United States or French Southern Territories ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έπρεπε και διά ξηράς και διά θαλάσσης να έλθωμεν εις προϋπάντησίν σου, και εις έκαστον σταθμόν να σε υποδεχώμεθα με αυξάνουσαν αγαλλίασιν. ΟΚΤΑΒΙΑ. Ουδείς, αδελφέ μου, με ηνάγκασε να έλθω ούτως· έπραξα τούτο εξ ιδίας θελήσεως.

Εάν εις τον οίκον μας συνέβη συμφορά διά την οποίαν με βλέπεις υπόπτως, η συμφορά αύτη ήλθεν εις εμέ· εγώ προ πάντων την αισθάνομαι, διότι εγώ την έπραξα. Αλλ' έμαθες πλέον ότι καλλίτερον είναι να φθονώσι τινα ή να τον οικτείρωσι, και ταυτοχρόνως τι κερδίζει τις οργιζόμενος εναντίον πατρός, εναντίον ισχυροτέρου.

Και απάντησε ο πολύγνωμοςεκείνον Οδυσσέας• «Αμφίνομε, μου φαίνεσαι με γνώσι προικισμένος• 125 και του πατρός σου την καλήν την φήμην έχω ακούσει, πως μέγας ήταν και αγαθός ο Νίσος Δουλιχέας. υιός εκείνου λέγεσαι και άνδρας καλός ομοιάζεις• όθεν και λόγον θα σου ειπώ, να τον φυλάξη ο νους σου. απ' όλα εκείν', όσατην γη κινούνται και αναπνέουν, 130 του ανθρώπ' ουτιδανώτερο κανένα η γη δεν τρέφει• όσο τα ήπατα κρατούν, κ' οι αθάνατοι ευτυχίαις του δίδουν, λέγει ότι ποτέ κακό δεν θα τον εύρη• αλλ' ότε οι μάκαρες θεοί και λυπηρά του δώσουν, τότε και αθέλητα η καρδιά πάλι βαστά κ' εκείνα. 135 ότι ταιριάζει των θνητών ο νους με την ημέρα, οποίαν στέλνει των θεών και ανθρώπων ο πατέρας. ότι κ' εγώ πανευτυχής θε να 'μουν εις τον κόσμον, αλλά πολλ' άνομ' έπραξα, 'ς την δύναμί μου αυθάδης, θαρρώνταςτον πατέρα μου καιτους αυτάδελφούς μου. 140 όθεν κανένας τ' άδικο ποτέ να μη θελήση, αλλά τα δώρ' ας χαίρεται σιγά των αθανάτων• ως βλέπω εδώ πόσ' άνομα τολμούν τούτ' οι μνηστήρες, και καταλύουν τα κτήματα και την γυναίκα υβρίζουν του ανδρός, 'που από τους ποθητούς μακράν και απ 'την πατρίδα, 145 θαρρώ, δεν θα μείνη πολύ• κ' εγγύς είν'. αλλά σένα θεός αν πάρη σπίτι σου, να μην τον αντικρύσης, την ώρα, οπούτην ποθητήν πατρίδα εκείνος θα 'λθη. ότι, άμα εδώτο μέγαρο πατήση, δεν πιστεύω αναίμακτα να χωρισθούν εκείνος και οι μνηστήρες». 150

Και συ δεν ηξεύρεις τι έπραξα εγώ; — Είδον το άλγος σου και ήκουσα ότι εμαρτύρεις περί της αληθείας. — Ω, κύριε! Ο Χίλων έψαυσε την ιδίαν κεφαλήν του με τας δύο χείρας, ως να ησθάνετο ότι παρεφρόνει. — Συγχώρησιν! Δι' εμέ! . . . Συγχώρησιν! . . . — Ο Θεός ημών είναι Θεός ελέους, απεκρίθη ο Παύλος· σε εσυγχώρησε. — Συγχώρησιν δι' εμέ! ώμοζεν ο Χίλων.

Και όσα μεν έπραξα υπέρ αυτού εις την Ελλάδα και την Ιωνίαν είνε ίσως μικρά• και εις την Ιταλίαν δε όταν ηθέλησε να ταξειδεύση, διέπλευσα μετ' αυτού το Ιόνιον πέλαγος και τελευταίον τον συνώδευσα μέχρι της Κελτικής, όπου έγεινα αφορμή να κερδίση πολλά. Επί πολύν καιρόν μου ήτο πιστός και με ηγάπα, χωρίς καμμίαν νύκτα να λείψη από την κατοικίαν μας.

Και ταύτα πάντα έπραξα, χωρίς ούτε του Άμμωνος υιός να λέγωμαι, ούτε να προσποιούμαι ότι είμαι θεός ή να διηγούμαι όνειρα της μητρός μου, αλλ' ωμολόγουν ότι είμαι άνθρωπος και είχα αντιπάλους τους συνετωτέρους των στρατηγών, και κατά των μαχιμωτέρων στρατιωτών επολέμησα• δεν ενίκησα Μήδους και Αρμενίους οίτινες έφευγον πριν τους καταδιώξη κανείς και παρέδιδαν ευθύς την νίκην εις εκείνον ο οποίος είχεν ολίγην τόλμην.

Μήπως και εάν εκδιώξη κανείς τύραννον δεν θα είνε άξιος να λάβη αμοιβήν τυραννοκτόνου; πολύ δικαίως, διότι και εκείνος ελευθερίαν αντί δουλείας θα μας προσφέρη. Αλλ' εκείνο το οποίον εγώ έπραξα δεν είνε εξορία ούτε αφίνει τον φόβον και την ανάγκην δευτέρας επαναστάσεως, αλλ' υπήρξε τελεία καθαίρεσις και εξόντωσις όλου του γένους του τυράννου και το κακόν απεκόπη εκ της ρίζης.

Δώσατέ μου τον αμαυρόν μανδύαν μου, με μίαν κουκούλαν! διέταξεν ούτος. Άρα γε θα απολήξη το πράγμα εις μάχην; — Κύριε, είπεν ο Τιγγελίνος με φωνήν διστακτικήν, έπραξα ό,τι εξηρτάτο από εμέ, αλλ' ο κίνδυνος απειλεί . . . Ομίλησε εις αυτούς, αυθέντα, ομίλησε προς τον λαόν σου, και δος αυτώ υποσχέσεις! — Ο Καίσαρ να ομιλήση προς τον όχλον; ας ομιλήση άλλος εξ ονόματός μου. Ποίος αναλαμβάνει;

Εγώ δε μη υποφέρων ταύτα, δεν ηθέλησα μεν να την καταγγείλω επί μοιχεία, αλλά κατέφυγα εις τον Διάλογον, τον οποίον είχα γείτονα και τον παρεκάλεσα να με δεχθή πλησίον του. Αυτά είνε τα μεγάλα αδικήματα τα οποία έπραξα εγώ εναντίον της Ρητορικής.

Συ, πολυαγαπημένη μου, θα με συγχαρής δι' αυτό, διότι νομίζω, ότι τούτο είναι σύμφωνον με το δόγμα το οποίον πρεσβεύεις· το έπραξα προς χάριν σου: θα τους είπω ότι εις σε οφείλουν την ελευθερίαν των διά να δοξάζουν το όνομά σου. »Εγώ όμως, απ' εναντίας, θέλω να γίνω ο δούλος της ευτυχίας και δούλος ιδικός σου, και εύχομαι να μη ελευθερωθώ ποτέ.