Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 27 Μαΐου 2025
Λίγο- λίγο πάλι εκείνη η χρυσή λίμνη έγινε χάλκινη κι' η χάλκινη μολυβένια, τ' αστέρια άρχισαν ν' ανάβουν ένα-ένα στον ουρανό, κ' η Νύχτα αγκάλιασε τον Κόσμο στα κοταμέλανα φτερά της. Τότε ο Φετάνης γυρίζει και λέγει του Λέντζου, που έρχονταν από πίσω τραγουδώντας: — Έλα να καβαλλικέψης εσύ, γιατί μ' άφησ' ο πόνος. Σταμάτησε το μουλάρι, ξεκαβαλλήκεψε, και καβαλλήκεψε ο Λέντζος.
Αμέσως ειδοποιήθηκαν ταδέρφια του κ' η μαυρισμένη η γυναίκα του, κι' ήρθαν και πήραν το άψυχο κουφάρι του, με τα χρήματα, το μουλάρι, το φόρτωμα και τον πιστό το Γκεσούλη και πήγανε στο χωριό να του κάνουν το ξόδι. Δυο-τρεις μέρες υστερώτερα παρουσιάστηκε στο χωριό κι' ο Φετάνης κι' έκανε πως λυπιώνταν κι' αυτός για το φόνο του Λέντζου.
Ξακολούθησαν έτσι ως μια ώρα δρόμο, όταν έφτασαν σε μια ράχη, οπούθε φαίνουνταν τα Γιάννινα μέσα στη σκοτεινιά της νύχτας, με τα πολλά τους φώσια, σαν απέραντο πάπλωμα, κεντημένο με χρυσά αστέρια. Σ' αυτή τη μεριά ο Φετάνης λέγει του Λέντζου: — Έχ'ς ένα τσιγάρο;
Ο Ξενιτεμένος, αφού έκανε γερό πουγγί στην Αθήνα, ως ψωμάς, ξεκίνησε για την πολυπόθητη πατρίδα, μαζύ με τον αγαπημένο του τον Γκεσούλη. Στο ξεκίνημα του είχε κολλήσει κ' ένας χωριανός του, που η τύχη δεν τον είχε χαϊδέψει καθόλου από τη μεγάλη του ακαματιά. Αυτός ο χωριανός του λέγονταν Φετάνης και γνώριζε πόσο παχύ είταν το πουγγί του Λέντζου. Φτάσανε μαζύ στην Άρτα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν