United States or Poland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Φοβουμένη τας υπονοίας και την κακολογίαν την οποίαν ήτο ενδεχόμενον να κινήσουν αι συχναί της συναντήσεις και τα κρυφομιλήματα με τον Μανώλην, έλεγε δυσανασχετούσα τάχα, οσάκις την έβλεπαν να χωρίζεται απ' αυτόν: — Δεν ακούει, δεν ακούει ... Απελπισία είνε μαυτόν τον άνθρωπο. Εμάλιασ' η γλώσσα μου να του λέω πως του κάκου πολεμά, μ' αυτός το χαβά του. Είντα να γενώ μ' αυτό το μπελλά δεν κατέω.

Αλλ' ουδέ να τον αποχαιρετήση ετόλμα η Ιωάννα, φοβουμένη εις τον έρημον εκείνον τόπον τα δάκρυα ή και τους γρόνθους του. Ευσπλαγχνικώτερον λοιπόν και εν ταυτώ φρονιμώτερον ενόμισε ν' αποκοιμίση αυτόν εις τας αγκάλας της, πριν τον εγκαταλείψη, ως προσέφερον οι δήμιοι της Ιουδαίας εις τους καταδίκους μεθυστικόν ποτόν, πριν τους σταυρώσωσι.

Ήρκει η άκρα ω τ ί ο υ γ υ ν α ι κ ό ς να ταράξη την ησυχίαν των τότε μοναχών, ως και σήμερον μόνη η οσμή γυναικείας επιστολής αρκεί να αναστατώση όλους τους κατοίκους του Αγίου Όρους , η δε Ιωάννα φοβουμένη τας περαιτέρω ανακαλύψεις και απαιτήσεις του Οσίου Πατρός κατέπεισε τον Φρουμέντιον ν' αφήσωσιν αυθημερόν την μάνδραν των περιέργων εκείνων Ελβετών.

Το κατεφίλει παντού, επί του κοντακίου, επί της κάνης, επί του λύκου, επί των παφηλίων· το έσφιγγε σπασμωδικώς επί της καρδίας της· το εψηλάφει, απαλά απαλά, φοβουμένη μήπως πονέση, και του ωμίλει ενίοτε ως να ήτο έμψυχον. — Δε φιλείς και τον γιο σου, κυρά; είπεν εις αυτήν ο Μακρής. Η Μαλάμω εστάθη εις την φωνήν, ωσεί τότε εξυπνήσασα.

Εκείνη δε τον έβλεπε, τον έβλεπε, και δεν εχόρταινε να τον ακούη, σαν εις τα ψεύματα, σαν εις το όνειρόν της. Και έτριβεν ενίοτε τους οφθαλμούς της δειλιώσα, ίνα πεισθή ότι δεν απατάται, φοβουμένη μη εξαφανισθή τα ευφρόσυνον θέαμα. Και της ήρχετο απορία ενίοτε, γλυκεία πλέον εν τη βεβαιότητι: — Ο Λαλεμήτρος μου είνε αυτός;

Και το θαυμασιώτερον είνε ότι παρουσιάζεται εντός της αυτής ημέρας οτέ μεν Αθάμας μαινόμενος, οτέ δε Ινώ φοβουμένη, άλλοτε Ατρεύς ο ίδιος και μετ' ολίγον Θυέστης, έπειτα Αίγισθος ή Αερόπη. Και όλους τούτους τους χαρακτήρας μόνον είς άνθρωπος υποδύεται.

Το δε μονάκριβό μου παιδί το έστειλα κρυφά εις άλλο σπίτι, φοβουμένη μήπως το σκοτώσουν. Επειδή ο πατέρας του ούτε αυτό ούτε εμέ ημπορεί να βοηθήση, διότι λείπει εις τους Δελφούς, διά να ζητήση συγγνώμην από τον Απόλλωνα Λοξίαν διά την ανοησίαν που έκαμεν άλλοτε, όταν επήγε εις την Πυθίαν, διά να ζητήση λόγον από τον Φοίβον διά τον πατέρα του.

Εμβαίνοντας το λοιπόν εις το κεφάλι της αυτή η αστόχαστος φαντασία, και φοβουμένη να μη θυσιασθή εις τινά, που να ήθελε την ζητήση εις γυναίκα, επήγε να εύρη τον πατέρα της, και χωρίς να του δώση να καταλάβη την εναντίαν της κλίσιν προς τους ανθρώπους, τον εξώρκισε με τα δάκρυα εις τα μάτια να μην την υπανδρέψη με τινά, που να μην είνε της ορέξεώς της, τόσον που της έταξε με όρκον, να μην κάμη με κανένα συμφωνίαν χωρίς το θέλημά της.

Πάντα τα ενόντα έχοντες υπ' όψιν κλίνομεν να πιστεύσωμεν, ότι ουχί την θέσιν αυτής ευρίσκουσα δυσάρεστον και αλλαγήν επιθυμούσα παρεκίνησε τον πατέρα αυτής να την λυτρώση η Χρυσηίς, αλλά πολύ μάλλον φοβουμένη μη ταχέως, ήτοι μετά την άλωσιν της Τροίας, η θέσις αύτη μεταβληθή.

Οι γονείς του Μανώλη δεν εγνώριζαν τα μεταξύ αυτού και του Στρατή διατρέξαντα εις τον κήπον, διότι και ο Μανώλης και η Πηγή τ' απεσιώπησαν, ο μεν αισχυνόμενος, η δε μη θέλουσα να κατακρίνη τον αδελφόν της και φοβουμένη ότι το πράγμα θα ελάμβανε διαστάσεις και ότι θα έφθανεν εις ρήξιν ανεπανόρθωτον.