Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 23 Μαΐου 2025
Η άνοιξη του Νούορο χαμογέλασε τότε στον κακόμοιρο τον Έφις, καθισμένο στην είσοδο της εκκλησίας. Μεγάλες κίτρινες νεραγκούλες, υγρές σαν καμωμένες από δροσιά, έλαμπαν στα ασημένια λιβάδια και τα πρώτα αστέρια που εμφανίστηκαν με το πέσιμο της νύχτας χαμογελούσαν στα λουλούδια. Ο ουρανός και η γη έμοιαζαν με δυο καθρέφτες που αντανακλούσαν ο ένας μέσα στον άλλο.
Ο κοντόχοντρος βοηθός του Μπάρμπα Μάρκου του μάγειρα που στις έξη μήνες μόλις μια φορά άφινε το καράβι, και γι' αυτό ο Ρένας το νόμιζε ανέκαθε πολύ φτωχό και φορτωμένο με οικογενειακά βάρη, του αποκάλυψε σε μια ομιλία, τραβηγμένη μ' έξυπνο τρόπο, ότι ήτανε πλούσιος. Είχε κάπου είκοσι χιλιάδες δραχμές· όλες καμωμένες από το ναυτικό. Τον ρώτησε: — Πόσο χρόνων είσαι; — Σαράντα πέντε.
Έτσι όμορφες, έλεγες, πως είταν καμωμένες γι αρχοντικά κουπέ, για βασιλικά άτια, να τις διαβαίνη απαλά ξαπλωμένη σε μεταξωτά προσκέφαλα, βουτηγμένη σε ηλιοτροπίου ανάλαφρη μυρουδιά, κομψή Αθηναία, μέσα στην τριανταφυλλένια δύση.
Βέβαια για την καλλιέργεια της ιδιοσυγκρασίας πρέπει να στραφούμε στις διακοσμητικές τέχνες, στις τέχνες που μας συγκινούν, όχι σ' όσες μας διδάσκουν. Τις νεώτερες ζωγραφιές είναι ωρισμένως ευχάριστο να τις βλέπη κανείς. Τουλάχιστο μερικές απ' αυτές. Αλλά σχεδόν αδύνατο να ζη κανείς μ' αυτές. Είναι με παραπολλή μαστοριά καμωμένες, παραπολύ δογματικές, παραπολύ διανοητικές.
Αυτοί είχαν κορμί ωσάν ημάς· μα το πρόσωπόν τους και τα μάγουλά τους, τα καμώματά τους και το φέρσιμόν τους εφαίνονταν πολλά παράξενα· τα φορέματά τους δεν ήτον ολιγώτερον παράξενα· εφορούσαν αυτοί μακρυάν φορεσιάν από πανί άσπρον εις την οποίαν εφαίνονταν ζωγραφισμένοι εις διάφορα χρώματα δαίμονες και δράκοντες, και άλλα φοβερά θηρία εις διάφορες μορφές· και εις το κεφάλι τους εφορούσαν κάποιες σκούφιες μυτερές καμωμένες από χαρτί, και ζωγραφισμένες με διάφορα χρώματα.
Διασχίζοντας τη μεγάλη αυλή, όπου έλαμπαν κάτω από το φεγγάρι φαρδιές κρεβατίνες από καλάμια πάνω στις οποίες την ημέρα ξέραιναν τα όσπρια και τώρα ήταν σκεπασμένες από ψάθες καμωμένες με βούρλα, ο Τζατσίντο διέκρινε την ογκώδη φιγούρα του θείου του και την λεπτή του Μιλέζου, ακίνητες εμπρός στο χρυσαφί φόντο μιας πόρτας με στοά μπροστά.
Να μην το βλέπη πια κανένας το γιγαντένιο αυτό το ψέμα, τον ουρανόν αυτόν, που την είδε ξάστερη την αγάπη μου, που τον είδε τον μεγάλο καημό μου, κι ως τόσο έμεινε λαμπερός κι ασάλευτος, σα να μην έσβυσ' ένα αστέρι, σα να μη ράγισε μια καρδιά. Είνε, λέει, καμωμένες οι καρδιές για να σκάνουνε! Να σκάση λοιπόν κι ο ουρανός και να γίνη θρούβαλα! Να πλαντάξη ο κόσμος και να ξολοθρευτή.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν