United States or Somalia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δηλαδή με όποιους νόμους ανατραφούν, όταν αυτοί με κάποιαν θεϊκήν μοίραν μείνουν ακίνητοι εις μακρόν διάστημα, ώστε κανείς να μην ενθυμήται ούτε να ήκουσε ότι άλλοτε ήσαν διαφορετικοί από σήμερον, τότε σέβεται και φοβείται η ψυχή να μετακινήση κάτι τι από τα υπάρχοντα τότε καθεστώτα. Λοιπόν πρέπει έκαστος πολίτης να σκεφθή μέθοδον, πώς να συμβή τούτο με οποιονδήποτε τρόπον εις την πόλιν.

Τους Ρώσσους, μου απήντησεν, θα τους εμποδίση η Ευρώπη να μας φάγουν, τους δε Έλληνας ουδέ καν τους συλλογίζεται ο Σουλτάνος. — Και διατί; παρακαλώ. — Διότι κανείς δε φοβείται τους σκύλους, οι οποίοι αιωνίως γαυγίζουν χωρίς ποτέ να δαγκάσουν. Αν και ήτο κάπως δύσκολον να εύρω ότι ο άνθρωπος είχεν άδικον, η πατριωτική εν τούτοις φιλοτιμία μου μού επέβαλλε να του απαντήσω.

Σωκράτης Αλλά το εναντίον μου φαίνεται, ο φόβος υπάρχει εκεί ίσαίσα, όπου υπάρχει και η εντροπή. Διότι είναι κανένας άνθρωπος ο οποίος, ενώ εντρέπεται μίαν κακήν πράξιν και αισχύνεται αυτήν, να μη φοβήται όμως συνάμα και να μη τρομάζη την κακήν φήμην, η οποία επακολουθεί κατόπιν; Ευθύφρων. Βεβαιότατα την φοβείται. Σωκράτης.

Μετανοεί μάλιστα ο Βάγκος διά τας προς τα δαιμόνια ερωτήσεις του, διότι ναι μεν αι προφητείαι των ουδαμώς ισχύουσιν επί της καρδίας του, αλλ' όμως ταράττουσι τον νουν και ανησυχούσι τον ύπνον του. Έξυπνος δεν φοβείται, αλλά την νύκτα κοιμώμενος δεν είναι τις κύριος εαυτού. Όθεν προσεύχεται πριν ή κατακλιθή.

Έτι δε μάλλον φανερόν γίνεται τούτο εκ των εξής: ενώ δηλ. ουδέν συμβαίνει το προξενούν φόβον, πολλοί όμως περιπίπτουσιν εις πάθη ανθρώπου όστις φοβείται. Διότι ο μεν θα είπη, ότι η οργή είναι επιθυμία να προξενήση τις λύπην αντί λύπης ή ανάλογον τι, ο δε ότι είναι βρασμός του αίματος ή της θερμότητος πέριξ της καρδίας. Εκ τούτων λοιπόν ο μεν αποδίδει την ύλην, ο δε την μορφήν και την έννοιαν.

Ο δε παράσιτος απλώς κλείει την θύραν του δωματίου του, μόνον και μόνον διά να μη ανοιχθή υπό του ανέμου• και αν την νύκτα ακούση θόρυβον, μένει ατάραχος ως να μη ήκουσε τίποτε. Και όταν οδοιπορή εις έρημον μέρος, πηγαίνει άοπλος διότι πουθενά δεν φοβείται τίποτε.

Νομίζω μάλιστα ωφέλιμον να πέμψωμεν και εις την Καρχηδόνα, διότι η πόλις αύτη είναι ανήσυχος και φοβείται πάντοτε μήπως ημέραν τινά επέλθουν κατ' αυτής οι Αθηναίοι. Και ίσως οι Καρχηδόνιοι, αναλογιζόμενοι τα δεινά, τα οποία θέλουν πάθει, εάν αφήσουν να τους διαφύγη η ευκαιρία αύτη, θελήσουν να μας βοηθήσουν αναφανδόν ή κρυφίως ή τουλάχιστον κατ' άλλον τινά τρόπον.

Ένεκα της ανάγκης ταύτης ακριβώς είναι φθονερός και εμποδίζει τον αγαπώμενον από πολλάς άλλας και από τας ωφελίμους συναναστροφάς, και γίνεται αίτιος μεγάλης βλάβης όταν τον απομακρύνη από τας σχέσεις αι οποίαι θα επέδρων εις τον ανθρωπισμόν του, μεγίστης δε όταν τον απομακρύνη από τας σχέσεις αι οποίαι θα τον καθίστων φρονιμώτατον, τούτο δε το κατορθώνει η θεία φιλοσοφία, από την σχέσιν της οποίας κατ' ανάγκην ο ερών εμποδίζει μακρόθεν τον αγαπώμενον, επειδή φοβείται μήπως καταφρονηθή υπ' αυτού.

Ήτο απλή και δεν επονηρεύετο. «Η δε γυνή ένα φοβείται, τον άνδρα». Της γίδας τα κέρατα είνε κυρτά, εις σημείον υποταγής, φαίνεται, εις τον υψικέρατον τράγον. Της κόττας η λοφιά είνε αμαυρά και ταπεινή, και του πετεινού είνε κόκκινη, υψηλή και εξηρμένη, και όλον το σώμα του με υψηλά σκέλη ανωρθωμένον. Παντού η υποταγή της θηλείας εις τον άρρενα.

ΕΡΜ. Βλέπεις, Χάρων, ότι ο Λυδός δεν ανέχεται την ειλικρίνειαν και την αλήθειαν των λόγων, αλλά του φαίνεται παράδοξον ότι άνθρωπος πτωχός δεν συστέλλεται και δεν φοβείται ενώπιόν του, αλλ' εκφράζει ελευθέρως την γνώμην του.