Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 11 Μαΐου 2025


Εκείνοι που φυλάγουνε το Μεσολόγγι τώρα Έχουνε τείχια γύρα τους και αίματην καρδιά τους. Αίμα καθάριο, ελληνικό, που δίνειτα ποδάρια Φτερά, τσιλίκιτην καρδιά, και σαν θεριά, λιοντάρια, Σπιθοβολάει θεόφοβη η φλογερή 'ματιά τους. Ένα δεν έχουν μοναχά, ένα στερεύοντ' όλοι, .... Ψωμί, μπαρούτι, βόλι. Τώρα τους σώθηκε η τροφή κ' έχουν ακέρηον μήνα, Όπου με πείνα πέρασαν.

« Ήλιε μου και τρισήλιε μου και κοσμογυριστή μου. » Ποιος είνε άξιος κι’ ώμορφος, γερός και παλληκάρι, » Να καβαλλάη τα θεριά, να πιάνη τα λιοντάρια, » Να ξελακκόνη τα βουνά και να τ’ αναμοχλεύη. » Και μες στ’ αναμοχλέματα ποτάμια να γυρίζη;

ΧΟΡΟΣ Ω πάντοτε φιλόξενο, πρόθυμο πάντα σπίτι που κι' ο Απόλλων κάποτε ο Πύθιος, με τη λύρα την ξακουσμένη εδέχθηκε στη στέγη σου να μείνη γύρω στους λόφους σαν βοσκός την λύρα του να παίζη, και τα κοπάδια να καλή σε υμεναίων μεθύσι. Μαζί τους εβοσκούσανε, στον ήχο μαγεμμένοι λύγκες με δέρμα ραβδωτό και άγρια λιοντάρια που έφευγαν απ' της Όθρυος τα δάση.

ΑΝΤΩΝ. Ω! ήταν βοή αρκετή να δειλιάση κ' ένα θερίο, να κάμη σεισμό· εμούγγριζε βέβαια ένα κοπάδι λιοντάρια. ΑΛΟΝΖ. Άκουσες αυτά, Γονζάλε;

Δυο λιοντάρια πέφτανε απάνω της και πολεμούσαν ποιο θα την πάρη. Έρριξε μια κραυγή και ξύπνησε: τα με γουναρικό στολισμένα γάντια έπεσαν ξαφνικά στο στήθος της. Με τη φωνή, σηκώνεται όρθιος ο Τριστάνος, θέλει να πάρη από χάμω το σπαθί του και στη θέσι του βλέπει το Βασιλικό σπαθί με τη χρυσή λαβή. Και η Βασίλισσα βλέπει στο δάχτυλό της το δαχτυλίδι του Μάρκου: «Άρχοντα, φωνάζει, δυστυχία μας!

Ο καπετάν Στραπάτσος ξετρελαμένος από χαρά και υπερηφάνεια, ψυχή έδινε σε όλους με τις παρακινητικές φωνές του: — Ω — ω! ... ω — ω! ... Γεια σας παληκάρια! ... Ίσα λιοντάρια μου! ... Ντροπή μας! Μωρέ ίσα τίγριδες! ... Και τα παληκάρια, τα λιοντάρια, οι τίγριδες έθαφταν βαθειά το κουπί και το έπαιρναν πίσω με τόση δύναμι, που έλεγες τόρα θα γίνη σύψαλα.

Τότε ύψωσαν κι' οι διο μαζί τα δέφτερα κοντάρια 255 και ρήχτηκαν· λες είτανε λιοντάρια σαρκοφάγα, για άγρια γουρούνια π' αχαμνή δεν είναι η δύναμή τους. Εκεί του βρήκε ο Έχτορας στη μέση την ασπίδα, μα δεν την έσκισε ο χαλκός, τι στράβωσε στην άκρη.

Μέσ' 'ς το πρώτο σκαλοπάτι φτάνει τ' άλλο παλληκάρι Έτοιμο ν' ανέβη απάνου. Με τ' απίδρομο, με ορμή Θέλει να το προσπεράση. Απλώνει αυτό να τ' αμποδίση. Πιάνονται, έρχονταιτα χέρια, κι' αγριεμένα σαν λιοντάρια Με τα σύνεργα χτυπιούνται, πολεμάν να σκοτωθούν.

Πώς μεγαλώνει η μάννα τους πας σε βουνού κορφάδες λιοντάρια διο μες στην καρδιά δεντροπνιγμένου λόγγου, 555 κι' αρνιά και βόδια πρόσπαχα αρπάζουν, και τις στάνες ρημάζουνε των χωριανών ώστε κι' αφτά να πέσουν απ' τα μυτεροτρόχιστα των χωριανών κοντάρια· έτσι απ' τα χέρια σφάχτηκαν κι' εκείνοι του Αινεία, κι' έπεσαν όπως έλατα μεγάλα γέρνουν χάμου. 560

Φουρτουνιασμένα, θολά, λασπωμένα κ' ορμητικά σαν πεινασμένα λιοντάρια, κυλούσαν στα βάθη των γκρεμών τα δύο ποτάμια. Από ψηλά, από τα ματωμένα στήθη του Βελουχιού, ακράτητο φουσάτο, έρχουνταν ο Καρπενησιώτης· από μυστικές κι άγνωστες, απ' αθώρητες κ' απάτητες λαγκαδιές, ροβολούσε ο Καστανιάς.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν