United States or Singapore ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλά το παιδίον είχε γείνει άφαντον, όπισθεν της γωνίας του τοίχου, και μόνον τα βήματά του ηκούοντο δρομαία επί του λιθοστρώτου. — Ο μούτσος του διαβόλ' ο γυιος θα τώστρωσε πουθενά στο μεθύσι, άρχισε να μονολογή ο καπετάν Κυριάκος, κι' άφησε την βάρκα στην τύχη της.

Μετά δύο ημέρας, το δειλινόν του Σαββάτου, η γερόντισσα επανήλθε δρομαία. Είχε παύσει να χιονίζη, αλλά ψυχρός βορράς εφύσα επάνω εις τα χιονισμένα μέρη. Το χιόνι ήτον όπως έλεγαν, μισό μπόι στα βουνά, ένα γόνα κάτω στην χώραν. Αλλά κατ' ακρίβειαν, επάνω στα βουνά θα ήτον ως ένα γόνα, και ως μίαν σπιθαμήν κάτω.

Τα άνοιξε, . . . δεν έχει τίποτα, απήντησεν εκείνος καθήμενος πλησίον του αμαξηλάτου, και η άμαξα έφυγε δρομαία. Απήλθομεν βραδυπατούντες εις τας οικίας μας και εσχολιάζομεν καθ' οδόν τα συμβάντα. Δεν είχαμεν, ως σου έλεγα, φίλον του Αλέξανδρον, ούτε είχαμεν κατορθώσει να τον οικειωθώμεν. Αλλ' η ζωηρά του φύσις μας ήτο συμπαθής, και πολύ ηυχαριστήθημεν, ότι δεν είχε πάθει τίποτε.

Η Αρσινόη εγείρεται ορμητική και η όψις της εκφράζει απόφασιν αιφνιδίως ληφθείσαν. — Νίνα λέγει προς την τροφόν αν μ' αγαπάς, αν ποτέ με ηγάπησες, τρέξε, πέταξε, φέρε τον Άγγελόν μου εις την στιγμήν. Το θέλω, ακούεις; Εις τα λάμποντα βλέμματα, εις τας εξημμένας παρειάς της κυρίας της η καλή τροφός ανέγνωσεν ολόκληρον δράμα . . . Έφυγε δρομαία.

Μίαν των ημερών έτρεξε δρομαία, φαιδρά, και πνευστιώσα του είπε: — Τάμαθες, πατέρα; . . . Θα παντρέψουμε τ' Αργυρώ μας. . . Έλα στο σπίτι, γιατί δεν είνε πρέπον, λέγει η μητέρα, να είσθε χωρισμένοι εσείς, που θα παντρευτή τ' Αργυρώ μας . . . για να μην κακιώση ο γαμπρός! . . . Τω όντι ο Φραγκούλας επείσθη κ' εφιλιώθη με την σύζυγόν του.

Σαν δύσκολα βλέπω τα πράγματα, αλλά ο Θεός βοηθός. Δεν είχε τελειώσει ακόμη ο Σκούντας τον λόγον και παράδοξος κρότος ηκούσθη έξωθεν. Βήματα δρομαία αντήχησαν, πνοή δε και κραυγή διακεκομμένη έπληξε τα ώτα των δύο συμποτών. — Τι τρέχει; είπεν ο Σκούντας.