United States or Qatar ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όταν όμως καταλάβω που κατηγορώντας εμένα κατηγορεί κανείς όλο το έθνος, νομίζω χρέος μου ναποκριθώ τουλάχιστο με δυο λόγια. Καταντά γενικό ζήτημα. Ο κ. Ψυχάρη φέρει την σφραγίδα της μελαγχολίας, του καμάτου, της παρακμής, της δουλείας». Λυπήθηκα πολύ, όταν είδα αφτή τη λέξη. Ας αφήσουμε τη γλώσσα του κ.

Μήπως θα της έλεγες εκείνα τα οποία και προ ολίγου καιρού είπες προς τον Γλαύκον, όταν ούτος σε κατηγόρει διά μίαν ωρισμένην αισχρουργίαν σου, ότι διά τούτο έγεινες εντός ολίγου ένδοξος και γνωστός εις όλους και πώς ήτο δυνατόν να γείνης τόσον περιβόητος διά της ρητορικής σου; Είνε δε ευχάριστον να γείνη κανείς καθ' οιονδήποτε τρόπον ένδοξος και ονομαστός.

Τούτο είνε η μεγίστη απόδειξις ότι οι διαβάλλοντες δεν λέγουν τίποτε αληθές• διότι εάν τις έχη συναίσθησιν ότι αι κατηγορίαι τας οποίας απευθύνει εναντίον ενός άλλου είνε αληθείς, τον κατηγορεί και φανερά και δεν φοβείται την απολογίαν και την υπεράσπισίν του, όπως ουδείς, ο οποίος δύναται να νικήση φανερά, θα μεταχειρισθή ποτε ενέδραν και απάτην εναντίον των εχθρών.

Το ανάστημά μου θα διεγράφετο διά μίαν στιγμήν υψηλόν και δεχόμενον δαψιλώς το φως της σελήνης, επάνω του βράχου. Εκεί η κόρη θα με έβλεπε, καθώς ήτον εστραμμένη προς τα εδώ. Ω! πώς θα εξαφνίζετο, θα ετρόμαζεν ευλόγως, θα εφώναζεν, είτα θα με κατηγόρει διά σκοπούς αθεμίτους, και τότε αλλοίμονον εις τον μικρόν βοσκόν!

Όταν λοιπόν οι λόγοι διαφωνούν με όσα βλέπουν αισθητώς οι νέοι, τότε περιφρονούνται και αναιρούν και το αληθινόν των μέρος. Δηλαδή όστις κατηγορεί την ηδονήν, όταν μίαν φοράν παρατηρηθή ότι την επιθυμεί, φαίνεται ότι έχει κλίσιν εις αυτήν, και ότι την θεωρεί προτιμητέαν καθ' όλην την γραμμήν. Διότι εις τον καθορισμόν των ορίων δεν έχουν ικανότητα οι περισσότεροι.

Και εκεί εύρον την Σαλαμινίαν ναυν ελθούσαν εξ Αθηνών με διαταγήν να μεταφέρη τον Αλκιβιάδην, όπως απολογηθή δι' όσα τον κατηγόρει η πόλις, καί τινας των συστρατιωτών του κατηγορουμένους διά την βεβήλωσιν των μυστηρίων και των Ερμών.

Όταν ο σοφιστής εκείνος ήκουσε παρά τινος ότι ο Δημώναξ έσκωπτε τας ομιλίας του και μάλιστα τας μελωδίας τας οποίους παρενέβαλλεν εις αυτάς, και κατηγόρει τούτο ως θηλυπρεπές και ανάρμοστον εις την φιλοσοφίαν, μετέβη προς τον Δημώνακτα και του είπε ποίος ήτο αυτός ο οποίος εχλεύαζε τους λόγους του. Άνθρωπος, απήντησεν ο Δημώναξ, του οποίου τα ώτα δεν απατώνται.

Όταν δε του είπα την καθαράν αλήθειαν, ότι είνε αδύνατον να σωθή η γυνή και ωμολόγησα ότι το νόσημα ήτο υπέρτερον των δυνάμεων μου, κατελήφθη υπό αγανακτήσεως και οργής και έλεγεν ότι εκουσίως εγκατέλειπα εις την τύχην της την γυναίκα, ότι ήθελα την καταστροφήν της και διά την αδυναμίαν της τέχνης κατηγόρει εμέ.

Πρόδικος Άλλο, μα τον Δία, είπεν. Σωκράτης Και λοιπόν είπον εγώ, εις μεν τους πρώτους στίχους δεν είπεν ο Σιμωνίδης την ιδικήν του γνώμην, ότι δηλαδή είναι δύσκολον να γείνη κανείς αληθινά ενάρετος άνθρωπος; Πρόδικος Αληθινά λέγεις, είπεν. Σωκράτης Τον Πιττακόν δε, είπον εγώ, κατηγορεί ο Σιμωνίδης όχι, όπως νομίζει ο Πρωταγόρας, ότι λέγει τα ίδια που είπε προτύτερα, διότι είπε άλλο.

Είχε ο Τιμάσιος φερμένο στην Πόλη κάποιο Σύριο που άλλοτες πουλούσε λουκάνικαΒάργο τονέ λέγανεμα που κατάφερε τώρα να λάβη κι αυτός αξίωμα στο στρατό. Μαθαίνει ο Ευτρόπιος πως ο Βάργος είτανε διωγμένος από την Πόλη εξαιτίας κάποιας παρανομίας του, τον πιάνει, και φοβερίζοντας τον πως θα τονέ μαρτυρήση, τον κάμνει ο πονηρός Ευνούχος και κατηγορεί τον Τιμάσιο πως έχει στο νου του συνωμοσία!