Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 16 Μαΐου 2025
ΧΟΡΟΣ Όχι, μα τον υπέρτατον μες στους θεούς τον Ήλιον, έρημος από τους θεούς κι απ’ τους ανθρώπους, αν τέτοια έχω στο νου μου, ν’ απομείνω. Η ολεθρία που ’πεσε στη χώρα η συμφορά σπαράζει εμένα του άμοιρου την άθλια ψυχή, μην τύχη και προσθέσωμε κι άλλο κακό καινούργιο. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Πρέπει λοιπόν να φύγη αυτός μακριά απ’ τας Θήβας, ή πρέπει εγώ ν’ αφανισθώ μακριά να φύγω.
να σας σκορπίσουν», ο άρχοντας προστάζει και φεύγει· στη ματιά του αστράφτει οργή. «Η πείνα, η δυστυχία δε σας σπαράζει; Λεήστε μας! δεν είστε χριστιανοί;» βογκά ο λαός· κι άλλος τα χέρια δένει, άλλος πέφτει στη γη γονατιστός· μα μέσα από το πλήθος ξάφνω βγαίνει κι ορθός αντίκρυ στήνεται ένας νιος.
Αν εξακολουθείς να τον βασανίζης θα τιμωρηθής. — «Αυτός με καταδιώκει!» ανέκραξεν ο Αντίπας «Ζητεί παρ' εμού πράγματα αδύνατα. Από την εποχήν εκείνην με καταλαλεί, με σπαράζει. Κατ' αρχάς δεν ήμην σκληρός. Απέπεμψα μάλιστα από την Μαχαιρουσίαν τους ανθρώπους οι οποίοι έβαλον σκάνδαλα εις τας επαρχίας μου. Αλλοίμονόν του! με προσβάλλει και υπερασπίζομαι εμαυτόν!»
Κόψε με, πάρε με 'ς την αγκαλιά.» Ολόρθο επέταξε τάξιο λεπίδι, Ταγέρι εξέσκισε πέρνει φτερό Άστραψ' εσφύριξε γοργό σα φίδι, Το δέντρο ελύγισε 'ς τη γη νεκρό. Βαρειά σπαράζει φοβερή 'ς το χέρι του Λαμπέτη Η κάρα τ' Αστραπόγιαννου. Το μάτι ανταριασμένο Του σκοτωμένου τρεις φοραίς αναιβοκατεβαίνει Και βασιλεύει σκοτεινό. 'Σ το μέτωπό του η νύχτα Ξαπλώθηκε αξημέρωτη.
Κι εξόριστον εδώ και θλιβερό ένα κύμα θερμό με ξαναρπάζει, και ό τι καλό δικό μου λαχταρώ και ό τι ξένο χαμένο με σπαράζει. Και η καρδιά μια ραγίζει και πονεί, μια παλεύει, ανταριάζεται, φουσκώνει, ως που ειρηνεύει πάλι ταπεινή, και η παλιά της αγάπη την πυρώνει. Και για τον κόσμο ανώφελη, σωπά πάθη και μίση· και μονάχα ξένα και δικά της με τόση ορμή αγαπά, με όση δεν τα είχε πριν αγαπημένα.
Έπεσε τότε αχώντας, και πλήγωσε βαθιά βαθιά κάθε Αχαιού τα σπλάχνα. Πώς λέοντας μαχονικάει κάπρι στεριοδοντάτο — σαν πολεμούν περήφανα σ' ολόρθο κορφοβούνι για μια πηγούλα, τι διψούν και θεν κι' οι διο να πιούνε — 825 και το σπαράζει, ενώ φυσάει και μάχεται ως στο τέλος· έτσι με τ' όπλο από κοντά και το Δαρδανοφάγο γιο του Μενοίτη ο Έχτορας έστρωσε εκεί στο χώμα.
Έτρεξαν όλα τα έθνη Ν' αντισταθούν με βίαν, Μα εκείνος με ανδρείαν Κατακόπτει τους εχθρούς· Βοναπάρτης δεν φοβείται Δεν γνωρίζει την δειλίαν, Να χαρίση Ελευθερίαν Προσπαθεί· εις τους λαούς. Στο βουνόν σταις άγριαις ράχαις Αναβαίνει, δεν τρομάζει, Η καρδιά του δεν σπαράζει Στους αγώνας τους πολλούς· Χύνονται ωσάν μελίσσια Οι εχθροί αρματωμένοι Γύρωθεν αγριωμένοι Με πολέμους φοβερούς.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν