Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 8 Μαΐου 2025


Και το πρόσωπό του πράγματι ήταν χλωμό σαν πεθαμένου, τα χείλη του γκρίζα και ένα τρέμουλο συντάραζε τον αριστερό του ώμο, έτσι που ο Έφις τρομαγμένος έβγαλε από την τσέπη ένα γυάλινο σωληνάριο, άδειασε στην παλάμη του δυο χάπια κινίνου και του τα έβαλε στο στόμα. «Κατάπιε τα. Έχεις μαλάρια

Λέτε πράγματα χωρίς να σκέφτεστε, ντόνα Νοέμι! Ο ανιψιός σας δεν έχει χρήματα για να μπορέσει να με πληρώσει, αλλά και αν ακόμη είχε, δε θα του έφταναν!», είπε ωστόσο, τρέμοντας από μνησικακία, και η Νοέμι ξανακάθισε ακουμπώντας τα χέρια επάνω στα γόνατα για να κρύψει το τρέμουλο. «Όσο για λεφτά, έχει! Όχι δικά του, αλλά έχει.» «Και ποιος του τα δίνειΈξι μάτια τον κοίταζαν έκπληκτα.

Ο άλλος, γέρος μα δυνατός, με πρόσωπο κατακόκκινο και όλο του το κορμί συνεπαρμένο από ένα τρέμουλο που έμοιαζε ψεύτικο , είχε τοποθετήσει ένα καπέλο ανάμεσα στα ανοιχτά πόδια του και πότε πότε έσκυβε για να δει μέσα τα κέρματα. Το βράδυ όμως έπεφτε γρήγορα, φορτωμένο με σύννεφα, και ο κόσμος έφευγε.

Δυο ενωμένες έπεσαν στο χέρι του, πράσινες και σκληρές σαν από μέταλλο. Ανατρίχιασε. Το μυαλό του πήγε στην Γκριζέντα: σκέφτηκε ότι θα έφευγε χωρίς να την ξαναδεί, έτσι φτωχός που ήταν θα έπρεπε να απαρνηθεί ακόμη και ένα κορίτσι φτωχό σαν κι εκείνον. Και έχωσε το πρόσωπο μέσα στη χλόη με αναφιλητά χωρίς να κλαίει ενώ οι ώμοι του ταράσσονταν από ένα έντονο τρέμουλο. Κεφάλαιο όγδοο

Εκείνο το τρέμουλο φαίνεται ότι τον ενόχλησε τόσο που σηκώθηκε, ακούμπησε το χέρι του στον ώμο λέγοντας: «Ας βγούμε, πάμε να πάρουμε λίγη δροσιάΠήγαν να δροσιστούν∙ τα βήματά τους αντηχούσαν μέσα στη σιωπή όπως εκείνα της νυχτερινής περιπόλου.

Οι δύο κατά το Βατούμ· οι άλλοι δίπλα στ' ανοιχτά ουρανοθέμελα. Κ' εμπρός μας ο Καύκασος πελώριος, σκυθρωπός έδειχνε τα χαλαρόφραχτα περιγιάλια του δόντια αστόμωτα. Ο ουρανός ψηλά συγνεφοσκεπασμένος, βαρύς· κάτω η θάλασσα μαυριδερή μ' ένα ελαφρό τρέμουλο από άκρη σε άκρη, σαν να είχεν ανατριχίλα. Πρώτη φορά που έβλεπα φοβισμένη τη φιλενάδα μου.

Μα όταν εμπήκε στον Βόσπορο έψαξε όλα τα λιμάνια, εγύρισε τους κόρφους, ερώτησε όλους τους βαρκάρηδες, τους πιλότους, ακόμη τους κουμπάρους και τις κουμπάρες, αλλά τίποτα δεν είπαν για τον «Αρχάγγελο». Τι να έγινε; Εφυλάχθηκε πουθενά; επρόφτασε να ορθοπλωρίση κ' εκείνος ή έπεσε απάνω στους βράχους; Και αν ετσακίσθηκε το μπάρκο εσώθηκαν τουλάχιστον τ' αδέρφια του; Όλο τέτοια συλλογίζεται κ' έχει συγνεφωμένο το μέτωπο, τρέμουλο έχει στην καρδιά.

Την είδε χλωμή, τα χείλη της να τρέμουν, τα βλέφαρα χλομά σαν εκείνα μιας πεθαμένης. Είναι η χαρά, σίγουρα, που την έχει κάνει να χλομιάσει τόσο, κι εκείνος νοιώθει ένα τρέμουλο, μια επιθυμία να γονατίσει μπροστά της και να της πει: ναι, ναι, είναι μεγάλη χαρά, ντόνα Νοέμι, ας κλάψουμε μαζί. «Δέχεστε, ντόνα Νοέμι, κυρά μου; Είστε ευχαριστημένη, ε; Να του πω να έρθει

Ο ώμος του Τζατσίντο έτρεμε με σπασμούς, εκείνος όμως τον ανασήκωσε και τον τίναξε, σαν να ήθελε να απελευθερωθεί από το τρέμουλο και ξανάρχισε με πιο σκληρή φωνή: «Ναι, εγώ ήμουν εκείνος, το κατάλαβες. Πήγα στο σπίτι του λιμενάρχη. Δεν ήταν εκεί, αλλά η υπηρέτρια, ένα χλωμό κορίτσι που μιλούσε χαμηλόφωνα, μ’ έβαλε νε περιμένω στον προθάλαμο.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν