεύμα μου, μου επροξένησε μίαν βαθυτάτην μελαγχολίαν.

Φαίνεται ότι με ανεκάλεσε μόνον και μόνον διά να με εκδιώξη εκ νέου και εντός ολίγου και ούτω ατιμασθώ περισσότερον. Εγώ, προκειμένου περί πραγμάτων εξαρτωμένων εκ της θελήσεώς μου και δυνατών, δεν περιμένω να με διατάξη• και όταν έπασχε προσήλθον εις βοήθειάν του χωρίς να με καλέση.

Και η αγωνία της ήτο μεγάλη, Ο δε Μανώλης, εξακολουθών να μη εννοή ότι η χήρα επερίμενε να εννοηθή χωρίς να το εκστομίση, είπεν: — Η φρονιμώτερη του κόσμου είνε το Μαρούλι κ' εγώ θα τήνε πάρω θέλει και δε θέλει. Η χήρα ανεστέναζεν. Έπασχε φοβερά. Και η αγωνιώδης πάλη, η οποία εγίνετο εις την καρδίαν της, διεσάλευε το λογικόν της.

Εις τέτοιαν διήγησιν ο βεζύρης και οι λοιποί εγύρισαν προς εκείνον που εναντιώνονταν επάνω εις αυτό και τον ωνείδισαν διά την απιστίαν του. Αυτός όντας σταθερός εις την γνώμην του, έπασχε με κάθε τρόπον να βεβαιώση τον βασιλέα πως είνε αδύνατον ο προφήτης να υπανδρευθή με την θυγατέρα του, και πως αυτό είναι ένα μέγα ψεύμα.