United States or Curaçao ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και ή μ' έχεις κράξει ή σ' έχω κράξει, και ή μ' έχεις φέρει ή σ' έχω φέρειείναι φτερά που πάει το αέρι, φύλλα που ο άνεμος θ' αρπάξηήρθα· δεν τίναξαν τα φύλλα, ολόρθη στέκοσουν μονάχη· κρεμόντανε στους κλώνους μήλα, νερό συντρίβονταν στα βράχη κι είχες τα πόδια σου λουσμένα κι ως να πατούσες ήσουν κρίνα, τα χέρια σου μπροστά ριγμένα σα λευκά κρίνα ήταν κι εκείνα και σα φτερά και είχαν απλώσει στον ήλιο που είχε πέρα δώσει.

Και μες από κάθε άνοιγμα αριό της τάπιας επρόβαναν περήφανα, βαρύκορμα και σοβαρά τα απόμαχα κανόνια, δοξοπεριχυμένα κάτω από βροχές ολόχρυσες που έχυνε άφτονες απάνω τους ο ήλιος. Άστραφταν λουσμένα μες τις φλογερές αχτίδες του. Εφάνταζαν δράκοντες σιδερόφραχτοι σωστοί, που έδειχναν ολάνοιχτα τα φοβερά τους στόματα προς τον εχτρό, με όρεξη να τον βυθίσουν, να τον καταπιούν.

Ω! Παγγλώση! Παγγλώση! πώς θα χαιρόσουν, αν δεν είχες κρεμαστή! Ο διοικητής διάταξε να τραβηχτούν οι νέγροι σκλάβοι και οι Παραγουιανοί, που σερβίριζαν κρασί μέσα σε ποτήρια από ορυχτό κρύσταλλο. Ευχαρίστησε χίλιες φορές το Θεό και τον Άγιο Ιγνάτιο· έσφιγγε τον Αγαθούλη μέσα στην αγκαλιά του· τα πρόσωπά τους ήτανε λουσμένα στα δάκρυα.

Όλα μέσα στο μαγικό φως λουσμένα είχαν μια πλάνα έκφρασι, σαν να ήσαν τα νησιά των Μακάρων. Το πουλί μας είχε ρίξει κάτω από την Ερημόμηλο κ' εβλέπαμε φώτα στο Κάστρο της Μήλου και άλλα κάτω στα Κρητικά να παιγνιδίζουν στο νερό σαν χρυσόφιδα και δυο φωτιές μεγάλες να χύνωνται ποτάμια πύρινα και να φτάνουν στο καράβι που έλεγες τόρα θ' ανάψη κ' εκείνο.

Ο ήλιος διάφανος, δροσερός αγκάλιασε πάλι την εξοχή, μεγάλοι κόμποι νερού τρεμούλιαζαν στην άκρη των μαδημένων φύλλων των δέντρων των κλημάτων, ο ουρανός άπλονε τη θολωτή αγκαλιά του πιο γαλάζια, τα πουλιά λουσμένα στη βροχή, φτερούγιζαν να στεγνώσουν ήλιο. Κ' η λαμπράδα αυτή του καθάριου ουρανού, του μεγάλου ήλιου, έπεφτε με μια μεγάλη λύπη απάνω στην κατατσακισμένη, την καταστραμμένη φύση.