Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 3 Μαΐου 2025
Αύρα γλυκειά στους πράσινους βυθούς αργοσαλεύει, στα ρείκη αρχίζει το σκοπό σιγά ο κορυδαλός, μα όσο στο φως υψώνεται κι όσο ψηλά αλαργεύει, το λάλημά του χύνεται ολόηχος κάτω αυλός. Και δες: με τις παλιές χαρές η νέα μέρα αρχίζει· στη χλόη νέα άνθη, νέοι βλαστοί στο γέρικο κορμό, και γύρω τους μυριόφτερος κόσμος ξυπνά, σκορπίζει και το τραγούδι της ζωής βουίζει το θερμό.
Πηγαίναμε στην καμαρά μας και καθόμαστε κει χωρίς να μιλούμε λέξη και νοιώθαμε τη σιωπή να υψώνεται ανάμεσά μας, σαν ένας τοίχος, που δεν τον έχτισε κανείς, μα και κανείς δεν μπορούσε να τον γκρεμίση.
Όπως το πλατάνι, που της ρίζες του απλώνει σε τόπον όπου τρέχουνε νερά και θεριέβει το κορμί του κι' όσο πάει και φουντώνει, έτσι σαν γίγαντας υψώνεται, όποιος γερά στα δάκτυλα σφίγγει της Πίστης τα λουριά.
Δράμα και «Αι Συνέπειαι της παλαιάς ιστορίας», όσο κι αν το φωτίζει κάποιο φως μυστηριακό σαν ξεχυμένο από μια γερμανικής ψυχογραφίας θαμπωμένη πηγή, καθώς είναι και οι ήρωές του πλάσματα γερμανικής ευαισθησίας. «Το μόνον της ζωής του ταξείδιον» είναι για μένα το έργο που ο διηγηματογράφος και ο ποιητής, ο αφελής ιστοριστής ενός παραμυθιού και ο υποβλητικός ζωγράφος μιας ψυχής που υψώνεται ίσα με το νόημα ενός συμβόλου ζουν εκεί αδερφωμένα και συγκυριαρχούν.
3η ΜΑΝΝΑ. Σαν λύκηθος υψώνεται το λιγυρό κορμί του. . . 4η ΜΑΝΝΑ Είνε κακό τέτοιος λεβέντης ν' αποθάνη. . . 2ος ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΥΣ Των χριστιανών την πλάνη αν δεν αρνηθή, με τα κοντάρια των στρατιωτών θα τρυπηθή
Ελευθερώνει τους εχθρούς του, και βλέπει θαυμαστά πιτυχημένο το σχέδιό του· η μετάνοια αναγέννησε τον βασιλέα της Νεάπολης· η παλαιά έχθρα, που έως τότε είχε πλακώσει τη φυσική του γενναιότητα, έδωσε τόπον εις την αγάπη, και με τη δύναμη της μετάνοιας αυτός υψώνεται εις το νόημα, που ελεύθερα έπλασε ο Πρόσπερος, την ένωση του τέκνου του με το τέκνο του εχθρού του.
Μια μέρα, ω φίλη, θα πάμε μαζύ στον ευτυχισμένον τόπο απ' όπου κανείς δε γυρίζει πίσω. Εκεί υψώνεται ένας μαρμάρινος άσπρος πύργος. Σε καθένα από τα χίλια παράθυρα του λάμπει αναμμένη λαμπάδα. Σε καθένα, τραγουδιστές παίζουν, και τραγουδάνε μελωδίες χωρίς τέλος. Ο ήλιος δε λάμπει εκεί, όμως κανείς δεν πεθυμάει το φως του. Είναι ο ευτυχισμένος τόπος των ζωντανών».
Στη στροφή, όχι μακρυά από το ψηλό κιγκλίδωμα, είδε να υψώνεται στην ξαστεριά τ' ουρανού τον εύρωστο κορμό του μεγάλου πεύκου. «Ωραίε κύριε, περίμενέ με στο πρώτο δάσος που θ' απαντήσης. Θα γυρίσω σε λίγο. — Πού πάς; Τρελλέ, ζητάς κι' όλα το θάνατό σου;» Αλλά ο Τριστάνος, μ' ένα σίγουρο, πήδημα, είχε περάσει κι' όλα το κιγκλίδωμα. Πήγε κάτω από το μεγάλο πεύκο, κοντά στο μαρμαρένιο πλατύσκαλο.
Η φαντασία μας, από φυσικού της σπρωχνομένη ώστε να υψώνεται, τρεφομένη από τις φανταστικές εικόνες της ποιήσεως, φαντάζεται κλίμακα όντων, όπου ημείς είμεθα το κατώτερον, και το παν εκτός ημών φαίνεται λαμπρότερο, καθέν άλλο είναι τελειότερο. Και τούτο είναι ολωσδιόλου φυσικόν.
Όταν συνήλθαν λιγάκι βάδισαν προς τη Λισσαβώνα· τους έμειναν ολίγα χρήματα, με τα οποία έλπιζαν να γλυτώσουν από την πείνα, αφού γλύτωσαν από την τρικυμία. Μόλις επάτησαν το πόδι τους στην πόλη, κλαίοντας το θάνατο του ευεργέτη τους, και νοιώθουν να τρέμει η γης κάτου από τα πόδια τους. Η θάλασσα υψώνεται βράζοντας μέσα στο λιμάνι και σπάζει τα αγκυροβολημένα καΐκια.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν