United States or Canada ? Vote for the TOP Country of the Week !


Το ρεζιλίκι συλλογίζομαι που θε να πάθω όταν ο Διοκλητιανός μάθη πως γίνηκε Χριστιανός, ποιος; ο καλλίτερός μου φίλος. Και λες πώς τον ακολουθεί σαν σκύλος ο προκομμένος φίλος του; Φαντάσου, ότι στον Αυτοκράτορα, οι πρώτοι είπα πώς είναι κι' οι πιστότεροί μου. Πω! πω! ντροπή μου!... . .. . . Οι ανωτέρωΚουβικουλάριος. 1ος ΕΥΝΟΥΧΟΣ. Σε τι πιστεύουνε οι Χριστιανοί;

Και συλλογίζομαι, αγαπητέ μου, μήπως αστειεύεσαι μαζί μου και εκ προθέσεως με απατάς. Τόσον ζωηρά και πολλά οράματα μου παρουσιάζονται. Ιππίας. Κανείς άλλος, Σωκράτη μου, δεν θα το εννοήση καλλίτερα από σε, αν αστειεύομαι ή όχι, αρκεί να δοκιμάσης να διηγηθής αυτούς τους οραματισμούς σου. Διότι θα αποδειχθής, ότι δεν λέγεις τίποτε.

Μα και το δικό σου είν' άγριο. — Ποιος σου το είπε; Δεν το βλέπεις τι ήμερα που περπατάει; — Ναι, μα 'κεί που ξαφνίστηκε, με την καμπάνα. . . . . στο μοναστήρι κάτου; — Μα εκεί ξαφνίστηκε. — Καϋμένε, τώρα σε συλλογίζομαι τι θα πάθαινες αν σ' έσερνε μαζή του σ' εκείνον τον κατήφορο. — Δε θα χτύπαγα, ήταν χορτάρια. Κ' εγέλασα. Εχαμογέλασε κι αυτή.

Και είνε αδελφός μου. Ύστερα εγώ τι θα πω; Βλέπω ότι του κάκου σπάνω το κεφάλι μου. Όσο συλλογίζομαι, τόσο χειρότερο το βρίσκω. Κύτταξε πόσον είμαι πίσω από τον άλλον κόσμο! Δεν ξέρω τι μου γίνεται. Να είξευρα πως δεν ειμπορούσα να βγάλω μίαν ιδέαν, δεν θα έκαμνα τόσον κόπον να συλλογίζωμαι, και να χτυπώ το κεφάλι μου τόσαις ώραις. Τι να γένη, το κεφάλι δεν αλλάζει.

Εγώ, τι να σου πω, δεν μου κολλάει ύπνος απόψε, μ' αυτά τα διαβολοχρήματα. — Αμ' εμένα; — Πρέπει κάτι να τα κάμωμε . . . να τα βγάλωμε από εδώ μέσα . . . γιατί . . . — Κ' εγώ το ίδιο συλλογίζομαι. — Εγώ λέω, γυναίκα . . .

Ότε, ανατρέχων δια της μνήμης εις το ένδοξον εκείνο παρελθόν, συλλογίζομαι τα καθέκαστα, και αναλύων τας τότε εντυπώσεις μου εξετάζω αυτάς ως αντανάκλασιν, ούτως ειπείν, της κοινής τότε γνώμης, καταλήγω συχνάκις εις το συμπέρασμα, ότι η ευθύς απ' αρχής του αγώνος συμμετοχή των ναυτικών μας νήσων εις το εθνικόν κίνημα συνετέλεσε, πλειότερον ίσως αφ' όσον πολλοί την σήμερον δύνανται να εννοήσωσιν, εις την στερέωσιν και την διάδοσιν της επαναστάσεως.

Συνεπώς, όταν δύη ο ήλιος, ή όταν το κύμα αρχίζη να επαργυρούται εκ του φωτός της σελήνης, συνομιλούμεν, η Λίγεια και εγώ, περί των παλαιών χρόνων, οίτινες μας φαίνονται σήμερον ως όνειρον. Και όταν συλλογίζομαι πόσον η αγαπητή αύτη κεφαλή επλησίασε προς την βάσανον και τον όλεθρον, λατρεύω εξ όλης ψυχής τον Κύριον. Εκείνος μόνος ηδύνατο να την σώση από τα θηρία και να μοι την αποδώση διά παντός.

Ώστε, αφού και καλά θέλεις νέα αθηναϊκά, ηξεύρεις τι συλλογίζομαι; Να πάρω κατά σειράν τα σχολεία και τα παντοειδή εκπαιδευτήρια των Αθηνών, τα οποία κάμνουν τώρα τας εξετάσεις των, και να σου καταστρώσω λεπτομερεστάτην έκθεσιν του αποτελέσματός των. Το πράγμα δεν θα ήτο πληκτικόν όσον υποθέτεις, ούτε διδακτικόν μόνον, αλλά και κωμικόν εν μέρει και πολύ οπωςδήποτε ευάρεστον.

Γνώριζε όμως καλά, Σωκράτη μου, ότι και αυτήν την στιγμήν δεν είμαι αμελέτητος, αλλά ενώ συλλογίζομαι και κουράζω τον νουν μου, μάλλον μου φαίνεται ότι είναι καθώς λέγει ο Ηράκλειτος. Σωκράτης. Άλλην φοράν λοιπόν, φίλτατέ μου, όταν επιστρέψης μου το διδάσκεις. Τόρα όμως, καθώς είσαι έτοιμος πήγαινε εις τον αγρόν, και θα σε συνοδεύση και ο Ερμογένης απ' εδώ. Κρατύλος.

Αφού αυτός ηυλόγησε τον έρωτά μας, ούτε ο Καίσαρ, ούτε όλαι αι δυνάμεις του Άδου δεν είναι ικαναί να σε αποσπάσουν απ' εμού, ω Λίγειά μου! Αλλ' ιδού ότι τα άστρα τρεμοσβύνουν ήδη, Λίγειά μου, και ο Εωσφόρος λάμπει περισσότερον. Μετ' ολίγον η ηώς θα βάψη με ρόδα τα κύματα της θαλάσσης. Όλα κοιμώνται γύρω μου· μόνος εγώ αγρυπνώ· σε συλλογίζομαι και σε αγαπώ.