United States or Mali ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΠΡΟΣΠ. Εύγε σου, Πνεύμα! Ποίος ευρέθη τόσο σταθερός, τόσον ακλόνητος, ώστε να μείνουν γερά τα λογικά του σε τόση αντάρα; ΑΡΙΕΛ. Παντού της τρέλλας η μάνητα, παντού τα καμώματα της απελπισίας· όλοι, όξω από τους ναύταις, εβούτησαν μέσα στους πικρούς αφρούς, κι' άφησαν το καράβι όλο φλόγες μ' εμένα πιασμένο. ΠΡΟΣΠ. Α! έτσι σε θέλω, Πνεύμα μου! Αλλά δεν εγίνηκε αυτό σιμά στ' ακρογιάλι;

όμως κατακρίνουν τους άλλους και αναμιγνύοντες ύβρεις και λόγους πικρούς, επικρίνουν και υβρίζουν τους πάντας• και εκείνος εξ αυτών θεωρείται πρώτος, ο οποίος έχει την μεγαλειτέραν αναισχυντίαν και το μεγαλείτερον θράσος εις τας βλασφημίας.

Ούτω διελύθη το συμπόσιον και τα δάκρυα κατέληξαν εις γέλωτας εις βάρος του Αλκιδάμα, του Διονυσοδώρου και του Ίωνος. Οι πληγωμένοι απεκομίζοντο επί φορείων και ήσαν εις κακήν κατάστασιν, μάλιστα ο γέρων Ζηνόθεμις, όστις με τα δύο του χέρια εκράτει την μύτην και τον οφθαλμόν του και εφώναζεν ότι υπέφερε φρικτούς πόνους. Πικρούς ο δυστυχής εώρτασε τους γάμους του.

Ουκ ολίγοι εκ των φίλων του Αλεξάνδρου κατά την εποχήν εκείνην απήλαυσαν τους πικρούς καρπούς της θεοποιήσεως του Ηφαιστίωνος, διότι εσυκοφαντήθησαν ότι δεν ετίμων εκείνον τον οποίον όλοι οι άλλοι εθεώρουν θεόν, και διά τούτο απεδιώχθησαν και εξέπεσαν από την εύνοιαν του βασιλέως.

Ο Αχιλλεύς δε και μετά προς τον Ατρείδην είπε Λόγους πικρούς, κι' απ' τον θυμόν δεν έπαυεν ακόμα. Μεθύστακα, σκυλόμματε, και με καρδιάν ελάφου! Δεν τόλμησες ν' αρματωθής εις πόλεμον ποτέ σου Με τον λαόν, ή μ' Αχαιούς τους πρώτους εις καρτέρι· Αλλά σε φαίνεται αυτό, ότ' είν' η μαύρη μοίρα.

Τους τοίχους κάτω ερρίξατε, αλλοίμονο, μονάχοι σας και πικρούς θρόνους είδετε· μα τώρα εσυβαστήκετε με το σπαθί στο χέρι. Κι αλήθεια η σεβαστή Ερινύς του Οιδίποδα πατέρα σας ετέλειωσε τις κατάρες.

Άμα απήλθεν η Αμέρσα, η Φραγκογιαννού, ζαρωμένη πλησίον της γωνίας μεταξύ της εστίας και του λίκνου, έχασεν εκ νέου τον ύπνον της, και ήρχισε να συνεχίζη τους πικρούς και πόρρω πλανωμένους διαλογισμούς της.

Η εκκλησία, της οποίας είνε εφεύρημα, εθέσπισε την ισχύν του και πέραν του τάφου, ώρισε την ενέργειάν του εντός του κάτω κόσμου ακόμη, υπό το βλέμμα του Θεού. Ο Δημήτρης, ημέραν με την ημέραν, έβλεπε καταφανέστερον την περιφρόνησιν των συγχωρικών του, την οργήν των· ήκουε τους πικρούς λόγους και τους χλευασμούς των κ' επικραίνετο.

Και ενώ τούτα διαλογίζεται δεν εστείρεψε εις την καρδίαν του η πηγή των δακρύων, τα χύνει ακράτητα, άμα ευρίσκεται μόνος του, επάνω εις το πτώμα του πατρός της Οφηλίας του, το οποίον προ μικρού εις τα μάτια της μητρός του με πλαστήν απονίαν έσυρεν έξω και συνώδευσε με πικρούς σαρκασμούς.

Επειδή δε η αποτυχία αύτη απεδόθη εις την ανικανότητα του Σκούρτη, τον οποίον είχε διορίσει ο Κουντουριώτης επί κεφαλής όλων των στρατευμάτων, ο Καραϊσκάκης, όστις δεν είχε διόλου εις την γλώσσαν του χαλινόν, δεν περιωρίσθη μόνον εις περιφρονητικάς εκφράσεις και πικρούς σαρκασμούς κατά του Σκούρτη, επροχώρησε και εις κατηγορίας κατά του Κουντουριώτου διά την τοιαύτην εκλογήν, ώστε τον εδυσαρέστησε σημαντικά.