United States or Hungary ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εγώ 'πα, πριν πως κάθε οχτρό και πλοίο θα χαλάσω, και τότες πίσω στ' αψηλό πως θα γυρίσω κάστρο· μα κρίμας πριν που βράδιασε, τι η νύχτα πρώτα πρώτα 500 γλύτωσε πλοία κι' Αχαιούς κοντά στο γυρογιάλι. Μα τώρα ας την ακούσουμε τη μαβροφόρα Νύχτα, κι' ελάτε δείπνο ας στρώσουμε.

Ας ακούσουμε πώς την περιγράφει ο ίδιος τη χαριτωμένη αυτή αϊτοφωλιά του, σ' ένα του γράμμα προς το Γρηγόριο. «Μούδειξε ο Θεός ένα μέρος», του λέει, «που μια χαρά ταιριάζει με τα συστήματά μου, ίσια ίσια καθώς το σκαρώναμε με τη φαντασία μας τότε που καθούμαστε μαζί και τα λέγαμε. Βουνό δεντροσκέπαστο και κατά τα βορεινά λουσμένο με διάφανα και με καθάρια νερά.

Τραγουδάτε, κορίτσια, που να σας δω νύφες και σας σαν τη ζουλεμένη την Αρετούλα. Όντας σε γέννα η μάννα σου, ο ήλιος εκατέβη Και σούδωκε την ομορφιά, και πάλι ματανέβη. Πιπ. Μωρή είδες εσύ ποτές σου τέτοιο ματόφρυδο; Περμ. Σκάσε, ν' ακούσουμε τα τραγούδια, μωρή. Σα ψέματα μου φαίνουνται όλα, Γαρουφαλιά μου! Είμαι σαστισμένη, και δεν το νοιώθω το μαχαίρι που στα βάθια με σφάζει.

Για να τον ακούσουμε πρέπει να κάμη τα γλωσσικά ζητήματα έργο κι όχι πάρεργο, να σας μιμηθή, να τα μελετήση σαν και σας, να σπουδάξη την αρχαία και τη νέα γλώσσα. Όποιος πήγε στο σκολειό, όποιος διάβασε Ξενοφώντα και παίρνει το κοντύλι να γράψη, δεν έγινε μ' αφτό αρειοπαγίτης. Χρειάζεται κάτι παραπάνω.

Πάμε να καθήσουμε εκεί στου πλατάνου τον ίσκιο, να ξεκουραστούμε λιγάκι, να μη χάνουμε και τα λόγια μας, μόνο νακούσουμε τι είνε που λέει ο γελαστός εκείνος ο Παπάς που συντυχαίνει ενός Κοσμικού. Τον έχουν εδώ για τρελλό τον παπά Χαραλάμπη. Τρελλό, γιατί αποκότησε να βγάλη στη μέση ιδέες κι αυτός! Θαρρώ πως για τη μεγάλη του την ιδέα κουβεντιάζει τώρα, κι αξίζει να τον ακούσουμε.

Πέρασε τη νιότη του στο αίμα και στη φωτιά, τώρα πουλεί χαλβαδόπηττες και ζαχαρικά, επειδή στο αίμα και στη σφαγή έχουνε για την ώρα κισάτια. Έλα, ν' ακούσουμε τι τους λέει ο τρομερός Χουσεήνης. ς’ Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΧΟΥΣΕΗΝΗ «Καλέ ψυχές μου, τζάνουμου! Ας τα πούμε τώρα που κανένας δεν είναι κοντά μας να μας ακούση.

Μια σάλα, μια έδρα στο βάθος, και στη μέση αράδες άδεια καθίσματα. Για την κακή μας την τύχη δε μαζευτήκανε σήμερα. Κρίμας που δε θ' ακούσουμε κατιτίς από κανέναν που ξέρει τι λέει, κ' έχουνε μερικούς τέτοιους εδώ. Κι ακόμα μεγαλήτερο κρίμα που δε θ' ακούσουμε την καθάρια τη Βυζαντινή κορακίστικη, με τις πιο καινούριες αντίκες που βγήκαν από τα σπλάχνα της αρχαιότητας.

Καιρός δεν είναι για τέτοια εξήγηση. Μέσα στην Καταμεσινή την Ασία όποια ιστορία κι αν αρχίσω, μοσκοκάρυδα θα μυρίζη. Ας καθίσουμε κάλλιο σ' αυτή την πεζούλα, κι ας ακούσουμε το τι λέγει ο ασπρογένης εκείνος με το παχύ το σαρίκι, που κάτι περίεργο δηγάται στους πλαγινούς του. Αξίζει να τον ακούσουμε. Είναι ο Χουσεήν Αγάς, ο τρόμος αυτών των μερών μια φορά.

Καθίζει στο μαξιλάρι της η γριά, παίρνει τ' αδράχτι της, κ' η μικρούλα πάντα κοντά της. Κάτι έχει να της πη η γριά, και πρέπει να την ακούσουμε. «Δεν είναι μια δεν είναι δυο που με σταυρώνεις να σου τα πω· είσαι μικρούλα, και γιατί να σε κακοκκαρδίζω! Μα εσύ και καλά να τ' ακούσης. Λοιπόν άκου τα, φτάνει να μην τα ξεστομίσης κανενού καημένη, γιατί η κατάρα μου θα σε φάη.

Ήρθαμε μια στιγμή κοντά σου, όχι να σ' ακούσουμε, γιατί βιάζεται ο φίλος μας απ' εδώ, μόνο να σου πούμε δυο λόγια, εδώ στην πόρτα. Ας περιμένουνε λιγάκι οι φοιτητάδες. Δυο τρεις δοτικές απάνω, δυο τρεις κάτω, τι πειράζει! Χιλιάδες τις έχουνε. Εμείς όμως οι δυο καθημέρα δε σέχουμε.