United States or Israel ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όταν θέλης να λέγης ψεύματα, να τα σκέπτεσαι εξ αρχής. Ο Βράγγης κατεταράχθη, επόνεσεν, έκλαυσεν. Αντεστάθη μέχρις εσχάτων. — Και όταν συλλογίζωμαι ότι το άλογόν μου κοντεύει να σκάση. — Μήπως θα είναι το πρώτον; — Και τρέχομεν τόσας ώρας, χωρίς να ειξεύρωμεν διατί! — Και ποίος ημπορεί να παραπονεθή; — Αλλά δεν είναι ευχάριστον να ενεργή τις εις τα τυφλά. — Πιστεύεις ότι ενεργούν εις τα τυφλά;

Ο μπάρμπα-Κωνσταντός εκτύπησεν ελαφρώς και επόνεσεν, εκ του τιναγμού μάλλον και του φόβου, ή εκ του κατάγματος. Ευτυχώς, ολίγω πριν, όταν ευρίσκετο εις το ύψωμα, επάνω εις μέγαν υπερκείμενον βράχον, είχεν ιδεί την αντιλαμπήν του μικρού ναΐσκου, όπου αρτίως είχε ψαλή η Ανάστασις, και είχεν εννοήσει ότι δεν απείχε πλέον πολύ από τον Αγ. Ιωάννην.

Την στιγμήν εκείνην ηκούσθησαν κούφια πατήματα επί της χιόνος, έξω, και συγχρόνως φωνή παγωμένη. — Άιντε, Μπάρμπα Σταύρο; Τι κάνεις; Πάνε η εληαίς! — Ωχ! Ωχ! εκραύγασε τότε ο Μπάρμπα-Σταύρος, ως να επόνεσεν αίφνης η καρδία του. Δεν το είχε σκεφθή αυτό, από την χαράν του, ότι ένεκα της χιόνος θα έκαμνεν οικονομίαν. Ο φαιδρός πάντοτε γέρων αίφνης εμελαγχόλησε και συνωφρυώθη.

Νομίζω δε ότι το επέτυχεν· αν τουλάχιστον ερωτηθώσιν οι βραχίονές του, εφ' ων πολλαπλά και ποικίλα απέμειναν τα ίχνη τολμηρών τινων δακτύλων, αναντιρρήτως θα είπωσι το ίδιον. Ίσως επόνεσεν ολίγον ο ιδιότροπος Άγγλος· αλλά ε μ π ρ ό ς 'ς τ α κ ά λ λ η τ' ε ί ν' ο π ό ν ο ς! κατά την δημώδη παροιμίαν. Υποθέτεις ότι θα το ξανακάμη το ερχόμενον Σάββατον; Τις οίδε!

Και ήτο αμφίβολον, αν ηδύνατο να επανεύρη αλλαχού σειράν, εις αυτήν την ηλικίαν. Αλλ' όσον και αν εθλίβη η κυρά-Μιχάλαινα, όσον και αν επόνεσεν ο κυρ-Μιχάλης, ο Καπετάνιος εθλίβη ακόμη περισσότερον· και ηυχήθη τότε να απέθνησκεν, αν έμελλε διά παντός ν' απολέση την μόνην παραμυθίαν του εκείνην.

Έως ότου δε η Κρατήρα κομίση τούτο από το κατώγειον, συγκοινωνούν μετά της οικίας διά κλαβανής, αφανούς του πατώματος θύρας, ηκούσθη άλλη φωνή έξω. — Ακόμα, Μπάρμπα-Σταύρο! Πάνε η εληαίς, όλαις σπάσανε! — Ωχ! ωχ! απήντησε πάλιν ο φιλάργυρος γέρων, ως να επόνεσεν η καρδιά του πάλιν.