United States or Marshall Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αυτούς λοιπόν πρέπει να λάβη υπ' όψιν του ο επίτροπος και ο άρχων, αν έχη έστω και ολίγον νουν, και να προσέχη και να προφυλάσσεται ως προς την ανατροφήν και την εκπαίδευσιν των ορφανών, και όσον του είναι δυνατόν να τα ευεργετή με όλας του τας δυνάμεις ως να συνεισφέρη έρανον διά τον εαυτόν του και τους ιδικούς του.

Κ' η Χλόη του τα ιστορεί όλα· την τρεχάλα της στο Δόρκωνα· το συνήθιο των βοϊδιών· πώς την ορμήνεψε να παίξη το σουραύλι και ότι πέθανε ο Δόρκωνας· μόνο από ντροπή για το φιλί δεν είπε. Αποφασίσανε λοιπόν να τιμήσουνε τον ευεργέτη τους· κι αφού πήγανε με το συγγενολόι τους, θάφτουνε τον άμοιρο το Δόρκωνα.

Και θέλει μεν να ευεργετή, εντρέπεται όμως να ευεργετηθή. Διότι το πρώτον είναι ιδιότης του υπερέχοντος, ενώ το δεύτερον του υπερεχομένου. Και αποδίδει την ευεργεσίαν με περισσότερα. Διότι ούτω πως ο πρώτος θα γίνη και χρεώστης και θα είναι ευεργετημένος. Φαίνεται δε και ότι ενθυμούνται όσους ευεργετούν, όχι όμως και εκείνους οι οποίοι τους ευεργέτησαν.

Ίσως δε είναι ορθόν αντιστρόφως να πηγαίνη κανείς εις μεν τους ατυχούντας απρόσκλητος και προθύμωςδιότι ιδιότης του φίλου είναι να ευεργετή και προ πάντων τους ευρισκομένους εις ανάγκην, και αν ακόμη δεν το εζήτησαν, διότι τούτο είναι και διά τους δύο καλλίτερον και ηδονικώτερον.

Η γαλέρα πετούσε· σε λίγο ήσαν μέσα στο λιμάνι. Φώναξαν έναν Εβραίο, στον οποίον ο Αγαθούλης πούλησε για πενήντα χιλιάδες τσεκίνια ένα διαμάντι, που κόστιζε εκατό χιλιάδες. Ο Εβραίος ωρκιζότανε στ' όνομα του Αβραάμ, πως δε μπορούσε να δώση περισσότερα. Πλήρωσε αμέσως τη ξαγορά του βαρώνου και του Παγγλώσση. Ο τελευταίος έπεσε στα πόδια του ευεργέτη του και τάβρεξε με δάκρυα.

Ακόμη δε, εάν ιδιότης του καλού φίλου είναι μάλλον να ευεργετή παρά να ευεργετήται, και εάν ιδιότης του αγαθού και της αρετής είναι να ευεργετή, καλλίτερον δε είναι να ευεργετή κανείς φίλους παρά ξένους, έπεται ότι ο σπουδαίος χρειάζεται φίλους διά να τους ευεργετή.

Τούτο δε συμβαίνει, διότι επιθυμούν μεν όλοι ή οι περισσότεροι τα καλά, προτιμούν όμως τα ωφέλιμα. Και καλόν μεν είναι το να ευεργετή κανείς, όχι διά να ευεργετηθή, ωφέλιμον όμως είναι το να ευεργετήται. Επομένως, όστις ημπορεί, πρέπει να ανταποδίδη τα ανάλογα προς όσα έλαβε, και εκουσίως.

Φεύγοντας ο φονιάς, ο πιστός Γκεσούλης ζύγωσε το νεκρό, στρώθηκε καταγής και βάζοντας το κεφάλι του ανάμεσα στα μπροστινά του τα πόδια, άρχισε το λυπητερό γουρλητό ως το πρωί, κλαίγοντας τον πολυαγαπημένο του τον αφέντη κι' ευεργέτη του.

Διά τούτο είναι ζήτημα αν εις τας ευτυχίας χρειάζονται περισσότερον οι φίλοι ή εις τας δυστυχίας, το οποίον αποδεικνύει ότι και όστις ατυχεί χρειάζεται ευεργέτας, και όστις ευτυχεί χρειάζεται ανθρώπους διά να τους ευεργετή. ― Αλλ' ίσως είναι παράλογον ακόμη και να θέλωμεν να αφήσωμεν εις μοναξίαν τον αξιομακάριστον. Διότι μόνος του κανείς δεν θα εδέχετο να έχη έστω και όλα τα αγαθά.

Όταν συνήλθαν λιγάκι βάδισαν προς τη Λισσαβώνα· τους έμειναν ολίγα χρήματα, με τα οποία έλπιζαν να γλυτώσουν από την πείνα, αφού γλύτωσαν από την τρικυμία. Μόλις επάτησαν το πόδι τους στην πόλη, κλαίοντας το θάνατο του ευεργέτη τους, και νοιώθουν να τρέμει η γης κάτου από τα πόδια τους. Η θάλασσα υψώνεται βράζοντας μέσα στο λιμάνι και σπάζει τα αγκυροβολημένα καΐκια.