United States or Heard Island and McDonald Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αι γραίαι αι οποίαι επέστρεφον εις τους οίκους με τα γλυκά, καταίβαζαν τα πρόσωπα προς το άκουσμα του θρήνου και έρριπτόν τινες επάνω εις το σινίον την μανδήλαν των, μη τύχη τάχα και ο αέρας, μολυσμένος από το μοιρολόγιον, κτυπών επάνω, εγκολάψη το πένθος του.

Πλην όλην αυτήν την χαράν, ήτις εμεγεθύνετο όσον επλησίαζεν η νυξ, διέκοπτε κατά διαλείμματα δυσοίωνος θρήνος, κακόν μοιρολόγιον εν τοιαύτη ώρα, όπερ εξερχόμενον από τινος οικίσκου εις την ανωφέρειαν εκεί επάνω εχύνετο ως έν δάκρυ ρεύμα αερώδες.

Και επερίμενε με χαράν «να έλθη ο καλός της». Αλλ' ήλθον μίαν ημέραν αι εφημερίδες όλαι των Αθηνών, αίτινες από του «Νεολόγου» παραλαβούσαι εκόμισαν την θλιβεράν είδησιν ότι ο Νικολάκης του Παπά-Νικόλα επνίγη εις την Μαύρην θάλασσαν. «Τον έφαγαν τα κύματα» όπως έλεγε τα μοιρολόγιον. Είπον όλοι να μη το φανερώσουν.

Αλλ' αύτη ηγέρθη καλώς έχουσα και ήρξατο βαναύσως να υβρίζη και νεκρούς και ζώντας· απαρηγόρητος πλέον, διότι έθραυσε τον ωραίον καθρέπτην, παλαιόν της Βενετίας με κεχρυσωμένον πλαίσιον. Το δε μοιρολόγιον ηκούετο τώρα σπαρακτικώτατον· διεκρίνοντο και οι λυγμοί. — Το βλέπω ότι δεν ημπορούμεν να γιορτάσωμεν έτσι. Ημπορείς κοντά σε τέτοιο νεκροταφείο να χορεύης, να τραγουδήσης, να γελάσης;

Θαρθή. — Αλλά περίχυμα τελευταίον του κονιάκ, τώρα τέλος εξανάψαν εν τη θερμάστρα, ανέδωκε την τελευταίαν κυανήν αναλαμπήν, μ' υπόκωφόν τινα βοήν, και έσβυσε πλέον: — Δεν θαρθή! — Του εφάνη τότε του Καπετάν-Φώκα ότι ήκουσε την φωνίτσαν της Μυγδαλίτσας του, μ' απελπισίαν αντηχήσασαν εν τη πρύμνη του πλοίου δύο φοράς; Δεν θαρθή! Δεν θαρθή! ως θρήνον, ως μοιρολόγιον.

Το μοιρολόγιον προς καιρόν είχε παύσει. Και τότε αναθαρρήσασα η κόρη είχε τελειώση σχεδόν τας βαθμίδας όλας της κλίμακος. Έμενεν η αυλή, την οποίαν και άρχισε να ασπρίζη. Η δε γρηά το Μορφάκι είχεν αναβή είς τινα έδραν και προσεπάθει να στερεώση καθρέπτην τινά και δι' οθονών μεταξωτών ένθεν και ένθεν τον περικοσμήση, ότε γοερώτατος ακούεται θρήνος.