United States or Barbados ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αι, κιάν την έπαιρνε άλλος, δεν είχες φόβο να μη βρης άλλη. Εγώ σου λέω πως εμπόριες να βρης καλλίτερη. Στην ίδια σειρά με τον Τερερέ βάνεις τον απατόσου; του λόγουσου, Μανωλιό, είσαι ο καλλίτερος νέος του χωριού και σούπρεπε να πάρης την καλλίτερη κοπελιά. Θαρρείς πως αν εζήτας τη δική μου θα σου 'λεγα όχι; Μα είντα να σου λέω που ο προκομμένος ο κύρης σου εβιάστηκε.

Ακολούθως βλέπουσα ότι ο γαμβρός της, ο προκομμένος, δεν επήγαινε καλά εις τας υποθέσεις του, ότι είχεν αναγκασθή να πωλήση την πατρικήν οικίαν και να γείνη αγρομερινός, απεφάνθη·Δεν θα κάμης προκοπή, θυγατέρα. Επόμενον ήτο. Δεν είνε μικρόν πράγμα αυτό, να πάρης την τύχην της ορφανής, για να παντρευτής του λόγου σου. Αλλά πώς να κάμουμε πάλι; Πώς να ζήση κανείς; Ζωή είνε αυτό, πόλεμος είνε.

Την καινούρια την Ακρόπολη, στοχάζουμουν τώρα, ποιος και πού θα μας τη χτίση; Τους καινούριους μας τους θεούς σε τι βουνό, σε τι μέρος θα τους διούμε! Ταξίδεψα μ' έναν παππά. Πολύ άξιος, προκομμένος παππάς, σπουδασμένος, με τρόπους ωραίους, δάσκαλος στη Σαντορίνη, ήξερε κι από δημοτική.

Εκύτταξε δι' αυθορμήτου κινήματος δεξιά και αριστερά, μέσα εις τα κλαδιά τα διαχαράσσοντα κατά μήκος εν πρασίνω δροσερώ πλαισίω τον ανωφερή δρομίσκον, μετ' εμφύτου τρόμου, φοβουμένη μη ίδη έξαφνα εξηπλωμένον ανάμεσα εις ένα σχοίνον και μίαν κομαριάν το σώμα του γαμβρού της. Διότι ανησύχει πολύ, και δεν είξευρε τι είχε γείνει, ο προκομμένος.

Αυτά 'ν' άσκημα πράμματα κι' άπρεπα και να τα παραιτήσης. Μια γυναίκα θα πάρης, δε θα πάρης δυο. Κιό προκομμένος ο κύρης σου την εδιάλεξε αυτή που θα πάρης. Σ' αυτήν να τα λες αυτά τα λόγια και να μην πειράζης άλλες κοπελλιές, γιατί θα βρης τον μπελά σου ... Α! αν δεν ήσουνε δεμένος με τσοι Θωμαδιανούς γή αν τα χαλάτε, τότε με όλη μου την καρδιά θάβανα τη βουλή μου να πάρης τη Μαργή ...

Είνε αληθές ότι είχον ευπορίαν αγροτικήν και μικρόν κατά μικρόν ηγχιστεύθησαν με τους εντοπίους, συνεχωνεύθησαν, κ' έλειψεν εκείθεν τ' όνομα των Κανταραίων. Ο Γιάννης προσεκολλήθη το πρώτον, ως κοπέλλι, πλησίον του γέρο- Στριαριώτη, ενός γεωργοκτηματίου, εθήτευσεν, εδούλευσεν, έκαμε κλέμματα και αρπάγματα. Εδούλευε διά τρεις, έτρωγε μόνον δι' ενάμισυ και ήτο πολύ προκομμένος.

Μα είντα φταις εσύ, κακορρίζικο παιδί; Ο κύρης σου ο προκομμένος τα φταίει. — Ναι, ο κύρης μου, ο κύρης μου, Καλιώ ... είπεν ο Μανώλης, έτοιμος να κλαύση ή να εκστομίση ασεβείς λόγους κατά του πατρός του. Διά ν' αποφύγη δε και το μεν και το δε, εκινήθη να φύγη, αλλ' η χήρα τον εκράτησε και επέμεινε να μάθη τα αίτια της θλίψεώς του.

Μα σε κείνα τα χρόνια, δε μιλούσαν έτσι μονάχα οι βασιλιάδες· είτανε της καλής αναθροφής να ξέρη κανείς τα λατινικά, κ' ένας προκομμένος νέος το είχε συστατικό του σαν τα μάθαινε.

Το ρεζιλίκι συλλογίζομαι που θε να πάθω όταν ο Διοκλητιανός μάθη πως γίνηκε Χριστιανός, ποιος; ο καλλίτερός μου φίλος. Και λες πώς τον ακολουθεί σαν σκύλος ο προκομμένος φίλος του; Φαντάσου, ότι στον Αυτοκράτορα, οι πρώτοι είπα πώς είναι κι' οι πιστότεροί μου. Πω! πω! ντροπή μου!... . .. . . Οι ανωτέρωΚουβικουλάριος. 1ος ΕΥΝΟΥΧΟΣ. Σε τι πιστεύουνε οι Χριστιανοί;

Πρώτον, νομίζω, θα ειπή όλα αυτά, όσα λέγομεν ημείς υπερασπιζόμενοι αυτόν, και έπειτα, νομίζω, θα κάμη έφοδον περιφρονών ημάς και λέγων: Να τέτοιος είναι ο Σωκράτης ο προκομμένος, επειδή ένα μικρό παιδί εφοβήθη, όταν το ερώτησε αν είναι δυνατόν ο ίδιος άνθρωπος το ίδιον πράγμα συγχρόνως να το ενθυμήται και να μη το γνωρίζη, και επειδή από τον φόβον του είπε όχι, διότι αυτό δεν ήτο εις θέσιν να προβλέψη το αποτέλεσμα, τάχα απέδειξε το άτομόν μου γελοίον εις τους λόγους.