Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 29 Μαΐου 2025
Βώδια πολλά στα πόδια του, ταύροι πολλοί θρηνούσαν, πολλές 'γελάδες και πολλές πολλές δαμαλοπούλες. Αρχίστε, Μούσες μου καλές, βουκολικό τραγούδι. Ήρθαν βουκόλοι κ' ήρθανε γιδοβοσκοί τριγύρω κι αναρωτούσαν όλοι τους σαν τι κακό έχει πάθει.
Έτσι σα βάλτε πια καρδιά στα τάγματά μας όλα, μένουμε οι άλλοι εμείς εδώ και πολεμούμε πάντα, τι πρέπει, κι' έτσι ας είμαστε κατασακατεμένοι· 85 Έχτορα, μόνε σύρε εσύ στη χώρα, και της μάννας πες της σαν πας· τις προεστές ας μάσει κι' ας ανέβει στης Αθηνάς την εκκλησά πας στου καστριού την άκρη, και τ' άγιου χτήριου ανοίγοντας με το κλειδί την πόρτα, όπιο έχει πέπλο πιο όμορφο κι' απ' όλα πιο μεγάλο 90 και που στον πύργο πιο πολύ το λαχταρά η καρδιά της, αφτό στης σεβαστής θεάς τα γόνατα ας το βάλει, και πες να τάξει δώδεκα γελάδες πως θα σφάξει χρονιάρικες απείραγες στην εκκλησά της μέσα, αν την πατρίδα σπλαχνιστεί τα τέρια τα παιδιά μας, 95 μήπως αλάργα απ' το καστρί βαστάξει το Διομήδη, άγριο στρατιώτη, της σφαγής ατρόμητο τεχνίτη, που στην αντριά ξεπέρασε θαρρώ όλους τους Αργίτες.
ΔΑΦΝΙΣ Εκεί που πηγαινώρχεται πεντάμορφη η Νεράιδα, εκείνε πάντα η άνοιξη, πάντα βοσκές, και πάντα απ' τα μαστάρια αστείρευτα τα γάλατ' αναβλύζουν και τρέφουν τα νιογέννητα· μα όταν εκείνη φεύγη, στεγνώνουν και μαραίνονται γελάδες και βουκόλος.
Καμάρι της βελανιδιάς είνε τα βελανίδια, μήλα καμάρι της μηλιάς, μοσχάρι της γελάδας και του βουκόλου αληθινό καμάρ' είν' οι γελάδες.
Πολλοί που σκλάβοι εδούλευαν στου Αντίοχου τα χωράφια και στα χωράφια άλλοι πολλοί του βασιλιά του Αλεύα επαίρνανε προμήθειες για ολόκληρο το μήνα· πολλά μοσχάρια και πολλές καλόθρεφτες γελάδες εγύριζαν με μουγκρυτά στων Σκοπαδών τις στάνες· κοπάδια αρνιά των Κρεωνδών έβοσκαν στα λιβάδια, των Κρεωνδών που εδέχονταν φιλόξενα τους ξένους· μα απ' όλα αυτά τι κέρδισαν, τι πήρανε μαζί των, όταν ο Χάρος ο σκληρός στη βάρκα του τους πήρε; λησμονημένοι θάμεναν και ξεχασμένοι πάντα αν δεν τους έκανε γνωστούς και ξακουστούς στον κόσμο η αιολική πολύχορδη του Σιμωνίδη λύρα· μα κι άλογα γοργόποδα δοξάστηκαν κ' εκείνα που απ' τους αγώνας έφερναν της νίκης τα στεφάνια.
Κ' είπ' ο Μενάλκας πρώτος. ΜΕΝΑΛΚΑΣ Εσείς από τη θεία γενιά κοιλάδες και ποτάμια, αν κάποτ' ετραγούδησα κ' είπα γλυκό τραγούδι, παρακαλώ σας, βόσκετε με προθυμιά ταρνιά μου· κι αν έρθη ο Δάφνις από 'δώ φέρνοντας τις γελάδες, την ίδια πάλι προθυμιά δείξετε και σ' εκείνον.
Σαν τάβρο που όλα ξεπερνάει τα βόδια στο κοπάδι 480 κι' απ' όλες ξεχωρίζεται στη στάνη τις γελάδες, τέτιονε ο Δίας έκανε κι' αφτόν τη μέρα εκείνη, ξεχωριστό κατάλαμπρο στων αρχηγών τη μέση.
Μον σύρε εσύ στην εκκλησά της Αθηνάς στο κάστρο, και πάρε με θυμιάματα τις προεστές μαζί σου, 270 κι' όπιο έχεις πέπλο πιο όμορφο κι' απ' όλα πιο μεγάλο και που στον πύργο πιο πολύ το λαχταρά η καρδιά σου, βάλ' της το αφτό στα γόνατα της Αθηνάς, και τάξε, μαννούλα, πως ως δώδεκα γελάδες θαν της σφάξεις χρονιάρικες απείραγες στην εκκλησά της μέσα, 275 αν την πατρίδα σπλαχνιστεί τα τέρια τα παιδιά μας, μήπως αλάργα απ' το καστρί βαστάξει το Διομήδη, άγριο στρατιώτη, της σφαγής ατρόμητο τεχνίτη.
Άρχισε, Δάφνι, να μας 'πής, βουκολικό τραγούδι, άρχισε πρώτος, κ' ύστερα μας τραγουδεί ο Μενάλκας· βάλετε τα μοσχάρια σας κάτ' από τις 'γελάδες, βάλετε και τους ταύρους σας στις άγονες ακόμα. Εκείν' ας βόσκουνε μαζί στα φυλλωμένα χόρτα χωρίς να ξεμακραίνωνται καθόλου απ' το κοπάδι, και συ τραγούδι αρχίνησε βουκολικό τραγούδι κ' έπειτ' αποκρινάμενος τραγούδι ας 'πή ο Μενάλκας.
ΔΑΦΝΙΣ Βρυσούλες με τα κρύα νερά και γλυκερά βοτάνια, αν είνε το τραγούδι μου σαν αηδονιού τραγούδι θρέψετε τις γελάδες μου· κι αν έρθη κι ο Μενάλκας μαζί με το κοπάδι του, όλ' άφθονα να τάβρη.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν