Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 15 Μαΐου 2025
Οπού θα πη απ' αυτόν εξαρτώνται οι νόμοι και οι προφήται. Λοιπόν ερωτάς ύστερα πού ευρίσκει τα χρήματα; Ο κύριός μου έχει χιλιάδαις χιλιάδων φλωρίων εις την διάθεσίν του. — Μεγάλο πράγμα αυτό, είπεν ο Γύφτος στενάζων. — Και δι' αυτό ο κόσμος δεν έχει άδικον να τον λέγη μάγον. Περισσότερον από τα άλλα όλα, τούτο μου φαίνεται να τον κάμνη μάγον. Διότι είνε άπορον πού τα ευρίσκει τα χρήματα.
ΛΟΧΑΓΟΣ Πώς! ήδη με στρατόν την έχει φρουρημένην. ΑΜΛΕΤΟΣ Τ' άχυρο τούτο θα χαλάση δυο χιλιάδαις ανθρώπους κ' είκοσι φοραίς χίλια δουκάτα· ιδού μεγάλου πλούτου και βαθειάς ειρήνης απόστημα είναι αυτό, 'πού σπα 'ς το μέσα μέρος κ' έξω δεν δείχνει πώς ο άνθρωπος πεθαίνει. Ευχαριστώ σε, Κύριε. ΛΟΧΑΓΟΣ Κύριε, χαιρετώ σε. ΡΟΖΕΝΚΡΑΣ Να προχωρήσωμε δεν θέλεις, Κύριέ μου;
Τα σερπετά μαυλίζει Και τα τινάζει επάνω του... Ύστερα, διπλοπόδι, Τα παραμόνευε ο φονιάς μην αποκοιμηθούνε Κι' αφήσουν ατελείωτο το νυχτοκάματό τους. Ακοίμητο, αγρυπνούσ' εκεί και του Θεού το μάτι. Χιλιάδαις ήρθανε με μιας τριγύρω 'ς το Θανάση Ψυχαίς μεγαλοδύναμαις από τον άλλον κόσμο Με τα παληά τους βάσανα, με την παλληκαριά τους, Και του φιλούν το μέτωπο και τον περιδροσίζουν.
Περιεργότερον δε το των ποιμένων, όταν προπορευόμενοι του ποιμνίου αδιαλείπτως και βραδέως αναβοώσιν οβς, οβς, οβς . Μα την αλήθειαν, όταν τους ακούη τις, πιστεύει ότι ψιττακίζουσι το αρχαίον όις , όθεν πασιφανώς και το των Λατίνων ovis. Χιλιάδαις ήρθανε με μιας τριγύρω 'ς το Θανάση Ψυχαίς μεγαλοδύναμαις από τον άλλον κόσμο, σ. 141
ΑΜΛΕΤΟΣ Τότε επιθυμούσα να ήσουν τίμιος όσον είν' εκείνοι. ΠΟΛΩΝΙΟΣ Τίμιος, Κύριέ μου! ΑΜΛΕΤΟΣ Μάλιστα, Κύριε· αν είσαι τίμιος, όπως πηγαίνει τώρα ο κόσμος, είσαι ένας διαλεκτός μέσ' από δέκα χιλιάδαις. ΠΟΛΩΝΙΟΣ Είπες, Κύριε, την αγίαν αλήθειαν. ΑΜΛΕΤΟΣ Διότι αν ο ήλιος γεννά σκουλήκια εις έναν ψόφιον σκύ- λον, — ψοφίμι καλό για φίλημα — Έχεις θυγατέρα; ΠΟΛΩΝΙΟΣ Έχω, Κύριέ μου.
— Θανάση!... Παραδόσου... Επέσανε οι συντρόφοι σου... Δε σώμεινε κανένας. — Θα παραδώσω την ψυχή, τ' άρματα δεν τα δίνω. Αν δεν το ξέρης, μάθε το... Ποιος είσαι;.. τη φωνή σου... — Θανάση, είμ' ο διαλαλητής... — Προδότη, αφωρεσμένε!... Μη μου πατής τα μνήματα... Ακόμα ζης εμπρός μου;... Χιλιάδαις τόνε σέρνουνε.
— Θέλει να πη ότι δεν είνε πλούσιος με δικά του χρήματα, αλλά είνε με ξένα. Όσαις χιλιάδαις υπέρπυρα επιθυμήση, του τα στέλνουν οι φίλοι του. — Ποίοι φίλοι του; — Σου είπα ότι έχει με το μέρος του όλους τους μεγάλους. Και εκτός απ' αυτό είνε και ο ίδιος εις τον Μωρέαν άρχων. Είνε νομοθέτης του Μωρέως. Αυτός βάζει όλους τους νόμους εις τον τόπον αυτόν.
— Λεβέντη, η περηφάνεια σου, το φτερωτό σου μάτι Σε λεν παιδί της Ρούμελης... Σ' είσ' ο Θανάσης Διάκος; — Και πώς επιάστης ζωντανός; — Δέκα χιλιάδαις κ' ένας. Ο Χάρος μ' απαρνήθηκε και το στερνό μου βόλι, Όπου το φύλαγα για με, σας τώδωκα κ' εκείνο. — Αν έπεφτα 'ς τα χέρια σου τ' ήθες με κάμει, Διάκε; — Θα σου φορούσα τάρματα να ματωθούμε πάλε. — Μην αγριεύεσαι μ' εμέ.
Κοιμάται ακόμα η Αρβανιτιά, χορτάτη, αποσταμένη, Μες 'ς την πυκνή τη χλωρωσά. Τόσαις χιλιάδαις κόσμος, Κι' ούτ' ένα όνειρο γλυκό, ούτ' ένα καρδιοχτύπι! 'Σ του ύπνου της τη συγνεφιά δεν έλαμπαν ελπίδαις, Δε φέγγει πόθος μακρυνός. 'Σ τα μάτια της μαυρύλα Και 'ς την καρδιά της ερημιά.
Όθεν των Νορβηγών ο γέρος βασιλέας, περίχαρος, του δίδει δώρο τρεις χιλιάδαις κορώναις χρονικώς, και διαταγήν ακόμη 'ς των Πολωνών τα μέρη να ριχθή μ' εκείνους τους άνδραις, 'πού 'χε, ως είπα πριν, στρατολογήση. Και σε παρακαλεί, καθώς εδώ σου γράφει
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν