United States or Gabon ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αύρα γλυκειά στους πράσινους βυθούς αργοσαλεύει, στα ρείκη αρχίζει το σκοπό σιγά ο κορυδαλός, μα όσο στο φως υψώνεται κι όσο ψηλά αλαργεύει, το λάλημά του χύνεται ολόηχος κάτω αυλός. Και δες: με τις παλιές χαρές η νέα μέρα αρχίζει· στη χλόη νέα άνθη, νέοι βλαστοί στο γέρικο κορμό, και γύρω τους μυριόφτερος κόσμος ξυπνά, σκορπίζει και το τραγούδι της ζωής βουίζει το θερμό.

Γιατί κτυπούν έτσι τα δόντια σου; Προχώρησε να φύγουμε. Έλα κοντά μου. — Έρχομαι. Τα πόδια μου είναι μολύβι. Προχωρήσαμε μες στο σκοτάδι. — Σφίξε μου το χέρι. Έλα κοντά μου. Κρατούσαμε σφικτά ο ένας το χέρι του άλλου, τα νύχια μου είχαν μπη βαθιά στα κρέατα του κ' ένοιωθα τα νύχια του να σχίζουν τη σάρκα μου. Το αίμα έτρεχε θερμό απ' τα χέρια μας. — Σφίξε μου το χέρι, σου λέω. Τρέμω...

Κάτι του φαινότανε πως ξεκολλούσεν από κει, προχωρούσε μέσα στο πέλαγος, έφτανε στο καράβι, και χαλούσε την ησυχία της νύχτας. Ήτανε το τελευταίο συνάντημα με τη μικρή Καίτη του καφεσαντάν. Τα όμορφα λόγια και τα γλυκά φιλήματα είχανε σχηματισθεί τώρα σε κάτι μαλακό και θερμό και μεθούσανε την ύπαρξή του.

Σας προτείνω λοιπόν τώρα να εμπιστευθήτε όλοι στης γυναίκες μας τη χώρα, που της έχουμ' επιστάτες και ταμίες μεσ' στο σπίτι! Α’ ΓΥΝΗ Εύγε! εύγε! Μα τον Δία!. . . Β’ ΓΥΝΗ Πες τα! πες τα, συμπολίτη ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Πόσο είνε η γυναίκα απ' τον άνδρα πειό καλή, θα σας τ' αποδείξω τώρα. Πρώτον, πλένει το μαλλί πάντα σε θερμό νερό, σύμφωνα μ' αυτό το νόμο, πούταν στον παληόν καιρό.

Τα απλά αυτά λόγια με ξαναφέρανε στην πραγματικότητα και στο στήθος μου πέρασε ένα θερμό κύμα ευγνωμοσύνης προς το νέο, που με πήγαινε με το αμάξι του. — Ναι, είπα με πνιγμένη φωνή. Αυτό είναι. Και κάθησα στο αμάξι με το συναίστημα πως βρήκα έναν άνθρωπο, που έννοιωσε τι έτρεχε κ' ήθελε να με βοηθήση.

Το όνειρο αυτό σου το πνιγμένο κλαίμε, πράξεις κι ονείρατα ένα στη ζωή· με τον πόθο της το όνομά σου λέμε, είσαι ο βαθύς καημός της μπρος μας συ· και αναπαυμένο ο νους μου δε σε βάνει μες στο θλιμμένο που άραξες λιμάνι. Πνοή σου ήταν το πάλεμα κι η αντάρα, βαθιά χαρά σου το θερμό το φως· ω πως μπορεί και σβει τόση λαχτάρα!

Γνώριζα τη φωνή της όταν έπαιρνε τόσο βαθύ και θερμό τόνο, σα να σιγάζανε όλα τάλλα μέσα της όξω από την αγάπη. Ένοιωσα πως η απόφασή της τώρα είταν ακλόνητη, πως η Έλσα είτανε πάλι δική μας ή ήθελε να γίνη κ' ένα θερμό κύμα ευγνωμοσύνης σ' αυτή και σ' όλη τη ζωή φούσκωσε μέσα μου.

Κι ό τι μεγάλο και καλό κι ωραίο είναι πλασμένο παρόμοια μια φωτιά, παρόμοιο μέθησμα γλυκό δεν το έχει γεννημένο σε μια θερμή καρδιά; Χαρά στον όποιο διαλεχτό που αγάπη του πυρώνει τη δυνατή ψυχή και ό τι εκεί μέσα ανθοβολεί μπορεί και το φτερώνει σε αρμονικήν ειδή. Κι ενώ το γλυκοτάραγμα στα βάθη του σιγάζει, ως το σκορπά θερμό μες στον αέρα τον πλατύ, καρδιές αναγαλιάζει με σάλεμα τερπνό.