United States or France ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αυτή η χαριτωμένη επιστολή, αυτή η ανέλπιστη επιστολή, γέμισε ανέκφραστη χαρά τον Αγαθούλη· η αρρώστια της αγαπημένης του Κυνεγόνδης τόνε βύθισε στη λύπη. Μ' αυτά τα δυο αντίθετα συναισθήματα, παίρνει το χρυσάφι του και τα διαμάντια του, βάζει να τον οδηγήσουνε με το Μαρτίνο στο ξενοδοχείο, που έμενε η δεσποινίς Κυνεγόνδη.

ΝΙΚΟΣΩραία ήρθες. Σ' ευχαριστώ. ΔΩΡΑΌχι! Μην είσαι κακός, Νίκο. Ποτέ δε σε είδα τόσο κακό. Αφού σου λέω πως φοβάμαι. Είναι πρώτη φορά που κάνω αυτό που κάνω. Είπα στον πατέρα μου πως είμαι άρρωστη. Πρώτη φορά είπα ψέματα στη ζωή μου για το χατήρι σου. Αν γυρίση ο πατέρας στο Ξενοδοχείο και δε μ' εύρη; Το φαντάζεσαι; Αν μας ιδή κανένας .. . Αχ! Θεέ μου! ΝΙΚΟΣΑυτά είναι προφάσεις.

Έφαγε και παρακάλεσε τη μαμά να πη χαιρετίσματα του «πατεράκη», όπως τον έλεγε, χαδευτικά όταν είταν πολύ χαρούμενος. Όλα τάζανε τις καλήτερες ελπίδες κι ωστόσο δεν μπορούσα να ησυχάσω. Έφτασα στη Στοκχόλμη στις εφτά το βράδι, τη στιγμή που έφευγε το τελευταίο βαπόρι, που μπορούσε να με φέρη σπίτι μου. Τράβηξα λοιπόν ίσια στο ξενοδοχείο, όπου πήγαινα πάντα. Είχε σκοτεινιάσει κ' έβρεχε δυνατά.

Ποιος λοιπόν μπόρεσε να μου κλέψει τις πιστόλες μου και τα διαμαντικά μου, έλεγε κλαίοντας η Κυνεγόνδη. Πού νάβρη κανείς Ιεροξεταστές κ' Εβραίους να του δώσουν άλλες; — Αλοίμονο! είπεν η γριά, υποψιάζομαι έναν αιδεσιμώτατον πατέρα κορδελιέρο, που κοιμήθηκε ψες στο ίδιο ξενοδοχείο μαζί μας στο Μπανταγιός. Ο θεός φυλάξοι να κάμω κρίση άδικη!

Μη, Νίκο. Φοβάμαι. Νάξερες πως φοβάμαι. Θέλω να γυρίσω πίσω στο ξενοδοχείο. Άφισέ με να γυρίσω. ΝΙΚΟΣΕίσαι ανόητη, Δώρα. Τι λόγια είναι αυτά που λες; Έλα μαζή μου. ΔΩΡΑΌχι Νίκο, να χαρής, μη με βιάζης. Αύριο πάλι. Αύριο θα ξανάρθω σου το ορκίζομαι. Άφισέ με να γυρίσω τώρα. ΝΙΚΟΣΩραία! Αύριο. Ακόμα δε κάναμε δυο βήματα, δεν είπαμε τίποτα και θέλεις να γυρίσης. Κι' αύριο πάλι τα ίδια.

Κοντά στον νουν ήτανε, πως αφέντης σαν του λόγου σου πορεύεται αλά φράγκα, και κάθεται στο ξενοδοχείο. Τώρα που σας ηύραμε, δεν μπορεί να γείνη αλλοιώς. Και αποταθείς προς την μητέρα μου: Δεν είν' έτσι, σουλτάνα μου; είπε. Εμείς τα εσυμφωνήσαμε πλέον. Αυτός ο κιαφίρης ο Σεισουράδας δεν θα σε χαλάση πια το κέφι σου.

Τα είπαμε. Έχει σίγουρη αρρώστεια. Λοιπόν εμείς θα τα πούμε εδώ ένα χεράκι με την κυρία και σε περιμένομε να κάνω με το αποβέγγερο. ΒΕΡΑΑλήθεια, κύριε Φλέρη. Σε λίγο θα βγη και το φεγγάρι και θα μας απαλλάξη απ' αυτή τη γυάλινη φούσκα. Θα είναι ωραία. ΦΛΕΡΗΣΔεν αργώ. Έφθασα. Φεύγει προς το ξενοδοχείο. Ο Μιστράς την ακολουθεί.

Έκαμα και δυο τρεις γλωσσολόγους. Γλωσσολογικές κουβέντεςκουβέντες κι όχι φιλονικίεςείχαμε κάτω στα χώρα της Αξιάς, κάθε βράδυ στο τραπέζι, με τον καλήτερο απ' όλους τους Χωρεσιανούς. Γνωριστήκαμε στη Σύρα, στο ξενοδοχείο. Πήγαινα στην Πάρο, εκείνος στην Αξιά. Κοίταζε από το παράθυρο και πρόσμενε όλη μέρα να με φέρη το καΐκι, μην τύχη κ' έρθω και δεν πάω στο σπίτι του.

ΒΕΡΑΤι δυστυχίες, τι δυστυχίες στον κόσμο! Και δε μου λέτε, γιατρέ, πώς είναι αυτή η δυστυχισμένη. ΜΙΣΤΡΑΣΠώς θέλετε νάναι; Μια σφαίρα φυτεμένη στα πλεμόνια, εσωτερική αιμορραγία, εξάντληση μεγάλη. Βγάζει δε βγάζει τη νύχτα. Τη μεταφέραμε στο ξενοδοχείο της, της άφισα ένα γιατρουδάκι που βρέθηκε εδώ να την προσέχη και σε λίγο θα ξαναπάω να τηνέ δω. Θαρρώ όμως πως γυρίζει ο Τάσσος . . .

ΥΠΗΡΕΤΗΣΜια κυρία απ' την Αλεξάνδρεια που κάθεται στο άλλο ξενοδοχείο. Ήρθε να ρωτήση τι ώρα θα γίνη η παράσταση.... Λοιπόν. Ευχαριστώ Αργύρη. Εγώ πάω να συγυρίσω τις κάμαρες. Μ-ΑΡΓΥΡΗΣΓια την κάμαρη του αφέντη μη λάβης τον κόπο. Το κρεββάτι του είναι όπως τώστρωσες. Ο αφέντης δε κοιμήθηκε τη νύχτα. ΥΠΗΡΕΤΗΣΚαι τι έκανε; Κυνηγούσε τα κουνούπια; Για τις κατσαρίδες; Μ-ΑΡΓΥΡΗΣΞέρω γω.