United States or Cocos Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όλα είναι καλά, όλα πάνε καλά, όλα πάνε όσο το δυνατό καλύτερα! &Περί Πακέττας και του αδελφού Γαρουφάλη.& Μόλις ήρθε στη Βενετία, ζήτησε τον Κακαμπό σ' όλες τις ταβέρνες, σ' όλα τα καφενεία, σ' όλα τα πορνεία, και δεν τον βρήκε πουθενά. Έστελνε κάθε μέρα να ψάχνουν όλα τα καράβια κι' όλες τις βάρκες· καμιά είδηση από τον Κακαμπό!

Ο Μώρος την ήνοιξε με ένα κτύπον της κεφαλής του και με μίαν προσπάθειαν του αριστερού του βραχίονος. Είτα ως ο κολυμβητής, ο αναδυόμενος εκ του κύματος, επήδησεν επάνω εις το πάτωμα, έκλεισε μετά κρότου την κλαβανήν, κ' εφάνη ότι έθεσεν εν βάρος, ίσως μικράν τινα κασσέλαν, επί της σανίδος. Οι δύο χωροφύλακες, εν οργή και με πολλάς βρασφημίας, ήρχισαν να ψάχνουν εις το ισόγειον.

Σιώπα! . . . σιώπα! εψιθύρισεν η Αμέρσα. Πω πω, θεέ μου! Δύο «ταχτικοί»! κάτω στο κατώι . . . ψάχνουν . . . ψάχνουν . . . Τι γυρεύουν; Έβλεπε τους δύο χωροφύλακας ν' αποκομίζουν τα μικρά, άξεστα όπλα, τα έργα του αδελφού της, ως και τον τροχόν και τας ακόνας.

Άμα το εύρουν, εσκέφθηκαν, ανασταίνουν εύκολα τους σκοτωμένους. Πάνε μέσα στη σπηλιά, ψάχνουν αποδώ, γυρεύουν αποκεί· σταλιά νερό. Ο μισητός φόνος εμόλυνε το αθάνατο κ' έφυγε να κρυφθή από τα μάτι του ανθρώπου· μαζί εχάθη και το ψαράκι. Φαρμακωμένοι τόρα εβγήκαν έξω οι καπετάνοι. Αλλ' ως που να έβγουν ακούνε που εφρεσκάριζεν ο καιρός.

«Οι Μοίρες οι σκληρόκαρδες την είχανε μοιράνει...» Οι μάννες, γνωρίζοντας τον αλάθευτο ερχομό των Μοιρών, προσπαθούν να κοιμούνται για να μην ακούσουν, από φόβο μην ακούσουν κακά προφητέματα. Καμμιά φορά οι Μοίρες, αλλά πολύ σπάνια, αφίνουν και δώρα, προ πάντων δαχτυλίδι, γι’ αυτό κι’ οι μάννες το πρωί ψάχνουν στο στρώμα του παιδιού μην εύρουν τίποτε.

Άνοιξε, άνοιξε την θύρα• γρήγορα να μην αργώ. ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Ω Ηρακλή! τι ειν' αυτά τα ζώα; Ο ΜΑΘΗΤΗΣ Σου φαντάζουνε παράξενα; Έλα λοιπόν! σαν τι θαρρείς πως μοιάζουνε; ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Σαν Λάκωνες αιχμάλωτοι της Πύλου. Ε, κι' αυτοί γιατί κυττάν' όλο τη γη και στέκονται σκυφτοί; Ο ΜΑΘΗΤΗΣ Ψάχνουν τη γη. ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Γυρεύουνε βουρβιά;

Το ίδιο μπορεί να πούμε και για την περίφημη τη διγλωσσία, που εδώ και μερικά χρόνια πάνε και ψάχνουν οι δασκάλοι, σ' όλους τους τόπους του κόσμου και σ' όλες τις εποχές της ιστορίας, για να μας μάθουνε τάχα πως κι αλλού, πως και σ' άλλα χρόνια, μια γλώσσα μιλούσανε και πως γράφανε μιαν άλλη, πως ο Ίπσεν είναι από τη Νορβηγία κι ωςτόσο γράφει τα δανικά, πως οι τραγικοί στις τραγωδίες τους βάζανε χορούς με δωρικά, πως οι Αττικοί στην καθεμερνή τους την κουβέντα μιλούσαν άλλη γλώσσα, μα πως γράφανε άλλη, πως είχανε λοιπόν κι αφτοί διγλωσσία κτλ. κτλ. κτλ.

Όχι, δεν τον γνώριζε, αλλά ήταν σίγουρος πως όταν πήγαινε στο Νούορο θα την έπαιρνε τη θέση. Η Νοέμι χαμογελούσε με μνησικακία και ειρωνεία, σκυμμένη πάνω από την ομελέτα: έτσι εύκολα βρίσκεται μια θέση! Τόσοι ψάχνουν μια θέση! «Μα εσύ εγκατέλειψες την δουλειά που είχες;», ρώτησε βιαστικά χωρίς να ανασηκώσει τα μάτια. Ο Τζατσίντο δεν απάντησε αμέσως.