United States or Gabon ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έσκουξε τότε ο Πάνταρος με μια φωνή μεγάλη «Τρώες, ομπρός, λιοντόκαρδοι, αλόγων 'μερωτάδες! Βρήκα τον πρώτο απ' τους οχτρούς! Πολύ δε θα βαστάξει θαρρώ στη γοργοσαϊτιά, αλήθια αν ο αφέντης του Δία ο γιος με σήκωσε, όταν ναρθώ κινούσα105 Έτσι είπε και παινέφτηκε.

Έχω πολλούς πίνακες, μα δεν τους προσέχω πια. Ενώ περιμένανε το δείπνο, ο Ποκοκουράντης έβαλε να παίξουνε ένα κοντσέρτο. Ο Αγαθούλης βρήκε τη μουσική υπέροχη. — Αυτός ο θόρυβος, είπε ο Ποκοκουράντης, ημπορεί να διασκεδάση για μισή ώρα· αλλ' αν βαστάξει περισσότερο, κουράζει όλους, αν και κανείς δεν τολμά να το ομολογήση.

Αφέντη μου, απάντησαν όλοι οι δερβισάδες μαζί, «ήρθαμε εδώ για πρώτη φορά μια ώρα πριν από σαςΤότε γύρισαν στον βαστάζο να δουν αν μπορούσε αυτός να εξηγήσει το μυστήριο, αλλά και αυτός δεν ήξερε τίποτα. Στο τέλος ο Καλίφης δεν μπορούσε να βαστάξει την περιέργειά του, και ανακοίνωσε ότι θα υποχρέωνε τις κυρίες να τους εξηγήσουν την παράξενη συμπεριφορά τους.

Μον σύρε εσύ στην εκκλησά της Αθηνάς στο κάστρο, και πάρε με θυμιάματα τις προεστές μαζί σου, 270 κι' όπιο έχεις πέπλο πιο όμορφο κι' απ' όλα πιο μεγάλο και που στον πύργο πιο πολύ το λαχταρά η καρδιά σου, βάλ' της το αφτό στα γόνατα της Αθηνάς, και τάξε, μαννούλα, πως ως δώδεκα γελάδες θαν της σφάξεις χρονιάρικες απείραγες στην εκκλησά της μέσα, 275 αν την πατρίδα σπλαχνιστεί τα τέρια τα παιδιά μας, μήπως αλάργα απ' το καστρί βαστάξει το Διομήδη, άγριο στρατιώτη, της σφαγής ατρόμητο τεχνίτη.

Τότες τ' απάντησε ο σοφός γιος του Λαέρτη κι' είπε 154 «Μη δα έτσι εσύ ο τόσο καλός, θεόμορφε Αχιλέα, 155 μη θες τους λόχους νηστικοί να σηκωθούν κι' αμέσως να πολεμήσουν τους οχτρούς, τι η μάχη λίγες ώρες δε θα βαστάξει, αν γίνει αρχή και συμπλακούν οι άντρες και χύσει και στους διο ο θεός μέσα στα στήθια πάθος.

Όταν εμβήκεν η μεγάλη σαρακοστή, άρχισε να συχνάζη εις την εκκλησίαν, έκαμνε πολλάς και βαθείας γονυκλισίας, εμελέτα να εξομολογηθή, και ανέβαλλεν. Ενήστευεν άνευ ελαίου ξηροφαγούσα τας πέντε ημέρας εκάστης εβδομάδος, και είχε βαστάξει «τρίμερο» την πρώτην εβδομάδα και το μισοσαράκοστον. Εντρέπετο να βλέπη την κόρην της, την Δελχαρώ, και απέφευγε ν' αντικρύση το βλέμμα της.

Να! μάλιστα έφτιασε πολλές δουλιές χωρίς εμένα, έχτισε ακόμα και τειχί, κοντά άνοιξε χαντάκι πλατύ μεγάλο, κι' έμπηξε παλούκια απάς στο λάκκο. 350 Μα κι' έτσι τον αντροφονιά γιο του Πριάμου πίσω ναν τον βαστάξει δε μπορεί· μα εγώ όσο πολεμούσα, πού να τολμήσει απ' το καστρί μακριά να ξεμυτίσει! Μον τόσο, ως στη Ζερβόπορτα και στην οξά, κοτούσε.