United States or Togo ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αυτός όμως δεν απελπίσθη διά να μην ακολουθήση τον δρόμον που επήρε, και να τρέχη μετά μεγάλης ορμής διά να την φθάση· και εκεί που έτρεχε, την βλέπει από μακρόθεν, που ήτον σιμά εις μίαν πηγήν, και του εφαίνονταν πως ήτον αποσταμένη από το τρέξιμον. Ευθύς κτυπά με μεγάλην βίαν το άλογόν του και τρέχει, μα εστάθηκεν άκαιρη η βία του, διά να την πιάση.

Κοιμάται ακόμα η Αρβανιτιά, χορτάτη, αποσταμένη, Μεςτην πυκνή τη χλωρωσά. Τόσαις χιλιάδαις κόσμος, Κι' ούτ' ένα όνειρο γλυκό, ούτ' ένα καρδιοχτύπι! 'Σ του ύπνου της τη συγνεφιά δεν έλαμπαν ελπίδαις, Δε φέγγει πόθος μακρυνός. 'Σ τα μάτια της μαυρύλα Καιτην καρδιά της ερημιά.

Ο Χάνης όντας γηραλέος άρχιζε να γροικά ότι οι δύναμές του ωλιγόστευαν· η Βασίλισσα αποσταμένη και αυτή από την στράταν και από την πείναν, δεν ημπορούσε πλέον να κινηθή, ώστε που ο Καλάφ, με όλον που και αυτός θα ήτον ομοίως αποσταμένος, τους έφερνεν επάνω εις τους ώμους του, πότε τον ένα και πότε τον άλλον, διά να τους δώση κομμάτι άνεσιν.

Κοντά στο νου πως την είχε ανάγκη η αποσταμένη Ρώμη τη βοήθεια του Βυζαντίου. Πέφτει στον πειρασμό ο φιλόδοξος Λέοντας, σκαρώνει στόλο από 1113 καράβια, και μ' εκατό χιλιάδες άντρες στέλνει το γυναικάδερφό του Βασιλίσκο να καταδαμάση τους Βαντάλους. Ανάξιος όμως άνθρωπος ο Βασιλίσκος δεν άργησε να δείξη την ανικανότητα του στον κόσμο.

Α θέλη ο Θεός, θα σας έρθουνε αγγελούδια κατόπι, και θα πλημμυρίση ο νους σας από έννοιες που τις φέρν' η αγάπη. Μην το θαρρής, Αρετούλα, πως θα το παραξηλώσω και γω. Θάχω και γω ταδερφάκια σου να με παρηγορούν, έχω και του Κωσταντή μας το τάξιμο, πως θα σε φέρη κοντά μου ανίσως και πάθουμε τίποτις. Είνε τώρα μεσάνυχτα περασμένα. Πήγαινε να συχάσης, παιδί μου, να μη φαίνεσαι κι αύριο αποσταμένη.

Και αυτοί μου το παράχοσαν μπαλώματα στης τρύπαις. Μον τα Ποντίκια αν δε βοηθώ, μηδέ και τα Μπακάκια Ακόμα τα συχώρεσα οχ την παλιά μου κάκια. 390 Τι μια φορά οχ τον πόλεμο περίσια αποσταμένη, Γυρίζοντας ν' αναπαυτώ σε στρώμα πλαγιομένη, Ολονυκτής δεν μ' άφηκαν μιαν ώρα να σιγήσω, Οχ της μεγάλαις τους φωναίς το μάτι μου να κλείσω.