Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 9 Μαΐου 2025


Εν γένει δεν μ' εχώνευε• και όταν μετέβην εις την πόλιν του και έμαθεν ότι είμαι ο Λουκιανόςμε συνώδευον δε και δύο στρατιώται, είς λογχοφόρος και είς κοντοφόρος, τους οποίους μου είχε δώσει ο διοικητής της Καπαδοκίας διά να με προπέμψουν μέχρι της θαλάσσης—μ' εκάλεσεν αμέσως με πολλήν φιλοφροσύνην και ενδείξεις εκτιμήσεως.

Κάτω μακριά γραμμή κάτασπρη σαν κιμωλίας χάραγμα, μόλις επρόβαινε η αμμουδιά της Αφρικής αχνοσκέπαστη και ακόμη μακρίτερα το Χαψίνι, έδειχνε την πυρωμένη χαίτη του κραταιός δεσπότης και φύλακας της ερήμου. Απέραντο εδώθε, μαυριδερό εχώνευε στα διάφανα ουρανοθέμελα το πέλαγο με κάποιο τρέμουλο, λέγεις και ανάσαινε δύσκολα.

Τόσον που κατάντησεν ο δυστυχής ο Παπαδράκος να πωλή αχινούςπέντετο λεπτόγια να ζήση. Και έβλεπαν συχνά οι άνθρωποι, ένα μίλι μακρυά από το χωριό, μια φλάσκα μεγάλη-μεγάλη μέσ' 'ς τη θάλασσα να καραβίζη. Ήτανε ο Παπαδράκος με το μεγάλο κεφάλι που έβγαζε τους αχινούς. Η φελούκα του εχώνευε, και το κεφάλι του φαινότανε ακόμα ένα μίλι μακρυά!

Όταν λοιπόν απέμεινα μοναχός εκεί ζωντανός με μερικάς τροφάς, κατά Το παράδειγμα των συντρόφων μου δεν αμφέβαλλον ότι έχω να αφήσω και εγώ τα κόκκαλα εν τη ερήμω· όθεν με εκυρίευσε μία μεγάλη λύπη θανάτου· αλλ' η πρόνοια που προμηθεύει τα πάντα έμπνευσεν εις την καρδιάν μου ένα στοχασμόν να υπάγω έως εκεί που ο ποταμός εχώνευε μέσα εις το σπήλαιον, και φθάνοντάς εκεί αφού επεριεργάσθην με προσοχήν τον ποταμόν, και τον είδα πλέον σιγανόν μέσα εις το σπήλαιον, εστοχάσθην λέγοντας εις τον εαυτόν μου· ούτος ο ποταμός πρέπει να εβγαίνη εις κανένα άλλο μέρος της γης, μάλιστα αναλογιζόμενος το ύψος εκείνου του βουνού έλεγον, ότι εάν κατ' ευθείαν υπάγη πρέπει να έβγη εις το άλλο μέρος, το όπισθεν.

Μαύρο σαν χούφτα χώμα, επετούσε στον ωχρόν αιθέρα αργάαργά, λέγεις κ' εφρόντιζε να μη χαθή από τα μάτια μας και πότε εστριφογύριζε στη γολέτα, πότε εδιάβαινε σαΐτα ανάμεσ' από τα πανιά κ' εχώνευε στις στραλιέρες κ' εκαβαλίκευε τον τρίγκο κ' εδιάβαινε κάτω από τα κουρταλατσίνια κ' εκαθόταν στον έξω φλόκο· και άξαφνα με φωνές και φτεροκοπήματα επηδούσε πάλι μέσα, εκατέβαινε στο φλις, ερροβολούσε στη μπούμα· και αποκεί ρίχνοντας άλλη φωνή, εξανάρχιζε το παράδοξο κλωθογύρισμά του.

Ο Άνθρωπος εκείνος, Διδάσκαλε, εάν κατέπινε και πραγματικόν δηλητήριον, θα το εχώνευε χωρίς ουδεμίαν ενόχλησιν. Αρκεί να το είχε κλέψη. Και αρκεί να μη του έλεγε κανείς: — Άτιμε! το έκλεψες! Τετέλεσται! Ήτο καιρός να συρθώ και πάλιν προς τον ορνιθώνα, και πάλιν να θρηνήσω την πλάνην μου.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν