United States or Bouvet Island ? Vote for the TOP Country of the Week !


Παιδιά, τα πήρε η τύφλα Και χύνονται μεςτη φωτιά... Του Διάκου τα λιθάρια Με τα λεπίδια πελεκούν να τα ξεθεμελιώσουν. Αρπάζουνε για ν' αναιβούν την πέτρα με τα νύχια Κι' ότι φανούν τα δάχτυλα, το σίδερο θερίζει.

Μόνον οι δύο πλοίαρχοι, από τα παράθυρά των, πάραυτα ενόησαν και αφήκαν διπλήν κραυγήν. — Πάει το κόττερο! είπε μετ' αληθούς πόνου ο Νικόλας. Κρίμα 'στο. Κρίμα 'ς! — Τύφλα! είπεν ανάλγητος, αυστηρός τιμητής ο Στέργιος. Το πρωί όλοι έμαθον ότι η τρικυμία εξέσυρε τας αγκύρας του μικρού κοττέρου, και το πλοίον εγένετο άφαντον, μαζύ με τον Κώτσον τον Φραγκούλαν, τον μόνον επ' αυτού ναυβάτην.

Αυτή η συγκέντρωση της ματιάς, που κάνει τον καλλιτέχνη, περιορίζει με την καθαρήν έντασή της την ικανότητα της λεπτής εκτιμήσεως. Η δημιουργική ενέργεια τον κάνει να τρέχη τυφλά προς τον σκοπό του. Της άμαξάς του τροχοί σηκώνουν σύννεφο τη σκόνη γύρω του. Οι θεοί είναι κρυμμένοι ο ένας από τα μάτια του άλλου. Μπορεί να διακρίνουν τους πιστούς των. Αυτό είναι όλο.

Δι' όσα έχομεν ορθήν κρίσιν, κατά τι αυτά διαφέρουν από όλα τα άλλα, μας λέγει και πάλιν να προσθέσωμεν ορθήν κρίσιν, κατά τι διαφέρουν από τα άλλα. Και κατ' αυτόν τον τρόπον τύφλα νάχη το αναποδογύρισμα της σκυτάλης ή του γουδοχεριού απέναντι αυτής της συμβουλής, και πολύ δικαιότερον θα ήτο να ονομασθή οδηγία τυφλού. Θεαίτητος.

Αλλά την φοράν αυτήν ήρχισαν διά τυφλομάχων, οίτινες ήσαν παλαισταί, φέροντες περικεφαλαίας κλειστάς, μέλλοντες να πολεμήσωσιν εις τα τυφλά. Μία δωδεκάς εκ των τυφλομάχων τούτων εφάνησαν συγχρόνως εις την κονίστραν, ήρχισαν να κτυπώσι με τα ξίφη των το κενόν, ενώ οι μαστιγοφόροι τους ώθουν κατ' αλλήλων δι' υπερμεγεθών δικράνων.

Και μοναχά τούτα; Ένα δέντρο, ένας βράχος, ένα κούτσουρο ακόμα. Τους μιλάς και σου μιλούνε. Ταγαπάς και σ' αγαπούνε. Τύφλα νάχουνε οι ανθρώποι και τα καλά τους. Ωστόσ' ο Στρατής το Στοιχειό μήτε τέτοιο σύντροφο δεν είχε κανένα, Ούτε σκυλί, ούτε γατί, ούτε ζωντανό, ούτ' ένα κούτσουρο ακόμα.

Αυτός παντέχει· Εις το κεφάλι, Αράδα να 'χη, Μικροί μεγάλοι· Στρίφει τη ράχη. Καλήτερό του Παρέκει βγαίνει, Για ισότιμό του. Πάντ' ανηβαίνει· Έχει, δεν έχει, Για αυτό κοπιάζει Που τα μεγάλα Για να φαντάζη. Σε όπια λάχη Τυφλά κινιούνται, Ποσώς δε στρέγει, Ταλαιπωριούνται. Μέτραγε τα έξοδά σου, κατά το εισόδημά σου. Οι Λαγοί.

Εδώ κοίτεται ο αδελφός σου, — άξιζε τάχα περισσότερο από το χώμα που κοίτεται, ανίσως αυτός ήταν εκείνο που φαίνεται; με τούτο το πιστό σίδερο, τρία δάκτυλα μέσα, εγώ του στρώνω το κρεββάτι για πάντα, ενώ εσύ, αν έκανες το ίδιο, στην αιώνια τύφλα θα έμπαζες το μουχλιασμένο εκείνο γεροντάκι με τες φρόνιμες νουθεσίες, να μην τον έχουμε να μας κατακραίνη.

Όταν θέλης να λέγης ψεύματα, να τα σκέπτεσαι εξ αρχής. Ο Βράγγης κατεταράχθη, επόνεσεν, έκλαυσεν. Αντεστάθη μέχρις εσχάτων. — Και όταν συλλογίζωμαι ότι το άλογόν μου κοντεύει να σκάση. — Μήπως θα είναι το πρώτον; — Και τρέχομεν τόσας ώρας, χωρίς να ειξεύρωμεν διατί! — Και ποίος ημπορεί να παραπονεθή; — Αλλά δεν είναι ευχάριστον να ενεργή τις εις τα τυφλά. — Πιστεύεις ότι ενεργούν εις τα τυφλά;

Κ' εγώ που πλερώνω έχω απαίτηση να με δουλεύουνε τυφλά. ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ Την άλλη ζωή, σ' εκείνη που τους στέλνετε σεις , . . Είστε γεννημένοι για μια τέτοια δουλειά, και δεν πρέπει να παραπονιέστε. Κι αν αυτή η ζωή σας κρύβει τη δυστυχία, όπως ολοένα φωνάζετε, δε φοβάμαι να πω, πώς είστε καμωμένοι και για τη δυστυχία ακόμα. . . Περίεργο πράμα!