United States or Sierra Leone ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τα πρώτα πράγματα, που είδαν, ήτανε η γριά κ' η Κυνεγόνδη, που απλώνανε πετσέτες στα σκοινιά να στεγνώσουνε. Ο βαρώνος κιτρίνισε, σαν τις είδε. Ο τρυφερός ερωτευμένος Αγαθούλης, σαν είδε την ωραία του Κυνεγόνδη μαυρισμένη, με τα μάτια βαθουλωμένα, το στήθος πεσμένο, τα μάγουλα ζαρωμένα, τα χέρια κόκκινα και ροζωμένα, πισωδρόμησε τρία βήματα, όλος φρίκη, και προχώρησε κατόπι με καλωσύνη.

Λόγο μόνον να μου δώσης, πως κι' εσύ θα μου τελιόσεις τούτο που θελά σου ειπώ· Αχ! τα μάτια αυτά όσο ζήσω, εδικά μου ν' αποχτήσω, κι' όσο ζιώ να τ' αγαπώ. Αχ! έφτακε η φαρμακερή, κι' η ώρα ήρθ' εκείνη, Που θέλα σε ξεχωριστώ χρυσό μου καναρίνι· Η διορία σώθηκε, καιρός δεν απομένει. Στη μαυρισμένη μου καρδιά τι χαλασμός γένη.

Στέγη ανώμαλος και μαυρισμένη, πού μεν εισέχουσα, πού δε κυφή, ως να ήτο σεσαλευμένη εκ σεισμού, ραγάδες και εξοχαί εις τας άκρας και τας γωνίας, τεμάχια κιόνων, ανάμικτα μετ' ανεπεξεργάστων λίθων, αποτελούντα τους τοίχους της οικοδομής, τοιούτον ήτο το μέλαθρον του φιλοσόφου.

Τρεις μικρές πόρτες βρίσκονταν κάτω από ένα ξύλινο μπαλκόνι που περιέβαλλε όλο το επάνω πάτωμα του σπιτιού και όπου ανέβαινε κανείς από μια εξωτερική σκάλα σε κακή κατάσταση. Μια μαυρισμένη τριχιά, δεμένη και στερεωμένη σε πασσάλους καρφωμένους στις γωνίες των σκαλοπατιών, είχε πάρει τη θέση της κατεστραμμένης κουπαστής της σκάλας.

Εφαίνετο μάλλον ως μαυρισμένη εκ προσφάτου εμπρησμού πεδιάς, πεδιάς αμμώδης όπου εκάησαν τα χόρτα κ' εμαύρισεν η κόνις, χωρίς να μείνη στάκτη εκ καέντων δένδρων, ή ότι ραγδαίος υετός είχε μαυρίσει την τέφραν και είχεν αφομοιώσει το χώμα με τα ίχνη του εμπρησμού.

Αμέσως ειδοποιήθηκαν ταδέρφια του κ' η μαυρισμένη η γυναίκα του, κι' ήρθαν και πήραν το άψυχο κουφάρι του, με τα χρήματα, το μουλάρι, το φόρτωμα και τον πιστό το Γκεσούλη και πήγανε στο χωριό να του κάνουν το ξόδι. Δυο-τρεις μέρες υστερώτερα παρουσιάστηκε στο χωριό κι' ο Φετάνης κι' έκανε πως λυπιώνταν κι' αυτός για το φόνο του Λέντζου.