United States or Nigeria ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μου το είπες, αφέντη· μα λέει κι' αυτό: «Πατέρες μερίζουσιν οίκους και ύπαρξιν τέκνοις· παρά δε Κυρίου αρμόζεται ανδρί γυνή». Αν και δεν ήτο τόσον σοφός όσον ο Λογιώτατος, ήξευρε ρητά. — Θα σε αποκληρώσω. Παρήλθον ολίγαι ημέραι. Είχεν εμβή η Μεγάλη Σαρακοστή, επανήρχετο η άνοιξις, κι' ο Αγάλλος ητοιμάζετο να πλεύση διά την Προποντίδα και τον Βόσπορον, κ' εκείθεν διά τον Δούναβιν.

Πρέπει λοιπόν η πόλις βεβαίως να διατηρή τους οίκους της όσον το δυνατόν αγνούς και καλοτυχισμένους.

Εξημέρωναν Χριστούγεννα, «Κάτι κακό θα μου συμβή, έλεγε προς την θυγατέρα της». Μετ' ολίγον μανθάνει ότι απεφάσισαν να παύσουν πλέον την τελουμένην εορτήν εις το φρούριον, διότι εν τω μέσω του χειμώνας περιεστοιχίζετο υπό πολλών κινδύνων η εορταστική εκδρομή. «Το είπα εγώ, κάτι κακό θα μου συμβή», επανελάμβανεν έπειτα εις την κόρην της, εν μελαγχολία θεωρούσαν τας θυγατέρας της γειτονιάς να περικαλλύνωσι τους οίκους των. «Τάμαθες; δεν θέλουν να παντον Χριστό.

Το φως της ημέρας εισέδυεν ήδη άφθονον από της ανοικτής θύρας και του παραθύρου, από του οποίου εφαίνετο η Σμάλτω εν τη σκιά, με νυσταλέους ακόμη οφθαλμούς και βεβαρυμένον το σώμα, εγείρουσα νωθρώς τας στρωμνάς μίαν μίαν από του εδάφους και αποθέτουσα διπλωμένας επί μιας ανεστραμμένης κοφίνας, χρησιμευούσης πάντοτε εις τους οίκους των χωρικών αντί στρωμνοθήκης.

Εκτός ίσως των οικοδεσποτών και των αμφιτρυώνων, οίτινες εύρον ευπρόσδεκτον αφορμήν να κλείσωσι τους οίκους των προς τον βορράν και τους . . . μετημφιεσμένους, πάντες οι άλλοι, οι θέλοντες να χορεύσωσιν, οι θέλοντες να μεταμφιεσθώσιν, οι θέλοντες να σ ε ρ ι α ν ί σ ω σ ι ν, οι θέλοντες να ίδωσι τέλος πάντων, είνε απαρηγόρητοι.

Οι Σπετσιώται μετέφερον ήδη τα πολύτιμά των επί των πλοίων και προητοιμάζοντο, εάν τω όντι επέλθωσιν οι Τούρκοι, να επιβιβάσωσι και τα γυναικόπαιδά των. Εγνώριζον ότι ήτο πολυάριθμος ο εχθρικός στόλος και εφοβούντο διά τους οίκους των, αλλ' είχον τα πιστά εις τα κινητά φρούριά των. Κάτω εις τον λιμένα συνήντησά τινας των επί της νήσου προσφυγόντων συμπολιτών μου. Εσκέπτοντο και ούτοι περί φυγής.

Ηπόρησε, διατί οι εν Νεαπόλει χριστιανοί δεν μου είχον δώσει επιστολάς προς τους εν Ρώμη αδελφούς των, εγώ δε απήντησα, ότι μου τας έκλεψαν καθ' οδόν, Μου είπε τότε να έλθω την νύκτα παρά τον ποταμόν· θα με παρουσίαζεν εις τους αδελφούς, οίτινες θα με ωδήγουν εις τους οίκους της προσευχής και εις τους πρεσβυτέρους τους διευθύνοντας την χριστιανικήν κοινότητα.

Αι γραίαι αι οποίαι επέστρεφον εις τους οίκους με τα γλυκά, καταίβαζαν τα πρόσωπα προς το άκουσμα του θρήνου και έρριπτόν τινες επάνω εις το σινίον την μανδήλαν των, μη τύχη τάχα και ο αέρας, μολυσμένος από το μοιρολόγιον, κτυπών επάνω, εγκολάψη το πένθος του.

Και εκεί μετά ώραν ακούει εις τον ύπνον της φωνάς και γέλωτας: Καλή χρονιά! Καλή χρονιά! Είχεν απολύσει η λειτουργία και μετέβαινεν ο κόσμος από τον ναόν εις τους οίκους με χαράν και αγαλλίασιν. Αφυπνίσθη η Μαργαρώ και ακουσίως εστάθη και ήκουεν αφηρημένη τους γινομένους έξω διαλόγους των ανθρώπων, οίτινες με βήματα προσεκτικά κατέβαινον την λιθοστρωμένην οδόν.

Μας βρίσκεται και τίποτα παξιμάδι; ηρώτησε πάλιν ο ιερεύς. — Θα έμεινε κάτι ολίγο απ' της Παναγιάς. Όλο το Σαρανταήμερο ζυμώνομε κη τρώμε απ' τα βλογούδια, είπεν η πρεσβυτέρα. Βλογούδια ήσαν οι μικροί σταυροσφράγιστοι αρτίσκοι, οι προσφερόμενοι υπό των ενοριτών εις τους οίκους των ιερέων κατά το Σαρανταήμερον.