Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 28 Μαΐου 2025
Τότε ο νεκραγωγιάτης γιος απάντησε του Δία 410 «Γέρο, όχι, δεν τον άγγιξε όρνιο ως στα τώρα ή σκύλος, Μον έτσι χάμου κοίτεται στρωμένος μες στις σκόνες, στο πλοίο ομπρός.
— Ο λαός μου εσώθηκε· συλλογίζεται πασίχαρος σε όλο το ταξείδι. Ο γέροντας βασιλιάς απάνω στον ολόχρυσο θρόνο του παραλυμένος κοίτεται από τον φόβο και την απελπισία. Ερημιά τριγύρω και πένθος μέσα του. Η Δωδεκάδα τον παραστέκει χλωμή και τ' άρματα λαμπρά προστατεύουν την πολύτιμη ζωή του. Μα εκείνος ανήσυχος ένα άρμα προσμένει κ' ένα σύμβουλο· το παιδί του.
Ο καθένας να βγάζη το ψωμί του, και το πιώτερο το ψωμί βγαίνει από κει που έπρεπε να πηγαίνη. Στη μέση κοίτεται η εθνική η μελόπηττα, και τριγύρω σωριάζουνται οι πεινασμένες οι σφίγγες και τη βυζάνουν. Καθένας και το κεντρί του, και το κεντρί αυτό είναι το &Εγώ& του Ρωμιού. Ο λαός αυτός, που τονε βλέπεις τώρα και θαρρείς πως παράκμασε, και πως έχασε τον ηρωισμό του, μην το θαρρής.
Εδώ κοίτεται ο αδελφός σου, — άξιζε τάχα περισσότερο από το χώμα που κοίτεται, ανίσως αυτός ήταν εκείνο που φαίνεται; με τούτο το πιστό σίδερο, τρία δάκτυλα μέσα, εγώ του στρώνω το κρεββάτι για πάντα, ενώ εσύ, αν έκανες το ίδιο, στην αιώνια τύφλα θα έμπαζες το μουχλιασμένο εκείνο γεροντάκι με τες φρόνιμες νουθεσίες, να μην τον έχουμε να μας κατακραίνη.
Τι ο Ποδαλείρης ο γιατρός κι' ο γιατρεφτής Μαχάος, ο ένας με πληγή θαρρώ πως χάμου στην καλύβα κοίτεται θέλοντας γιατρό κι' ατός του κατεχάρη· 835 στον κάμπο ο άλλος σταματάει των Τρώων το γιουρούσι..»
Εις πολύ βάθος κοίτεται το σώμα του πατρός σου^ κοράλια είναι τα κόκκαλα, τα μάτια μαργαρίτες. Κάθε φθαρτό της φύσης του^ μέσα στο κύμα πέρνει ξένη μορφή πολύτιμη, και η κόρες της θαλάσσης απ' ώρα σ' ώρα σήμαντρο βαρούν για τη θανή του. Άκου τες· τώρα τες γροικώ, ντιν, ντον, νεκρά σημαίνουν. Αντιφ. Ντιν, ντον.
— Εις κακήν ώραν ήλθες, φίλε, τω απαντά ο πτωχός χωρικός· η σύζυγός μου πάσχει βαρέως, η δε καλύβη μου δεν έχει παρά δύο δωμάτια· εις το έν κοίτεται η σύζυγός μου, το δε άλλο κατέχεται από τα έξ παιδία μου. Είσελθε όμως, και θέλω προσπαθήσει να σε εξοικονομήσω. Ο μακαρίτης πατήρ μου μ' έλεγε πάντοτε « κάμνε καλόν, και ο Θεός μετά σου . »
Όχι όχι! εγώ προστάζω 205 τώρα να πιάσουνε σπαθί τα παλικάρια ... αμέσως ... απότιστοι και νηστικοί, και σα βουτήξει ο ήλιος ας φαν όσο ποθούν, αφού ξεχρεωθεί η ζημιά μας. Μα κάτου πριν δε γίνεται να μου κατέβει εμένα στο στόμα εδώ φαγί ή πιοτό, αφού 'χασα το βλάμη, 210 που στην καλύβα από χαλκό μού κοίτεται σφαγμένος τηρώντας κατά τη μπασιά, και γύρω του οι συντρόφοι θρηνούν.
Που είσαι, Ελένη μου; Για εύγα να σε 'δούμεν Κι' από τη μαύρη μας καρδιά δυο λόγια να σε 'πούμεν». Και ολίγον κατωτέρω· «Διαβάτα που με θαυμασμό το μνήμα της κυττάζεις, Και τ' όνομά της στο Σταυρό το νεκρικό διαβάζεις, Ειπέ της ανθρωπότητος, ωραίε διαβάτα, Ότι ενταύθα κοίτεται υπό την μαύρην πλάκα».
Στο κάστρο της Τροίας που λυώνει σε σκόνη κοίτεται η σαύρα σαν κάτι τι από πράσινο μπρούντζο. Η κουκουβάγια έκτισε τη φωλιά της στο παλάτι του Πριάμου.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν