United States or Lithuania ? Vote for the TOP Country of the Week !


Υμείς δε, ω άνδρας δικασταί, θα επιτρέψετε εις αυτόν να τιμωρήση τον ευεργέτην του, να εκδιώξη τον σωτήρα του, να μισή εκείνον όστις τον εθεράπευσε και να καταδιώκη εκείνον όστις τον ανέστησε; Βεβαίως όχι, αν είσθε δίκαιοι.

Ο εμβρόντητος Λουής επρόφθασε να συνέλθη και εκδιώξη διά λακτισμών τον δειλώς ακολουθούντα αυτήν υψηλότατον λευκοσάρικον σ ο φ τ ά ν, αλλ’ ο αδελφός μου, παρεμβάς, ως τον είδεν, επέπληξε τον υπηρέτην και εισήγαγε μετά μεγάλης χαράς τον ισχνόν και λευκόχλωμον εκείνον Τούρκον, ως εάν ήτον ο οικειότατος αυτώ φίλος. — Είναι ο Κιαμήλης μας, είπεν, επιδεικτικώς προς εμέ, και αυτή θα είναι η μητέρα του!

Φαίνεται ότι με ανεκάλεσε μόνον και μόνον διά να με εκδιώξη εκ νέου και εντός ολίγου και ούτω ατιμασθώ περισσότερον. Εγώ, προκειμένου περί πραγμάτων εξαρτωμένων εκ της θελήσεώς μου και δυνατών, δεν περιμένω να με διατάξη• και όταν έπασχε προσήλθον εις βοήθειάν του χωρίς να με καλέση.

Εισέρχεται ο ΚΑΙΣΑΡ αναγινώσκων επιστολήν, είτα ο ΑΓΡΙΠΠΑΣ, ο ΜΑΙΚΗΝΑΣ και άλλοι. ΚΑΙΣΑΡ. Με ονομάζει παιδίον και με επιπλήττει, ως εάν είχε δύναμιν να με εκδιώξη της Αιγύπτου, εμαστίγωσε τον απεσταλμένον μου και με προκαλεί εις μονομαχίαν. Ο Καίσαρ κατά του Αντωνίου! Ας μάθη ο γεροφαύλος ότι έχω πολλούς τρόπους θανάτου, και ότι εν ταυτώ χλευάζω την πρόκλησιν αυτού.

Τον συνεβούλευσε λοιπόν να εξασθενίση πρώτον τους μεν διά των δε, και αφού περικόψη τοιουτοτρόπως όσον ηδύνατο περισσότερον την δύναμιν των Ελλήνων να στραφή τότε κατά των Πελοποννησίων και να εκδιώξη αυτούς εκ της βασιλικής χώρας. Ο Τισσαφέρνης ησπάζετο κατά το πλείστον τα σχέδια ταύτα, όσον δυνάμεθα τουλάχιστον να κρίνωμεν εκ των πράξεών του.

Εγραφε διότι, όταν κατέχηταί τις υπό μιας μόνης σκέψεως και δεν δύναται να την εκδιώξη, αισθάνεται την ανάγκην να ελαφρώση την ψυχήν του διατυπών όπως δήποτε διά λέξεων το άλγος του.

Αλλ' εις απάντησιν ο Πατούχας ύψωσε τον φοβερόν του πόδα, έτοιμος να την εκδιώξη με λάκτισμα: — Φύγε σου λέω, διάλε τσ' απεθαμένους σου να μη σε σκοτώσω! Η χήρα αφού τον ητένισε με παρατεταμένον βλέμμα, εις το οποίον έτρεμε μία τελευταία ελπίς, εστέναξε και ο αναστεναγμός εξήλθεν από τα στήθη της ως οιμωγή. Έπειτα επροχώρησε προς την θύραν και εξήλθεν.

Λοιπόν συνεχίζοντες τόρα τον δρόμον της συζητήσεώς μας λέγομεν ότι η πολύ μεγάλη αμάθεια κατέστρεψε τότε εκείνην την δύναμιν και ότι αυτή και τόρα το ίδιον επλάσθη διά να εκτελή, ώστε ο νομοθέτης τουλάχιστον, αν αυτό είναι αληθές, πρέπει να προσπαθήση να δώση εις τας πόλεις όσον είναι δυνατόν παρισσοτέραν φρόνησιν, την δε ανοησίαν να την εκδιώξη όσον το δυνατόν περισσότερον. Φανερόν.

Τι λοιπόν από τα εκεί θέλετε πρώτον να ακούσετε; Ποίον από τα δύο, τί κάμνουσιν αυτοί εκείνοι, ή πώς διάκεινται προς την πόλιν μας; Διότι εκείνοι φαίνονται εις εμέ ότι έχουσι πάθει αναφορικώς προς ημάς ό,τι και οι σφήκες. Διότι και ούτοι, εάν κανείς κατ' ολίγον εξερεθίζων τους παροργίση, γίνονται ακατανίκητοι, έως ότου, αφού επιτεθή τις συν γυναιξί και τέκνοις, τους εκδιώξη.

Οτέ μεν εσκέπτετο, εγκαταλείπουσα την Ρώμην και τας κλείδας του παραδείσου να φύγη μετά του Φλώρου εις άγνωστόν τινα της γης γωνίαν, οτέ δε δι’ εξορκισμών ή και διά ιατρικών να εκδιώξη τον εν τη κοιλία της συστηθέντα απρόσκλητον και οχληρόν ενοικέτην.